758/2017 ΕΙΡ ΛΑΜ (ΕΙΔΙΚΗ)

(Α΄ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Αυτοκινητικό ατύχημα. Ολοσχερής καταστροφή οχήματος. Δύναται να είναι τεχνική, όταν είναι αδύνατη η επισκευή του ή οικονομική όταν η δαπάνη επισκευής του υπερβαίνει την αξία του. Η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβεί την αξία που είχε το όχημα πριν το ατύχημα. Περιεχόμενο αγωγής. Αρκεί η αναγραφή της ολοκληρωτικής καταστροφής του οχήματος και η αξία του. Αφαίρεση αξίας υπολειμμάτων. Προτείνεται κατ’ ένσταση, εκτός εάν πρόκειται περί αμφισβήτησης του υπολογισμού της αξίας τους από τον ενάγοντα, οπότε συνιστά άρνηση. Ισχυρισμός περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του ενάγοντος. Συνιστά άρνηση ως προς τη βάση της αγωγής που στηρίζεται στις διατάξεις περί αδικοπραξίας και ένσταση ως προς αυτήν από την αστική ευθύνη από αυτοκίνητα. Αγωγή διαφυγόντων εισοδημάτων. Απαιτείται κοινοποίησή της στην Δ.Ο.Υ. του ενάγοντος. Απορρίπεται ως αναπόδεικτη, καθώς δεν προσκομίσθηκαν βεβαιώσεις αποδοχών και η φορολογική δήλωση της ενάγουσας. Βλάβη υγείας. Αυτοδίκαιη υποκατάσταση Ι.Κ.Α. κατά το ποσό των παροχών του προς τον ασφαλισμένο. Δεν απαιτείται έκδοση απόφασης του διοικητή του για την απονομή των παροχών. Η αξίωση του Ι.Κ.Α. δεν αφορά τις δαπάνες του για παροχές προς τον ασφαλισμένο, αλλά την αποζημίωση που ο τελευταίος θα εδικαιούτο. Εάν οφείλει προσωρινή επιδότηση ή σύνταξη, οφείλει να αναφέρει στην αγωγή του τα διαφυγόντα εισοδήματα του ασφαλισμένου. Ε.Φ.Κ.Α. Συνεχίζει τις δίκες του Ι.Κ.Α. δίχως να επέρχεται διακοπή της δίκης. Απαλλάσσεται από το δικαστικό ένσημο.

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:758/2017

Ειδική Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών

(Διαφορές Για Ζημιές Από Αυτοκίνητα)

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δόκιμο Ειρηνοδίκη Αστέριο Ζαχαριάδη και από την γραμματέα Μαρία Κορμόβα.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στην Λαμία, στις 15 Ιουνίου 2017, για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

Α. Αρ. Εκθ. Κατάθ: ../27-11-2015

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: .. και της .., κατοίκου Λαμίας, οδός .. αρ. . (ΑΦΜ ..), που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Αφροδίτης - Φανουρίας Ευθ. Καραϊσκου (Δ.Σ. Λαμίας Α.Μ. 406, Λαμία, οδός Λεωνίδου αρ. 6), η οποία κατέθεσε έγγραφες προτάσεις και το υπ’ αριθμ. 544039/14-06-2017 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Λαμίας.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) ..., κατοίκου Λαμίας, οδός .. αρ. .. (ΑΦΜ ..), 2) .. κατοίκου Λαμίας, οδός ... αρ. .. (ΑΦΜ ..) και 3) Της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «...», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός .. αρ. .. και .. και εκπροσωπείται νόμιμα (ΑΦΜ ..), οι οποίοι εναγόμενοι παραστάθηκαν ο μεν πρώτος μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του Αθανασίου Δ. Μακρυγιάννη (Δ.Σ. Λαμίας Α.Μ. 144, Λαμία, οδός Αγίου Νικολάου, αρ. 6), η δε δεύτερη μετά των πληρεξούσιων δικηγόρων της Αθανασίου Δ. Μακρυγιάννη (Δ.Σ. Λαμίας ό.π.) και Θεοδώρου Αν. Τσαδήμα (Δ.Σ. Λαμίας Α.Μ. 66, Λαμία οδός Αγίου Νικολάου αρ. 6) και η τρίτη διά του πληρεξούσιου δικηγόρου της Θεοδώρου Αν. Τσαδήμα (Δ.Σ. Λαμίας ό.π.), οι οποίοι κατέθεσαν έγγραφες προτάσεις και τα υπ’ αριθμ. 544078/15-06-2017 και 544049/14-06-2017 αντίστοιχα γραμμάτια προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Λαμίας.

Β. Αρ. Εκθ. Κατάθ. ../17-05-2016

 ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (Ε.Φ.Κ.Α.), που εδρεύει στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπούμενου εν προκειμένω από τον Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών Φθιώτιδας, το οποίο εδρεύει στη Λαμία, ως οιονεί καθολικού διαδόχου από την 01-01-2017 του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ιδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ.), το οποίο εντάχθηκε αυτοδίκαια στον φορέα κύριας ασφάλισης «Ε.Φ.Κ.Α.» δυνάμει των άρθρων 51 παρ. 1 εδ. β και 53 του Ν. 4387/2016, που παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου του Φωτεινής Χαρ. Κανέτη (Δ.Σ. Λαμίας Α.Μ. 90, Λαμία, οδός Λεωνίδου αρ. 6), η οποία κατέθεσε έγγραφες προτάσεις και το υπ` αριθμ. 544320/20-06-2017 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Λαμίας.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) .... κατοίκου Λαμίας, οδός .. αρ. .. (ΑΦΜ ..), 2) .. ,κατοίκου Λαμίας, οδός Αθηνών αρ. .. (ΑΦΜ ..) και 3) Της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «..», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός .. αρ. ... και .. και εκπροσωπείται νόμιμα (ΑΦΜ ..), οι οποίοι εναγόμενοι παραστάθηκαν ο μεν πρώτος μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του Αθανασίου Δ. Μακρυγιάννη (Δ.Σ. Λαμίας ό.π.), η δε δεύτερη μετά και η δε τρίτη διά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Θεοδώρου Αν. Τσαδήμα (Δ.Σ. Λαμίας ό.π.), οι οποίοι κατέθεσαν έγγραφες προτάσεις και τα υπ’ αριθμ. 544078/15-06-2017 και 544050/14-06-2017 αντίστοιχα γραμμάτια προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Λαμίας.

Γ. Αρ. Εκθ. Κατάθ. ../31-08-2016

 ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: .. και της .., κατοίκου Λαμίας, οδός .. αρ. .. (ΑΦΜ ..), που παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του Αθανασίου Δ. Μακρυγιάννη (Δ.Σ. Λαμίας ό.π.), ο οποίος κατέθεσε έγγραφες προτάσεις και το υπ’ αριθμ. 544078/15-06-2017 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Λαμίας.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) .. και της .., κατοίκου Λαμίας, οδός .. αρ. . (ΑΦΜ ..) και 2) Της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «...» και τον διακριτικό τίτλο «..», που εδρεύει στην Αθήνα, Λεωφόρος Συγγρού .. (ΑΦΜ ..), που παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας δικηγόρου τους Αφροδίτης - Φανουρίας Ευθ. Καραΐσκου (Δ.Σ. Λαμίας ό.π.), η οποία κατέθεσε έγγραφες προτάσεις και το υπ’ αριθμ. 544039/14-06-2017 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Λαμίας.

Δ. Αρ. Εκθ. Κατάθ. ../06-09-2016

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (Ε.Φ.Κ.Α.), που εδρεύει στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπούμενου εν προκειμένω από τον Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών Φθιώτιδας, το οποίο εδρεύει στη Λαμία, ως οιονεί καθολικού διαδόχου από την 01-01-2017 του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ιδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ.), το οποίο εντάχθηκε αυτοδίκαια στον φορέα κύριας ασφάλισης «Ε.Φ.Κ.Α.» δυνάμει των άρθρων 51 παρ. 1 εδ. β και 53 του Ν. 4387/2016, που παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου δικηγόρου του Παναγιώτη Ε. Κατσαντώνη (Δ.Σ. Λαμίας Α.Μ. 259, Λαμία, οδός Ροζάκη Αγγελή αρ. 32), ο οποίος κατέθεσε έγγραφες προτάσεις και το υπ’ αριθμ. 544111/15-06-2017 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Λαμίας.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) .. του .., κατοίκου Λαμίας, οδός .. αρ. . (ΑΦΜ ..) και 2) Της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «...» και τον διακριτικό τίτλο «..», που εδρεύει στην Αθήνα, .. (ΑΦΜ ..), που παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας δικηγόρου τους Αφροδίτης - Φανουρίας Ευθ. Καράΐσκου (Δ.Σ. Λαμίας ό.π.), η οποία κατέθεσε έγγραφες προτάσεις και το υπ’ αριθμ. 544039/14-06-2017 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Λαμίας.

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ: Η από 24-11-2015 και με αρ. εκθ. καταθ. ../27-11-2015, η από 17-05-2016 και με αρ. εκθ. καταθ. ../17-05-2016, η από 23-08-2016 και με αρ. εκθ. καταθ. ../31-08-2016 και η από 06-09-2016 και με αρ. εκθ. καταθ. ../06-09-2016 αγωγές αποζημίωσης από αυτοκινητικό ατύχημα, για τη συζήτηση των οποίων ορίσθηκε, μετά από αναβολή, η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων, οι οποίες εκφωνήθηκαν στη σειρά τους από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως ανωτέρω αναφέρεται και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σε περίπτωση ολοσχερούς καταστροφής οχήματος συνεπεία τροχαίου αυτοκινητικού ατυχήματος, ο κύριος αυτού δικαιούται να ζητήσει από τον ζημιώσαντα, να του καταβάλει το ποσό που αντιστοιχεί στην αξία που είχε το όχημα πριν από την επέλευση της ζημίας (βλ. ΑΠ 183/1991, ΕλλΔνη 1992, 810, ΑΠ 2060/1983 ΝοΒ 33, 25, ΕφΑΘ 1291/1993, ΕπΣυγκΔ 255, ΕφΑθ 2469/1993 ΕπΣυγκΔ 1994 33, Αθ. Κρητικού Αποζημίωση από αυτοκινητικά ατυχήματα, έκδοση 2008, σελ. 466 και επ.). Εξάλλου, η καθολική ή ολοσχερής βλάβη ή καταστροφή του πράγματος και ιδιαίτερα οχήματος, εμφανίζεται βασικά με δύο μορφές. Η μία είναι η τεχνική και η άλλη η οικονομική. Στην πρώτη περίπτωση, λόγω της σφοδρότητας της σύγκρουσης ή γενικά του είδους και της έκτασης των βλαβών, το όχημα έχει πάθει τέτοια παραμόρφωση ώστε ουσιαστικά δεν είναι πλέον τεχνικά δυνατή η αποκατάσταση των βλαβών του. Στη δεύτερη περίπτωση είναι τεχνικά δυνατή η αποκατάσταση των βλαβών. Αυτή όμως θα απαιτήσει χρόνο και δαπάνες, το ύψος των οποίων - με συνυπολογισμό και της μείωσης της εμπορικής αξίας του οχήματος - υπερβαίνει σημαντικά το κόστος για την απόκτηση ενός άλλου, ισάξιου με το ζημιωθέν (ΕφΘεσ 2935/2005, Αρμ 2006, 703). Αν, λοιπόν, η δαπάνη επισκευής υπερβαίνει την - πριν από το ατύχημα - εμπορική αξία του οχήματος, συνυπολογιζομένης πάντα και της μείωσης της εμπορικής του αξίας, αυτό έχει υποστεί ολική καταστροφή υπό οικονομική έννοια και η αιτούμενη αποζημίωση περιορίζεται στην πριν από το ατύχημα αξία του (βλ. ΕφΠατρ 187/2005, ΑχΝομ 2006, 694, ΕφΠατρ 348/2004, ΑχαΝομ 2005, 609, ΕφΑθ 2395/2003, ΑρχΝ 2003, 729, με σημείωση Χρ. Νικολαϊδη). Ενδέχεται όμως ο ιδιοκτήτης του οχήματος που έπαθε ολική καταστροφή, να προβεί σε επισκευή του η οποία αποδεικνύεται στο τέλος ότι δεν ήταν οικονομικά συμφέρουσα, για το λόγο ότι αυτή ξεπέρασε σημαντικά την αξία που είχε το όχημα πριν από τη βλάβη. Σε μια τέτοια περίπτωση ο ιδιοκτήτης παραβαίνει το καθήκον του για περιορισμό της ζημίας του (άρθρο 300 §1 εδ. β` ΑΚ). Τελικά, η αποζημίωση δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερη από την αξία του πράγματος κατά το χρόνο της βλάβης και έτσι, η δαπάνη επισκευών που υπερβαίνει την αξία του οχήματος πριν από τη βλάβη, θα μείνει τελικά σε βάρος του ιδιοκτήτη (ΕφΑθ 2395/2003, ό.π.). Δηλαδή, αν η δαπάνη επισκευής του πράγματος υπερβαίνει συνολικά την πριν από το ατύχημα αξία του, τότε πράγματι πρόκειται για ολική καταστροφή και επομένως η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβεί την αξία του (βλ. ΕφΑΘ 5897/2005 ΕπΣυγκΔ 2006.158, ΕφΑΘ 5675/2004, ΕπΣυγκΔ 2005.368, ΕφΠατρ 801/2004, ΑχΝομ 2005.633, ΕφΠατρ 205/2004, ΑχΝομ 2005.601, ΕφΠατρ 348/2004 ό.π.). Από την τελευταία ωστόσο, πρέπει να αφαιρεθεί και η αξία των υπολειμμάτων του (ΕφΑΘ 5897/2005, ό.π. ΕφΠατρ 801/2004, ό.π.·Αθ. Κρητικός, Αποζημίωση από αυτοκινητικά ατυχήματα §22.1.2.α, αριθ. 10, σελ. 468). Αν ο ενάγων στην αγωγή αποζημιώσεως δεν αναφέρει τίποτε για την ύπαρξη και αξία υπολειμμάτων του καταστραφέντος αυτοκινήτου του, η μείωση της αποζημίωσης κατά την αξία των υπολειμμάτων δεν γίνεται αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο, αλλά απαιτείται για τον σκοπό αυτό προβολή σχετικού ισχυρισμού (ένστασης) από την πλευρά του εναγομένου (βλ. ΕφΘεσ 2935/2005, ό.π. ΕφΑΘ 10496/1998 ΕπΣυγκΔ 2001.290). Η ένσταση αυτή που χαρακτηρίζεται ως ένσταση συνυπολογισμού ζημίας και οφέλους (compensatio lucri cum damno) για να είναι πλήρως ορισμένη (ΚΠολΔ 262), πρέπει να περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων (είδος και αξία των υλικών που διασώθηκαν) και να έχει αίτημα που να κατευθύνεται στον περιορισμό της αιτούμενης αποζημίωσης κατά την αξία των υπολειμμάτων. Διαφορετικά απορρίπτεται από το δικαστήριο ως αόριστη (βλ. ΑΠ 1539/1998, Δίκη 1999, 794, με παρατηρήσεις Κ. Μπέη σε ΕΕΝ 2000. 203, ΕφΑΘ 1115/2009, ΕλλΔνη 2009 1449, ΕφΛαμ 141/2008 ΑρχΝ 2009, 437, ΕφΔωδ 344/2005, «ΝΟΜΟΣ», ΕφΠειρ 80/2002, ΠειρΝομ 2002,65, Αθ. Κρητικού ο.π. παρ. 22, σημ. 32­33, σελ, 475). Τέλος, σε περίπτωση που ο ίδιος ο ενάγων υπολογίζει στην αγωγή του και προαφαιρεί την αξία των υπολειμμάτων, ο ισχυρισμός του εναγομένου σχετικά με το ύψος της αξίας των υπολειμμάτων, συνιστά αιτιολογημένη άρνηση αυτού. Η αναγραφή δε της ολοκληρωτικής καταστροφής του πράγματος και της αξίας του κατά το χρόνο της καταστροφής αρκούν για την πληρότητα του δικογράφου της αγωγής περί αποζημιώσεως κατά την έννοια του άρθρου 216 ΚΠολΔ και δεν είναι απαραίτητο να αναφέρονται, προκειμένου περί καταστροφής αυτοκινήτου, οι προηγηθείσες σ` αυτό επί μέρους βλάβες, η δαπάνη αποκαταστάσεως αυτών, ο τύπος του οχήματος, το έτος κατασκευής και κυκλοφορίας του, ο κυβισμός και η κατάστασή του κατά το χρόνο του ατυχήματος, διότι τα στοιχεία αυτά δεν ανάγονται στην ιστορική βάση της αγωγής, θεωρούνται περιγραφικά της ζημίας στοιχεία και μπορούν να προκύψουν από τις αποδείξεις (βλ. ΑΠ 1046/2011 «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 1051/1998 «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΑθ 2939/2002 ΑρχΝ 2004/193, ΕφΛαρ 9/2004, ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2004/416 Κρητικός).

Από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθ. 10 παρ. 5 του Ν.Δ. 4104/1960, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθ. 18 παρ. 1 του Ν. 4476/1965 και του άρθ. 18 του Α.Ν. 1654/1986 συνάγεται ότι ο υπαίτιος του θανάτου ή της βλάβης της υγείας ή της σωματικής ακεραιότητας ασφαλισμένου στο Ι.Κ.Α. ή συνταξιούχου του Ι.Κ.Α. υποχρεούται να καταβάλει στο Ι.Κ.Α. οτιδήποτε τούτο κατέβαλε ή πρόκειται να καταβάλει για παροχές ασθενείας σε είδος και σε χρήμα, στον παθόντα ή στους δικαιούχους αυτού (ΕφΑθ 10139/90 ΑρχΝ 43.472). Δηλαδή το Ι.Κ.Α. έχει ευθεία αγωγή κατά του υπαιτίου, στο μέρος που επιβαρύνεται τούτο (Ι.Κ.Α.), η δε ενδεχόμενη αξίωση του παθόντος ή των δικαιούχων του έναντι του υπαιτίου της θανάτωσης ή της βλάβης του σώματος ή της υγείας μειώνεται κατά το ποσό της όμοιας αξίωσης του Ι.Κ.Α., η οποία μεταβιβάζεται στο Ι.Κ.Α. αυτοδικαίως από τότε που αυτή γεννήθηκε (ΕφΑθ 10139/1990, ό.π.). Το Ι.Κ.Α. δηλαδή υποκαθίσταται από το νόμο, κατά το ποσό των οφειλόμενων στον ασφαλισμένο (ή στα μέλη της οικογένειας του) παροχών, όπως αυτές καθορίζονται με την απόφαση του διοικητή του, στην αξίωση των τελευταίων εναντίον του υπόχρεου για αποζημίωση. Η υποκατάσταση αυτή μετά την έναρξη της ισχύος του ν. 1654/1986 είναι αυτοδίκαιη και επέρχεται από τότε που γεννήθηκε η αξίωση του ασφαλισμένου (και σε περίπτωση θανατώσεως αυτού των μελών της οικογένειας του), ανεξάρτητα από την έκδοση ή μη απόφασης του διοικητή του Ι.Κ.Α.. Η υποκατάσταση του Ι.Κ.Α. στις αξιώσεις αυτές προϋποθέτει όχι μόνον οφειλές ασφαλιστικών παροχών απ’ αυτό στον ασφαλισμένο του, έως το ποσό των οποίων γίνεται η υποκατάσταση, αλλά και αξίωση του τελευταίου για αποζημίωση κατά του τρίτου υπόχρεου. Απαιτείται δηλαδή χρονική, ποιοτική και ποσοτική αντιστοιχία των παροχών του Ι.Κ.Α. προς τις αξιώσεις αποζημίωσης του ασφαλισμένου κατά του υπόχρεου να τον αποζημιώσει (βλ. ΑΠ 734/1991 ΕλλΔνη 33 (1992) 556, Αθ. Κρητικός, Αποζημίωση από τροχαία ατυχήματα, 2008, σελ.445 επ.). Η αντιστοιχία αυτή συντρέχει, όταν αμφότερες οι παροχές είναι ομοειδείς και υπηρετούν τον ίδιο σκοπό. Εφόσον συντρέξουν οι προϋποθέσεις αυτές, επέρχεται η μεταβίβαση της απαίτησης στο Ι.Κ.Α. (ΑΠ 123/2010 ΧρΙΔ 2010/26, ΑΠ 70/2005 ΕλλΔ/νη 2006.1415). Στην περίπτωση αυτή το Ι.Κ.Α., με την αγωγή του κατά του υπόχρεου τρίτου με την οποία επιδιώκει την ικανοποίηση της αυτοδικαίως μεταβιβασθείσας απαιτήσεως του ασφαλισμένου, ασκεί όχι ίδια δικαιώματα αλλά όσα του μεταβιβάζονται αυτοδικαίως από τον ασφαλισμένο του παθόντα, δηλαδή το Ι.Κ.Α. ασκεί τις αξιώσεις των δικαιούχων αποζημιώσεως από αδικοπραξία (βλ. ΑΠ 93/88 Ελλ.Δνη 29.1591, ΕφΠερ. 868/93 ΕΣΔ 1994.392). Περαιτέρω αν ο ασφαλισμένος του Ι.Κ.Α. τραυματίζεται και εντεύθεν καθίσταται ανίκανος για εργασία, το δε Ι.Κ.Α., βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας υποχρεούται να χορηγήσει στον ασφαλισμένο του προσωρινή επιδότηση ή σύνταξη, τότε επιβάλλεται στην αγωγή του Ι.Κ.Α. κατά του υπαιτίου για τον τραυματισμό τρίτου, να αναφέρονται: η σωματική βλάβη που προκλήθηκε κατά τρόπο παράνομο, η ανικανότητα για εργασία, τα διαφυγόντα εισοδήματα του ασφαλισμένου που με πιθανότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα αποκόμιζε από την εργασία που δεν μπορούσε να ασκεί και την υποχρέωση του Ι.Κ.Α. βάσει της ως άνω αιτίας να χορηγήσει ορισμένες παροχές στον ασφαλισμένο. Έτσι δεν είναι αναγκαίος ο ειδικότερος προσδιορισμός των ποσών που καταβλήθηκαν ή θα καταβληθούν στον ασφαλισμένο από το Ι.Κ.Α., αφού η αξίωση που αποκτά το Ι.Κ.Α. αφορά όχι την απόδοση των δαπανών του για τις παροχές στον ασφαλισμένο του, αλλά την αποζημίωση την οποία χωρίς την υποκατάσταση θα δικαιούνταν να αξιώσει ο ίδιος ο παθών (βλ. Κρητικό Αθ., Αποζημίωση, ό.π., σελ. 456, ΕφΑθ 3555/2005 ΕλλΔνη 2006/221, ΕφΛΑρ 629/2003 Δικογρ 2004.117, ΕφΛΑρ 633/1999 ΕλλΔνη 2001.761, ΕφΠειρ 1053/1995 ΕπΣυγκΔικ 1996.28,ΈφΘεσσ 809/1998 ΑρχΝ 2001.33). Ειδικά, ως προς τη ζημία του παθόντος - ασφαλισμένου ισχύουν τα ακόλουθα: α) σε περίπτωση, κατά την οποία επιδιώκεται η απόδοση στο Ι.Κ.Α. των δαπανών νοσηλείας, πρέπει να αναλύονται οι δαπάνες αυτές, β) σε περίπτωση που ζητείται η απόδοση στο Ι.Κ.Α. επιδομάτων ασθενείας πρέπει να αναφέρεται η εργασία, την οποία μετερχόταν ο ασφαλισμένος κατά το χρόνο του ατυχήματος, τα εισοδήματα από την ως άνω εργασία, η διάρκεια της ανικανότητας για εργασία και τα εισοδήματα, τα οποία με πιθανότητα, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, θα αποκόμιζε ο παθών, αν δεν συνέβαινε το ατύχημα και που εξαιτίας της αδικοπραξίας απώλεσε (βλ. ΕφΠατρών 895/2007, ΕφΛαρ 629/2003, ΜΠΚαστοριάς 151/2013 «ΝΟΜΟΣ»), καθώς και η υποχρέωση του Ι.Κ.Α. βάσει της ως άνω αιτίας να χορηγήσει προς τον ασφαλισμένο ορισμένες παροχές (βλ. και ΕφΔωδ 368/2005 «ΝΟΜΟΣ»). Δυνάμει δε του άρθρου 51 παρ. 1 εδ. β του Ν. 4387/2016 συστάθηκε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης», αποκαλούμενο στο εξής «Ε.Φ.Κ.Α.», το οποίο τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και έχει την έδρα του στην Αθήνα, στο οποίο από 01-01-2017, οπότε και αρχίζει η λειτουργία του ως φορέας κύριας κοινωνικής ασφάλισης, εντάχθηκαν αυτοδίκαια οι υφιστάμενοι φορείς κύριας κοινωνικής ασφάλισης, μεταξύ των οποίων και το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ.», σύμφωνα με τα άρθρα 53 επ. του ίδιου ως άνω νόμου και κατέστη οιονεί καθολικός διάδοχος αυτών εισερχόμενος στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις τους. Συνεπώς τα ανωτέρα εκτεθέντα περί του Ι.Κ.Α. έχουν εφαρμογή και για τον νεοσυσταθέν φορέα κύριας κοινωνικής ασφάλισης. Ο Ε.Φ.Κ.Α. κατά το άρθρο 70 παρ. 9 του ιδίου ως άνω νόμου συνεχίζει τις εκκρεμείς δίκες που αφορούν διαφορές ή υποθέσεις των εντασσόμενων φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών, χωρίς να επέρχεται διακοπή δίκης, από την ένταξη αυτών στον Ενιαίο Φορέα, σύμφωνα με το άρθρο 53 του ιδίου ως άνω νόμου. Οι δε δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται ισχύουν έναντι του Ε.Φ.Κ.Α.Εισάγονται προς συζήτηση η από 24-11-2015 και με αρ. εκθ. καταθ. ../27-11-2015, η από 17-05-2016 και με αρ. εκθ. καταθ. ../17-05­-2016, η από 23-08-2016 και με αρ. εκθ. καταθ. ../31-08-2016 και η από 06-09-2016 και με αρ. εκθ. καταθ. ../06-09-2016 αγωγές αποζημίωσης από αυτοκινητικό ατύχημα, οι οποίες πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικαστούν, εφόσον εκκρεμούν ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, υπάγονται στην ίδια διαδικασία, αφορούν σε αξιώσεις, που απορρέουν από το ίδιο αυτοκινητικό ατύχημα, και κατά την κρίση του Δικαστηρίου διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων των διαδίκων (άρθρ. 31, 246, 591 παρ. 1 και 614 παρ. 1 αρ. 6 ΚΠολΔ).

Με την υπό κρίση με αρ. εκθ. καταθ. ../27-11-2015 Α’ αγωγή, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης, η ενάγουσα εκθέτει ότι κατά τον αναφερόμενο σ’ αυτή τόπο και χρόνο, ήτοι την 29η Ιουλίου 2015, στη Λαμία και επί του παραδρόμου .. στο ύψος της .. χ/θ της ΠΑΘΕ, ο πρώτος εναγόμενος, οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας .. αυτοκίνητο, αποκλειστικής κυριότητας, νομής και κατοχής της δεύτερης εναγομένης η οποία τον είχε προστήσει στην οδήγηση, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την αστική κάλυψη των προς τρίτους ζημιών στην τρίτη εναγομένη ασφαλιστική εταιρία, από αποκλειστική υπαιτιότητα του, προκάλεσε το περιγραφόμενο υπό τις ειδικότερες συνθήκες στην υπό κρίση αγωγή ατύχημα, συνεπεία του οποίου το με αριθμό κυκλοφορίας .... αυτοκίνητο, το οποίο οδηγούσε η ενάγουσα, υπέστη τις υλικές ζημίες και η ίδια τις σωματικές βλάβες που επίσης περιγράφονται στην υπό κρίση αγωγή. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητά, μετά τη νόμιμη με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της πριν την έναρξη της συζήτησης της παρούσας, που καταγράφηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου και με τις νομίμως κατατεθειμένες προτάσεις τροπή εν συνόλω του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, που συνιστά μερική παραίτηση εκ του δικογράφου (άρθρα 223, 294 εδαφ α’, 295 παρ. 1 εδαφ β`, 297, 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ) με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να αναγνωριστούν οι εναγόμενοι υπόχρεοι, να καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας το ποσό των 8.900,00 ευρώ ως αποζημίωση για τη θετική ζημία της, το ποσό των 263,24 ευρώ ως αποζημίωση για απολεσθέντα εισοδήματα κατά το χρονικό διάστημα από 30-07-2015 έως 14-08-2015, κατά το οποίο δεν εργάστηκε ένεκα του τραυματισμού της και το ποσό των 5.050,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη εκ της αδικοπραξίας, επιφυλασσόμενη ως προς το ποσό των 50,00 ευρώ, για αξίωση που προτίθεται να ασκήσει ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου, όπως τα κονδύλια αυτά αναλύονται στην υπό κρίση αγωγή, ήτοι το συνολικό ποσό των 14.163,24 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται, για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 1, 7, 9, 14 παρ. 1, 35 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία, που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 666, 667, 670 - 676, 681 Α ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν πριν της τροποποίησή τους με το ν. 4335/2015 σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του ιδίου νόμου που ορίζει ότι «2. Οι διατάξεις για τα ένδικα μέσα και τις ειδικές διαδικασίες των άρθρων 591 - 645 εφαρμόζονται για τα κατατιθέμενα από τις 1-1-2016 ένδικα μέσα και αγωγές», δοθέντος ότι η αγωγή ασκήθηκε την 27-11-2015, είναι ορισμένη, απορριπτόμενων των αντίθετων ισχυρισμών του πρώτου και δεύτερης των εναγομένων καθότι η αναγραφή της ολοκληρωτικής καταστροφής του πράγματος και της αξίας του κατά το χρόνο της καταστροφής αρκούν για την πληρότητα του δικογράφου της αγωγής περί αποζημιώσεως κατά την έννοια του άρθρου 216 ΚΠολΔ και δεν είναι απαραίτητο να αναφέρονται, προκειμένου περί καταστροφής αυτοκινήτου, οι προξενηθείσες σ’ αυτό επί μέρους βλάβες, η δαπάνη αποκαταστάσεως αυτών, ο τύπος του οχήματος, το έτος κατασκευής και κυκλοφορίας του, ο κυβισμός και η κατάστασή του κατά το χρόνο του ατυχήματος, διότι τα στοιχεία αυτά δεν ανάγονται στην ιστορική βάση της αγωγής και μπορούν να προκύψουν από τις αποδείξεις (ΑΠ 10-46/2011, ΕΠΙΔΙΚΙΑ 2013,50), και νόμιμη ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 330 εδάφιο β’, 481 επ, 914, 922, 932 ΑΚ, 2, 4, 9, 10, 12 ΕπΝ’/1911, 74 ΚΠολΔ, 6 του π.δ. 237/1986 και ως προς τα παρεπόμενα αιτήματα στα άρθρα 346 ΑΚ και 176 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής το οποίο δεν είναι νόμιμο και ως εκ τούτου απορριπτέο λόγω αφενός της παραδεκτής τροπής του αιτήματος σε αναγνωριστικό, καθότι προσωρινά εκτελεστές κηρύσσονται μόνο οι καταψηφιστικές αποφάσεις. Μετά την μετατροπή του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό η απόφαση που θα εκδοθεί δεν θα αποτελεί εκτελεστό τίτλο, επομένως δεν χωρεί κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής εν’ όψιν του ότι δεν είναι νοητή η εκτέλεση αναγνωριστικής αποφάσεως, η οποία δεν περιέχει καταδίκη, αλλά αναγνώριση εννόμου σχέσεως, της οποίας η ενέργεια εξαντλείται στο δεδικασμένο (ΟλΑΠ 59/1985 ΕλλΔνη 1986. 301, ΕφΠειρ 1014/1992 ΑρχΝ 44, 63, ΕφΑΘ 3702/1986 ΕλλΔνη 1986, 706, ΕφΑΘ 443/1981 ΕλλΔνη 24,117, ΕφΠειρ 1903/1979 ΠειρΝομ 1979, 625). Για το παραδεκτό δε της συζητήσεως αναφορικά με το αγωγικό κονδύλιο περί αποζημίωσης λόγω απώλειας εισοδημάτων, κοινοποιήθηκε αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής στην αρμόδια Δ.Ο.Υ .., που υπάγεται η ενάγουσα, κατ’ άρθρο 10 παρ. 5 του ΠΔ 237/1986 (κωδικοποίησε το ν. 489/1976), που προστέθηκε με την παρ. 5 εδαφ. η’ του άρθρου 10 του ν. 2741/1999, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. ...14-07-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Εφετείου Λαμίας με έδρα το Πρωτοδικείο Λαμίας ..., που προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα. Πρέπει επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Οι εναγόμενοι με προφορική δήλωση των πληρεξουσίων τους δικηγόρου, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, και εξειδικεύθηκε με τις προτάσεις τους, που κατατέθηκαν νόμιμα, αρνήθηκαν την αγωγή, καθώς και τα επιμέρους ειδικότερα κονδύλια, ως νόμω και ουσία αβάσιμη, ισχυριζόμενοι ότι αποκλειστικά υπαίτια για την πρόκληση του ατυχήματος είναι η ενάγουσα και προέβαλαν επικουρικά ισχυρισμό περί συνυπαιτιότητας αυτής στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος κατά ποσοστό 95% και 90% αντίστοιχα. Ο ισχυρισμός περί αποκλειστικού πταίσματος της ενάγουσας συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής αναφορικά με την βάση αυτής, η οποία στηρίζεται στις περί αδικοπραξίας διατάξεις του ΑΚ (ΑΠ 763/2000 ΕλΔ 42(2001).75) και ένσταση, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. ΓΠΝ/1911, αναφορικά με την βάση της, που βρίσκει έρεισμα στο τελευταίο αυτό νόμο (βλ. Αθ. Κρητικό, «Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα», εκδ. 2008, σελ. 248). Ακολούθως, ο ισχυρισμός περί συντρέχοντος πταίσματος αυτής στην πρόσκληση του ατυχήματος αποτελεί ένσταση κατ’ άρθρο 300 ΑΚ (βλ. ΑΠ 912/1996, ΕλλΔνη 1997.79, ειδικά δε για τη βάση της αγωγής από το ν. ΓπΝ/1911, βλ. Κρητικό, ό.π. και για τη βάση της αγωγής από τις περί αδικοπραξιών διατάξεις του ΑΚ, βλ. ΑΠ 763/2000, ΕλλΔνη 2001.75). Τέλος προέβαλλαν την ένσταση συνυπολογισμού ζημίας και οφέλους αναφορικά με τη μείωση της αποζημιώσεως κατά την αξία των διασωθέντων υπολειμμάτων του καταστραφέντος οχήματος, την οποία προσδιορίζουν στο ποσό των 800,00 ευρώ και στο ποσό των 4.000,00 ευρώ αντίστοιχα η οποία είναι νόμιμη στηριζόμενη στο άρθρο 300 σε συνδυασμό με το άρθρο 297 επ. ΑΚ (297 βλ. σχετικά Αθ. Κρητικού «Αποζημίωση από τροχαία αυτοκινητικά ατυχήματα», §§ 181 επ. και 782 επ., Β. Βαθρακοκοίλη ΑνΕρμΝομΑΚ. 1992, σελ. 457 υπό άρθρο 298). Οι παραπάνω νόμιμες ενστάσεις θα πρέπει να εξετασθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

 Με την υπό κρίση με αρ. εκθ. καταθ. ../17-05-2016 Β’ αγωγή, το ενάγον εκθέτει ότι κατά τον αναφερόμενο σ’ αυτή τόπο και χρόνο, ήτοι την 29η Ιουλίου 2015, στη Λαμία και επί του παραδρόμου .. στο ύψος της 218 χ/θ της ΠΑΘΕ, ο πρώτος εναγόμενος, οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας ... αυτοκίνητο, αποκλειστικής κυριότητας, νομής και κατοχής της δεύτερης εναγομένης η οποία τον είχε προστήσει στην οδήγηση, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την αστική κάλυψη των προς τρίτους ζημιών στην τρίτη εναγομένη ασφαλιστική εταιρία, από αποκλειστική υπαιτιότητά του, συγκρούστηκε με το με αριθμό κυκλοφορίας ... αυτοκίνητο που οδηγούσε η ασφαλισμένη του ενάγοντος .., με αποτέλεσμα να τραυματισθεί η ως άνω ασφαλισμένη και να υποστεί εκχύμωση (ΔΕ) ώμου, εκδορές (ΔΕ) γόνατος και θλάση (ΔΕ) ισχίου. Ότι η τελευταία κατά το χρόνο του ατυχήματος, εργαζόταν ως ιδιωτική υπάλληλος (γραμματέας διευθύνσεως), στην επιχείρηση με την επωνυμία «..», που εδρεύει στο .. χλμ ΝΕΟ Λαμίας - Θεσσαλονίκης, ήταν ασφαλισμένη στο ενάγον (αρ. μητρώου ...) και ότι εξαιτίας του τραυματισμού της ανωτέρω ασφαλισμένης και της εντεύθεν ανικανότητάς της για εργασία δαπάνησε (το ενάγων) για επιδότησή λόγω ασθενείας από 31-07-2015 μέχρι 14-08-2015 το ποσό των 197,25 ευρώ, όπως το κονδύλιο αυτό αναλύεται στην υπό κρίση αγωγή σύμφωνα με την υπ’ αριθ. πρωτ. .../29-02-2016 απόφαση της Διευθύντριας του Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ - ΕΤΑΜ Λαμίας. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητεί, με απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, οι εναγόμενοι να υποχρεωθούν να του καταβάλουν αλληλεγγύως, αδιαιρέτως και εις ολόκληρον έκαστος το συνολικό ποσό των 197,25 ευρώ. με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση, και τέλος να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται, για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 1, 7, 9, 14 παρ.1, 35 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία, που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων των άρθρων 591 και 614 παρ. 1 αρ. 6 ΚΠολΔ. Σύμφωνα, όμως, με όσα προεκτέθηκαν στη νομική σκέψη, κρίνεται αόριστη και εκ του λόγου αυτού απορριπτέα, διότι έτσι όπως είναι διατυπωμένη και μη περιέχουσα τα απαραίτητα για την θεμελίωσή της στοιχεία κρίνεται ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης. Ειδικότερα καίτοι το ενάγον περιέλαβε στην αγωγή του τις συνθήκες του τροχαίου ατυχήματος εξαιτίας του οποίου τραυματίσθηκε η ασφαλισμένη του από υπαιτιότητα του πρώτου εναγομένου, οδηγού, β) τη σχέση (κοινωνικής) ασφαλίσεως που τους συνέδεε, γ) το ποσό που κατέβαλε με απόφαση της αρμόδιας διευθύντριάς στην ασφαλισμένη του, ουδόλως αναφέρει, τις απολαβές της, παραλείποντας να αναφέρει τις προϋποθέσεις γεννήσεως των αξιώσεών του και ότι από την εργασία της θα αποκόμιζε ορισμένα εισοδήματα, των οποίων το ποσό αιτείται και αποτελεί τη ζημία του. Δεν προσδιορίζονται δηλαδή τα ποσά των αξιώσεων της ασφαλισμένης για αποζημίωση λόγω στερήσεως της εργασίας της, στις οποίες άλλωστε υποκαταστάθηκε το ενάγον και έτσι δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί αν οι αξιούμενες απ’ αυτό παροχές τελούν σε χρονική και ποσοτική αντιστοιχία με την αξίωση της ασφαλισμένης του κατά των εναγομένων για αποζημίωση. Τα ποσά που κατέβαλε το ενάγον εκτίθενται εκτενώς στην αγωγή ωστόσο, το επικαλούμενο γεγονός της καταβολής από μέρους του, των ασφαλιστικών παροχών δεν αρκεί δια την πληρότητα της αγωγής, προεχόντως διότι το ενάγον δεν έχει ευθεία αξίωση κατά του τρίτου, αλλά υποκαθίσταται στη θέση του ζημιωθέντος, η υποκατάσταση δε αυτή του ενάγοντος δεν γίνεται πάντοτε σε ποσό ίσο με εκείνο το οποίο κατέλαβε αυτό στο δικαιούχο (βλ. Εφ.Αθ 12692/1989 Δνη 32, σελ. 131). Είναι δε κρίσιμα τα στοιχεία αυτά, διότι αν η ασφαλισμένη του δεν είχε στην πραγματικότητα γεννημένη αξίωση αποζημίωσης, δεν συντρέχει νόμιμος λόγος υποκαταστάσεως του ενάγοντος, ενώ αν η αποζημίωσή της είναι ύψους μικρότερου από εκείνα που το ενάγον κατέβαλε ως επιδότηση σ’ αυτήν, η καθ’ υποκατάσταση αξίωση του ενάγοντος φθάνει μόνον μέχρι το ύψος της ζημίας που πράγματι υπέστη. Και τούτο διότι, όπως προαναφέρθηκε, για να υποκατασταθεί το ενάγον στα δικαιώματα του ασφαλισμένου του για αποζημίωση, δεν αρκεί ότι υποβλήθηκε γι’ αυτά σε παροχές, αλλά επιπλέον απαιτείται χρονική, ποιοτική και ποσοτική αντιστοιχία των παροχών του ενάγοντος προς τις αξιώσεις αποζημίωσης του ασφαλισμένου του κατά του υπόχρεου σε αποζημίωσή του. Η παράθεση των στοιχείων αυτών είναι απαραίτητη ενόψει του ότι, όπως προαναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, η αξίωση που απέκτησε το ενάγον από την ένδικη αδικοπραξία έχει αντικείμενο όχι την απόδοση των εξαιτίας της (αδικοπραξίας) δαπανών του για παροχές (επιδόματα, συντάξεις, νοσήλια κλπ) στην ζημιωθείσα ασφαλισμένη του, αλλά την αποζημίωση καθ’ εαυτή, που χωρίς τη νόμιμη εκχώρηση θα δικαιούνταν η ίδια η παθούσα να επιδιώξει για τη σωματική βλάβη, στην έκταση βέβαια της νόμιμης ως προς την αντίστοιχη απαίτηση διαδοχής, ώστε να διακριβωθεί με ασφάλεια αν το ενάγον αντιποιείται ή όχι επίδικες αξιώσεις και ποιες. Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να απορριφθεί ως αόριστη ενώ τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, κατόπιν σχετικού αιτήματος τους, θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ενάγοντος. Με την υπό κρίση με αρ. εκθ. καταθ. ../31-08-2016 Γ’ αγωγή, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης, ο ενάγων εκθέτει ότι κατά τον αναφερόμενο σ` αυτή τόπο και χρόνο, ήτοι την 29η Ιουλίου 2015, στη Λαμία και επί του παραδρόμου .. στο ύψος της 218 χ/θ της ΠΑΘΕ, η πρώτη εναγόμενη, οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας ...Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, αποκλειστικής κυριότητας, νομής και κατοχής της, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την αστική κάλυψη των προς τρίτους ζημιών στην δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία, από αποκλειστική υπαιτιότητα της, προκάλεσε το περιγραφόμενο υπό τις ειδικότερες συνθήκες στην υπό κρίση αγωγή ατύχημα, συνεπεία του οποίου υπέστη τις σωματικές βλάβες που επίσης περιγράφονται στην υπό κρίση αγωγή. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητά, μετά τη νόμιμη με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του πριν την έναρξη της συζήτησης της παρούσας, που καταγράφηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου και με τις νομίμως κατατεθειμένες προτάσεις τροπή εν συνόλω του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, που συνιστά μερική παραίτηση εκ του δικογράφου (άρθρα 223, 294 εδαφ α’, 295 παρ. 1 εδαφ β`, 297, 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ) με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να αναγνωριστούν οι εναγόμενοι υπόχρεοι, να καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας το ποσό των 3.120,00 ευρώ ως αποζημίωση για τη θετική ζημία του και το ποσό των 10.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη εκ της αδικοπραξίας, όπως τα κονδύλια αυτά αναλύονται στην υπό κρίση αγωγή, ήτοι το συνολικό ποσό των 13.120,00 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται, για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 1, 7, 9, 14 παρ. 1, 35 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία, που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 591 και 614 παρ. 1 αρ. 6 ΚΠολΔ, είναι ορισμένη και νόμιμη ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 330 εδάφιο β’, 481 επ, 914, 922, 932 ΑΚ, 2, 4, 9, 10 του ν. ΓπΝ/1911, 74 ΚΠολΔ, 6 του π.δ. 237/1986 και ως προς τα παρεπόμενα αιτήματα στα άρθρα 346 ΑΚ και 176 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής το οποίο δεν είναι νόμιμο και ως εκ τούτου απορριπτέο λόγω αφενός της παραδεκτής τροπής του αιτήματος σε αναγνωριστικό, καθότι προσωρινά εκτελεστές κηρύσσονται μόνο οι καταψηφιστικές αποφάσεις. Μετά την μετατροπή του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό η απόφαση που θα εκδοθεί δεν θα αποτελεί εκτελεστό τίτλο, επομένως δεν χωρεί κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής εν’ όψιν του ότι δεν είναι νοητή η εκτέλεση αναγνωριστικής αποφάσεως, η οποία δεν περιέχει καταδίκη, αλλά αναγνώριση εννόμου σχέσεως, της οποίας η ενέργεια εξαντλείται στο δεδικασμένο (ΟλΑΠ 59/1985 ΕλλΔνη 1986, 301, ΕφΠειρ 1014/1992 ΑρχΝ 44, 63. ΕφΑθ 3702/1986 ΕλλΔνη 1986,706, ΕφΑθ 443/1981 ΕλλΔνη 24,117, ΕφΠειρ 1903/1979 ΠειρΝομ 1979, 625). Πρέπει επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Οι εναγόμενες με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου τους, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, και εξειδικεύθηκε με τις προτάσεις της, που κατατέθηκαν νόμιμα, αρνήθηκαν την αγωγή, καθώς και τα επιμέρους ειδικότερα κονδύλια, ως νόμω και ουσία αβάσιμη, ισχυριζόμενες ότι αποκλειστικά υπαίτιος για την πρόκληση του ατυχήματος είναι ο ενάγων και προέβαλαν επικουρικά ισχυρισμό περί συνυπαιτιότητας αυτού στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος κατά ποσοστό 95%. Ο ισχυρισμός περί αποκλειστικού πταίσματος του ενάγοντος συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής αναφορικά με την βάση αυτής, η οποία στηρίζεται στις περί αδικοπραξίας διατάξεις του ΑΚ (ΑΠ 763/2000 ΕλΔ 42(2001).75) και ένσταση, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. ΓΠΝ/1911, αναφορικά με την βάση της, που βρίσκει έρεισμα στο τελευταίο αυτό νόμο (βλ. Αθ. Κρητικό, «Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα», εκδ. 2008, σελ. 248). Ακολούθως, ο ισχυρισμός περί συντρέχοντος πταίσματος αυτής στην πρόσκληση του ατυχήματος αποτελεί ένσταση κατ’ άρθρο 300 ΑΚ (βλ. ΑΠ 912/1996, ΕλλΔνη 1997.79, ειδικά δε για τη βάση της αγωγής από το ν. ΓπΝ/1911. βλ. Κρητικό, ό.π. και για τη βάση της αγωγής από τις περί αδικοπραξιών διατάξεις του ΑΚ, βλ. AΠ 763/2000. ΕλλΔνη 2001.75). Οι παραπάνω νόμιμες ενστάσεις θα πρέπει να εξετασθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Με την υπό κρίση με αρ. εκθ. καταθ.../06-09-2016, αγωγή, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης, το ενάγων εκθέτει ότι κατά τον αναφερόμενο σ’ αυτή τόπο και χρόνο, ήτοι την 29η Ιουλίου 2015, στη Λαμία και επί του παράδρομου .. στο ύψος της 218 χ/θ της ΠΑΘΕ, η πρώτη εναγόμενη, οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας ... .... αυτοκίνητο, αποκλειστικής κυριότητας, νομής και κατοχής της, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την αστική κάλυψη των προς τρίτους ζημιών στην δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία, από αποκλειστική υπαιτιότητά της, υπό τις ειδικότερες συνθήκες που περιγράφονται στην υπό κρίση αγωγή, συγκρούστηκε με το με αριθμό κυκλοφορίας ... αυτοκίνητο, το οποίο οδηγούσε ο ασφαλισμένος του ενάγοντος ...., με αποτέλεσμα να τραυματισθεί ο ως άνω ασφαλισμένος του και να υποστεί: α) κάταγμα σκαφοειδούς του δεξιού χεριού, β) κάταγμα 7, 8, 9 δεξιών πλευρών και στέρνου και γ) εκχυμώσεις στην αριστερή πλευρά του μετώπου του και εκδορές στο αριστερό γόνατο και δεξί έξω σφυρό. Ότι ο τελευταίος κατά το χρόνο του ατυχήματος, εργαζόταν ως ιδιωτικός υπάλληλος στην εδρεύουσα στη Λαμία επιχείρηση με την επωνυμία «...» με μηνιαίες απολαβές 2.500,00 ευρώ, ήταν ασφαλισμένος στο ενάγον (αρ. μητρώου ...) και ότι αυτός εξαιτίας του τραυματισμού του, κατέστη ανίκανος προς εργασία για τα χρονικά διαστήματα που αναφέρονται στην υπό κρίση αγωγή επιδοτηθείς από το ενάγον στο αντίστοιχο χρονικό διάστημα λόγω ασθενείας. Εξαιτίας λοιπόν του τραυματισμού του ανωτέρω ασφαλισμένου και της εντεύθεν ανικανότητάς του για εργασία δαπάνησε (το ενάγον): για επιδότηση ασθενείας του ασφαλισμένου του, λόγω ανικανότητας προς εργασία από 01-08-2015 μέχρι 27-09-2015 το ποσό των 1.503,62, όπως το ποσό αυτό αναλύεται στην υπό κρίση αγωγή κατά χρονικά διαστήματα και β) για δώρο Χριστουγέννων 2015 το ποσό των 167,07 ευρώ, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. πρωτ.../18-05-2016 απόφαση της Διευθύντριας του Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ - ΕΤΑΜ Λαμίας, ήτοι συνολικά το ποσό των 1.670,69 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητεί, με απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, οι εναγόμενοι να υποχρεωθούν να του καταβάλουν αλληλεγγύως, αδιαιρέτως και εις ολόκληρον έκαστος το συνολικό ποσό των 1.670,69 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της υπό κρίση αγωγής και μέχρι την εξόφληση και τέλος να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται, για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 1, 7, 9, 14 παρ.1, 35 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία, που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 591 και 614 παρ. 1 αρ. 6 ΚΠολΔ, είναι ορισμένη, απορριπτόμενου του αντίθετου ισχυρισμού των εναγομένων, και νόμιμη ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 346, 914, 929 ΑΚ, 74, 176, 907, 908 παρ.1 δ ΚΠολΔ 6, 10 παρ 1 ν. 489/1976, 10 παρ 5 ν.δ. 4104/1960 όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 18 παρ 1 ν. 4476/1965, 18 ν. 1654/1986, 2, 4, 9 και 10 του ν. ΓΠΝ/1911. Επομένως πρέπει να εξεταστεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα δεδομένου ότι το ενάγον απαλλάσσεται από την καταβολή δικαστικού ενσήμου, καθόσον απολαμβάνει όλων των δικαστικών προνομίων του Δημοσίου (άρθρο 19 παρ. 1 α.ν. 1846/1951 ως ισχύει). Οι εναγόμενες με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου τους, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, και εξειδικεύθηκε με τις προτάσεις της, που κατατέθηκαν νόμιμα, αρνήθηκαν την αγωγή, καθώς και τα επιμέρους ειδικότερα κονδύλια, ως νόμω και ουσία αβάσιμη, ισχυριζόμενοι ότι αποκλειστικά υπαίτιος για την πρόκληση του ατυχήματος είναι ο ασφαλισμένος του ενάγοντος και προέβαλαν επικουρικά ισχυρισμό περί συνυπαιτιότητας αυτού στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος κατά ποσοστό 95%. Ο ισχυρισμός περί αποκλειστικού πταίσματος του ασφαλισμένου του ενάγοντος συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής αναφορικά με την βάση αυτής, η οποία στηρίζεται στις περί αδικοπραξίας διατάξεις του ΑΚ (ΑΠ 763/2000 ΕλΔ 42(2001).75) και ένσταση, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. ΓΠΝ/1911, αναφορικά με την βάση της, που βρίσκει έρεισμα στο τελευταίο αυτό νόμο (βλ. Αθ. Κρητικό, «Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα», εκδ. 2008, σελ. 248). Ακολούθως, ο ισχυρισμός περί συντρέχοντος πταίσματος αυτού στην πρόσκληση του ατυχήματος αποτελεί ένσταση κατ’ άρθρο 300 ΑΚ (βλ. ΑΠ 912/1996, ΕλλΔνη 1997.79, ειδικά δε για τη βάση της αγωγής από το ν. ΓπΝ/1911, βλ. Κρητικό, ό.π. και για τη βάση της αγωγής από τις περί αδικοπραξιών διατάξεις του ΑΚ, βλ. ΑΠ 763/2000, ΕλλΔνη 2001.75). Οι παραπάνω νόμιμες ενστάσεις θα πρέπει να εξετασθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

 Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης της υπό κρίση Α’ αγωγής, .. και την χωρίς όρκο κατάθεση του εναγόμενου της υπό κρίση Α’ αγωγής - ενάγοντος της υπό κρίση Γ’ αγωγής .., οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από όλα τα έγγραφα δημόσια και ιδιωτικά, τις φωτογραφίες, που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια, για κάποια από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη σημείωση κατωτέρω, χωρίς πάντως να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται τα έγγραφα της ποινικής δικογραφίας που σχηματίσθηκε για το ένδικο ατύχημα (έκθεση αυτοψίας, πρόχειρο σχεδιάγραμμα, προανακριτική κατάθεση μάρτυρα), από τις ομολογίες των διαδίκων (άρθρα 261 εδ. β` και 352 του ΚΠολΔ), από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως και χωρίς απόδειξη (άρθρα 336 παρ. 4 σε συνδυασμό με τα άρθρα 614 παρ. 6 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ) και από όλη τη συζήτηση της υπόθεσης αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 29η Ιουλίου 2015, ημέρα Τετάρτη και περί ώρα 14:20, ήτοι υπό συνθήκες φυσικού φωτισμού, η ..., ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής, οδηγούσε το με αριθμό κυκλοφορίας .... αυτοκίνητο εργοστασίου κατασκευής ..., τύπου .., κυβισμού .. κ. εκ., χρώματος γκρι, με ημερομηνία πρώτης άδειας κυκλοφορίας 16-12-2011, ιδιοκτησίας της το οποίο κατά το χρόνο της οδήγησης ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «....». Εκινείτο δε με αυτό επί του παράδρομου ... ........ στο ύψος της 218 χ/θ της ΠΑΘΕ, με κατεύθυνση από .. προς .. . αντίρροπα, ήτοι στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας με κατεύθυνση από .. προς .., κινούταν ο .., πρώτος εναγόμενος της υπό κρίση Α’ αγωγής - ενάγων της υπό κρίση Γ’ αγωγής, οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας ... αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής .., χρώματος ασημί, ιδιοκτησίας της .. του .., δεύτερης εναγόμενης της υπό κρίση Α’ αγωγής, η οποία τον είχε προστήσει στην οδήγηση τούτου, το οποίο κατά το χρόνο του ατυχήματος ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «...», τρίτη εναγόμενη της υπό κρίση Α’ αγωγής. Η ανωτέρω οδός, στο σημείο που έλαβε χώρα το ένδικο ατύχημα, είναι διπλής κυκλοφορίας, με μια λωρίδα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση, με κατά μήκος μονή διαγράμμιση, έχει δε συνολικό εύρος 6,50 μέτρα. Το ρεύμα κυκλοφορίας προς Λαμία έχει πλάτος 3,50 μέτρα και το ρεύμα κυκλοφορίας προς Στυλίδα έχει πλάτος 3,00 μέτρα, ήτοι η οδός που κινούταν αμφότεροι οι οδηγοί είναι αρκετά στενή. Κατά τον ανωτέρω χρόνο το οδόστρωμα ήταν στεγνό (ξηρό), επικρατούσε καλοκαιρία, η κυκλοφορία των οχημάτων ήταν αραιή, η ορατότητα δεν περιοριζόταν από φυσικά ή τεχνικά εμπόδια, ενώ το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας όπως ορίζεται στο λοιπό οδικό δίκτυο, ήτοι 50 ΧΜΩ (κατοικημένη περιοχή, άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 2696/1999 - K.O.K., βλ. σχετικά την έκθεση αυτοψίας του Τμήματος Τροχαίας Λαμίας). Στο σημείο που έλαβε χώρα το ένδικο ατύχημα ο δρόμος παρουσιάζει ομαλή στροφή δεξιά κατά το ρεύμα κυκλοφορίας προς Λαμία και αντίστοιχα αριστερή κατά το ρεύμα κυκλοφορίας προς .. . Όταν η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ οδηγός έφθασε στην ως άνω στροφή δεξιάς κλίσης σε σχέση προς την πορεία της, βαίνοντας με νόμιμη ταχύτητα, ο πρώτος εναγόμενος της υπό κρίση Α’ αγωγής, ο οποίος κινούνταν αντίρροπα επίσης με νόμιμη ταχύτητα, ακριβώς στην καμπή της στροφής (έφερε αριστερή κλίση σε σχέση με την πορεία του), απώλεσε τον έλεγχο του οχήματος του και προσέκρουσε μετωπικά στο εμπρόσθιο μέρος του οχήματος της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής. Μετά τη σύγκρουση αμφότερα τα οχήματα εκτινάχθηκαν προς τα πίσω και ακινητοποιήθηκαν λαμβάνοντας τελική θέση το μεν αυτοκίνητο της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής παράλληλα σχεδόν επί του οδοστρώματος με ελαφριά κλίση των τροχών αριστερά προς το αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας επί του οποίου εισήλθε το αριστερό εμπρόσθιο αριστερό μέρος αυτού κατά 40 εκατοστά το δε αυτοκίνητο που οδηγούσε ο πρώτος εναγόμενος της υπό κρίση Α’ αγωγής εξ’ ολοκλήρου εντός του ρεύματος κυκλοφορίας προς Λαμία, όπου κινούνταν η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής, διαγώνια σε σχέση με αυτό με το πίσω μέρος του στο πρανές εκτός των ορίων της οδού, ως οι θέσεις των δύο αυτοκινήτων αποτυπώνονται στο από 29-07-2015 πρόχειρο σχεδιάγραμμα του Τμήματος Τροχαίας Λαμίας και στις φωτογραφίες που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι. Επί της οδού δεν ανευρέθηκαν ίχνη τροχοπεδήσεως και πλάγιας ολίσθησης. Ο πρώτος εναγόμενος της υπό κρίση Α’ αγωγής όταν έφθασε στην προαναφερόμενη χιλιομετρική θέση, επειδή δεν οδηγούσε με διαρκώς τεταμένη την προσοχή του έχοντας τον πλήρη έλεγχο του αυτοκινήτου του, παρά το ότι κινούνταν με νόμιμη ταχύτητα, όπως καταθέτουν τόσο ο μάρτυρας απόδειξης όσο και ο ανωμοτί εξετασθείς οδηγός (βλ. ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης), έχασε προσωρινά τον έλεγχο του αυτοκινήτου του επί της ως άνω στροφής και εισήλθε αιφνίδια στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας προς Λαμία. Ειδικότερα το όχημα της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής κατά την κρίση του Δικαστηρίου κινούταν σύννομα εντός του ρεύματος κυκλοφορίας του πλησίον της μονής διαχωριστικής γραμμής, χωρίς εν τούτοις να την υπερβεί και να κινηθεί ιππαστί, ως αβασίμως διατείνονται οι εναγόμενοι. Τούτο συνεπάγεται ότι ο πρώτος εναγόμενος της υπό κρίση Α’ αγωγής είχε ελεύθερο όλο το πλάτος του ρεύματος κυκλοφορίας του προκειμένου να διέλθει με ασφάλεια χωρίς να προκαλέσει ατύχημα, το οποίο θα είχε πράξει εάν συνέχιζε την πορεία του κατά την κλίση του οδοστρώματος. Το σημείο δε σύγκρουσης των οχημάτων εντοπίζεται στο ρεύμα κυκλοφορίας, όπου κινούταν η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής και δη πλησίον της μονής διαχωριστικής γραμμής της οδού, γεγονός το οποίο επιρρωνύεται αφενός από τα θραύσματα λόγω της σύγκρουσης, τα οποία εντοπίσθηκαν και καταγράφηκαν από τα αστυνομικά όργανα (βλ. το ως άνω πρόχειρο σχεδιάγραμμα του Τμήματος Τροχαίας Λαμίας) και τη θέση των εμπλεκομένων οχημάτων μετά τη σύγκρουση. Ο ισχυρισμός των εναγομένων της υπό κρίση Α’ αγωγής ότι το όχημα της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής έβαινε ιππαστί με ταχύτητα, όπως ειδικότερα ισχυρίζονται ο πρώτος και η δεύτερη των εναγομένων της υπό κρίση Α’ αγωγής, που ξεπερνούσε τα 90 ΧΑΩ επί της διαχωριστικής γραμμής της οδού εισερχόμενο εν μέρει εντός του αντίθετου ρεύματος κυκλοφορίας καταλαμβάνοντας το μισό πλάτος αυτού, ήτοι κατά 1,50, μετρό, δεν αποδείχθηκε ως κατ’ ουσία βάσιμος, καθώς εάν ίσχυε κάτι τέτοιο τότε τα θραύσματα εκ της συγκρούσεως θα εντοπίζονταν σε αμφότερα τα ρεύματα κυκλοφορίας και ως επί το πλείστον στο ρεύμα κυκλοφορίας προς .. όπου κινούνταν ο πρώτος εναγόμενος της υπό κρίση Α’ αγωγής και όχι πλησίον της μονής διαχωριστικής γραμμής και ως επί των πλείστων εντός του ρεύματος κυκλοφορίας προς Λαμία, όπου κινούνταν η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής. Το γεγονός ότι το αριστερό μέρος του αυτοκινήτου της ενάγουσας της υπό κρίση Α` αγωγής κατόπιν της σύγκρουσης εντοπίζεται εντός του ρεύματος κυκλοφορίας προς .. οφείλεται στην ώθηση εξαιτίας της σύγκρουσης και όχι στο γεγονός ότι έβαινε ιππαστί της διαχωριστικής γραμμής καθώς τότε το μεγαλύτερο μέρος του αυτοκινήτου της και καθ’ όλο το μήκος του θα ευρίσκοντο εντός του ρεύματος κυκλοφορίας προς Λαμία και όχι μόνο το αριστερό εμπρόσθιο μέρος του και κατά 40 μόλις εκατοστά. Περαιτέρω η σύγκρουση, ένεκα της υψηλής ταχύτητας που θα είχε αναπτύξει το όχημα της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής, θα ήταν σφοδρότερη και όπως άλλωστε καταθέτει και ο εξετασθείς επ’ ακροατηρίω πρώτος εναγόμενος της υπό κρίση Α’ αγωγής, ο οποίος επιβεβαιώνει, όπως άλλωστε και ο μάρτυρας απόδειξης, με την κατάθεσή του την μικρή ταχύτητα αμφοτέρων των εμπλεκόμενων οχημάτων, θα είχε ενδεχομένως αποβεί θανατηφόρα. Αντιθέτως το Δικαστήριο κρίνει ότι το ατύχημα έλαβε χώρα ακριβώς στο μέσον της οδού προς το ρεύμα κυκλοφορίας και εντός αυτού, όπου κινούταν το όχημα της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής. Η μικρή μεσολαβούσα απόσταση μεταξύ των οχημάτων δεν κατέστησε εφικτό οποιοδήποτε αποφευκτικό του ατυχήματος ελιγμό από μέρους της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής. Η κρίση του Δικαστηρίου για τις συνθήκες του ατυχήματος στηρίζεται ιδίως στις συγκρουσθείσες επιφάνειες των εμπλεκομένων αυτοκινήτων, στην θέση των οχημάτων και των θραυσμάτων μετά τη σύγκρουση, στα πορίσματα της έκθεσης αυτοψίας και στο πρόχειρο σχεδιάγραμμα του Τμήματος Τροχαίας Λαμίας, στις προσκομιθείσες από τους διαδίκους φωτογραφίες και στην ένορκη κατάθεση του μάρτυρα ... που δόθηκε κατά την προανακριτική διαδικασία, ο οποίος είχε προσωπική αντίληψη επί του ατυχήματος αυτού καθόσον κινούνταν με το όχημά του επί της ως άνω οδού ομόρροπα και όπισθεν του αυτοκινήτου που οδηγούσε ο πρώτος των εναγομένων της υπό κρίση Α’ αγωγής, σε συνδυασμό με την εν γένει αποδεικτική διαδικασία. Τα όσα ισχυρίζονται οι εναγόμενοι, οι οποίοι εισφέρουν μια εντελώς αντίθετη εκδοχή του επιδίκου ατυχήματος, ήτοι ότι η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής από αμέλειά της, εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας όπου κινούταν ο πρώτος εναγόμενος της υπό κρίση Α’ αγωγής, με αποτέλεσμα ν’ αποκόψει την πορεία του και να συγκρουσθούν, δεν επιρρωνύονται και από τα λοιπά αποδεικτικά μέσα αλλά ούτε και από τα όσα κατέθεσε ανωμοτί ο πρώτος εναγόμενος της υπό κρίση Α’ αγωγής. Εξαιτίας της παραπάνω σύγκρουσης η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής τραυματίστηκε και το όχημά της υπέστη εκτεταμένες υλικές ζημίες ως ειδικότερα αναφέρεται κατωτέρω. Υπό τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά αποκλειστικά υπαίτιος για το εν λόγω ατύχημα κρίνεται ο πρώτος εναγόμενος της υπό κρίση Α’ αγωγής - ενάγων της υπό κρίση Γ’ αγωγής, προστηθείς στην οδήγηση του οχήματος από την δεύτερη εναγόμενη της υπό κρίση Α’ αγωγής, ο οποίος δεν κατέβαλε την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή, την οποία μπορούσε, αναλόγως των αντικειμενικών περιστάσεων και όφειλε κατά τους νομικούς κανόνες, τις επικρατούσες οδικές και κυκλοφοριακές συνθήκες και την κοινή πείρα και λογική να καταβάλει, ως συνετός και ευσυνείδητος οδηγός και η οποία θα οδηγούσε σε πρόβλεψη του ζημιογόνου αποτελέσματος. Ειδικότερα, ο πρώτος εναγόμενος της υπό κρίση Α’ αγωγής δεν οδηγούσε με σύνεση και διαρκώς τεταμένη την προσοχή ασκώντας συνεχώς τον έλεγχο του οχήματος του εν’ όψιν των επικρατουσών συνθηκών κυκλοφορίας (ομαλή αριστερή στροφή) έτσι ώστε να είναι σε θέση να πραγματοποιεί τους απαιτούμενους κάθε φορά ελιγμούς, διότι κινούμενος σε δρόμο "στενό", αριστερής κλίσεως σε σχέση προς την πορεία του στροφή, έχασε τον έλεγχο του οχήματος και δεν μπόρεσε να συγκρατήσει αυτό εντός του ρεύματος πορείας του και στην καμπή της στροφής παραβίασε τη μονή διαγράμμιση της οδού, εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, όπου κινούταν το όχημα της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής και με το εμπρόσθιο μέρος του οχήματος τους συγκρούσθηκε με το εμπρόσθιο μέρος του αντιθέτως κινούμενου οχήματος, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 5 παρ. 8α’, 12 παρ. 1 Ν. 2696/1999 (Κ.Ο.Κ.). Αντιθέτως στην επέλευση του ατυχήματος δεν συνετέλεσε πταίσμα της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής οδηγού, δεδομένου ότι αυτή εκινείτο με νόμιμη ταχύτητα, στο ρεύμα κυκλοφορίας που προορίζονταν για την κίνησή της. Γο γεγονός ότι κινούταν πλησίον της μονής διαχωριστικής γραμμής ουδόλως συνδέεται αιτιωδώς με το ένδικο ατύχημα, ώστε να καταλογισθεί συνυπαιτιότητα στην ως άνω οδηγό για το αποτέλεσμα που επήλθε. Τούτο διότι η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής κινούνταν εντός του ρεύματος κυκλοφορίας και των ορίων της λωρίδας που προοριζόταν για την κίνησή της. Ο οδηγός ο οποίος κινείται στο προορισμένο γι’ αυτόν ρεύμα κυκλοφορίας δεν είναι υποχρεωμένος να θεωρήσει, έστω και ως πιθανή, την τόσο αντικανονική κίνηση εκείνου που φέρνει το όχημα που οδηγεί στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας (ΑΠ 787/1975 Επ.Συγκ.Δικ. Γ 390, ΕφΑΘ 4494/1992 Επ.Συγκ.Δικ. 1993.173). Είναι δε προφανές ότι ως μέσος συνετός οδηγός δεν μπορούσε να προβλέψει την παράνομη και υπαίτια οδική συμπεριφορά του άλλου οδηγού (πρώτου εναγομένου της υπό κρίση Α’ αγωγής), ο οποίος παρέβη σειρά απαγορευτικών διατάξεων του ΚΟΚ και προκάλεσε το ατύχημα. Εξάλλου η μικρή μεσολαβούσα απόσταση, ως προελέχθη, δεν κατέστησε εφικτό οποιοδήποτε αποφευκτικό του ατυχήματος ελιγμό παρόλο που η τελική θέση των τροχών του οχήματος της μετά τη σύγκρουση (ελαφρώς αριστερά), καταδεικνύουν την ύστατη, πλην όμως αντικειμενικά αδύνατη, προσπάθειά της να αποφύγει την σύγκρουση. Επομένως εφόσον δεν αποδείχτηκαν στοιχεία που να θεμελιώνουν οποιαδήποτε συνυπαιτιότητα της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής στην επέλευση του ενδίκου ατυχήματος, πρέπει ν’ απορριφθεί κατ’ ουσίαν η ένσταση που προέβαλαν οι εναγόμενοι, περί της αποκλειστικής, άλλως περί της συντρέχουσας υπαιτιότητας αυτής στην πρόκληση του ατυχήματος, όπως επίσης και η υπό κρίση Γ’ αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη λόγω της αποδειχθείσας αποκλειστικής υπαιτιότητας του ενάγοντος της υπό κρίση Γ’ αγωγής - πρώτου εναγομένου της υπό κρίση Α’ αγωγής. Επίσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη η υπό στοιχεία Δ’ αγωγή του ενάγοντος Ν.Π.Δ.Δ. διότι στην περίπτωση που υπαίτιος του ατυχήματος και της βλάβης του σώματος είναι όχι ο τρίτος, αλλά ο ασφαλισμένος του φορέα κοινωνικής ασφάλισης, εν προκειμένω του «ΕΦΚΑ» ως οιονεί καθολικός διάδοχος του πρώην «Ι.Κ.Α - Ε.Τ.Α.Μ.», το τελευταίο δεν υποκαθίσταται στις αξιώσεις του ασφαλισμένου του παθόντος, διότι τέτοιες αξιώσεις του τελευταίου από τον τρίτο δεν υφίστανται, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ουδόλως στάδιο υποκαταστάσεώς τους από τον ασφαλιστικό φορέα για κανένα ποσό (ΕφΑθ 10139/1990 ΑρχΝ 1992.472 και ΕφΑθ 8005/87 ΕπΣυγΔ 1987.491). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι από την ένδικη σύγκρουση η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής τραυματίστηκε. Μετά την ως άνω σύγκρουση μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο Γενικό Νοσοκομείο Λαμίας όπου διαγνώσθηκε «εκχύμωση (ΔΕ) ώμου, εκδορές (ΔΕ) γόνατος και θλάση (ΔΕ) ισχίου», από όπου και εξήλθε την ίδια ημέρα χωρίς να παραμείνει για νοσηλεία (όπως προκύπτει από το υπ’ αριθμ. πρωτ. .../10-08-2015 πιστοποιητικό του Γενικού Νοσοκομείου Λαμίας και τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από την ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής φωτογραφίες). Την 31-07-2015 κατόπιν σύστασης του θεράποντος ιατρού τοποθετήθηκε επί πενθήμερο μαλακός αυχενικός κηδεμόνας (κολάρο) λόγω θλάσης ΑΜΣΣ - ευθιασμός (βλ. την από ... ιατρική γνωμάτευση του χειρουργού - ορθοπεδικού ... ). Λόγω δε του ως άνω τραυματισμού της χορηγήθηκε αναρρωτική άδεια 10 ημερών, ήτοι από 05-08-2015 έως 14-08-2015, ενώ συνολικά απείχε από την εργασία της για συνολικό χρονικό διάστημα 15 ημερών ήτοι από 31-07-2015 έως 14-08-2015 (βλ. την από 07-08-2015 βεβαίωση του ΠΕΔΥ Μονάδα Υγείας Λαμίας και την με αριθμ. πρωτ. .../14-06-2017 βεβαίωση του ΕΦΚΑ Περιφερειακό Υποκατάστημα Μισθωτών Φθιώτιδας). Αντιθέτως δεν αποδείχθηκε από κανένα αποδεικτικό μέσο η απώλεια εισοδήματος της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής για το χρονικό διάστημα 30-07-2015 έως 14-08-2015, η οποία ανέρχεται, κατά τους ισχυρισμούς της, στο ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών της αφαιρουμένου του επιδόματος που καταβλήθηκε από τον ασφαλιστικό της φορέα, καθόσον δεν προσκομίστηκαν σχετικές βεβαιώσεις αποδοχών της εργοδότριας εταιρείας και η φορολογική δήλωση του αντίστοιχου φορολογικού έτους, ώστε το Δικαστήριο να οδηγηθεί σε ασφαλή κρίση περί του ότι πράγματι υπήρξε μείωση των εισοδημάτων της κατά το επίδικο χρονικό διάστημα. Επομένως το αντίστοιχο κονδύλιο, ποσού 263.24 ευρώ, κρίνεται απορριπτέο ως ουσιαστικά αβάσιμο. Επίσης δεν αποδείχθηκε από κάποιο αποδεικτικό στοιχείο, καθόσον δεν προσκομίζεται σχετική ιατρική γνωμάτευση ούτε υπάρχει οποιαδήποτε σχετική μνεία στις προσκομισθείσες ιατρικές γνωματεύσεις, ότι η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής εξαιτίας της σωματικής της βλάβης απαιτήθηκε να λαμβάνει και ελάμβανε βελτιωμένη διατροφή, διαφορετική και δαπανηρότερη από τη συνήθη προς αποθεραπεία της μετά από σύσταση των θεραπόντων ιατρών της, η λήψη της οποίας άλλωστε δεν δικαιολογείται εκ της φύσεως των σωματικών της βλαβών, με αποτέλεσμα να κρίνεται απορριπτέο ως κατ’ ουσίαν αβάσιμο το σχετικό αίτημά της για καταβολή του σχετικού κονδυλίου ποσού 900,00 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, λόγω του ατυχήματος το με αριθμό κυκλοφορίας .... . όχημα κυριότητας της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής λόγω της σύγκρουσης υπέστη εκτεταμένες ζημιές στο εμπρόσθιο μέρος του δια την αποκατάστασή των οποίων σύμφωνα με την από 05-08- 2015 έκθεση πραγματογνωμοσύνης - υπολογισμού κόστους επισκευής του ..., πραγματογνώμονα της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «...», απαιτούνταν να δαπανηθεί για αγορά ανταλλακτικών το ποσό των 10.000,82 ευρώ, για εργασίες επισκευής το ποσό των 1.250,60 ευρώ και για εργασίες βαφής το ποσό των 720,41 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 11.971,83 ευρώ πλέον του αναλογούντος επ’ αυτών ΦΠΑ 23% ποσού 2.753,52 ευρώ ήτοι το συνολικό ποσό των 14.725,35 ευρώ. Συνεπώς για την αποκατάσταση των φθορών και βλαβών του ζημιωθέντος αυτοκινήτου απαιτούνταν το συνολικό ποσό των 14.725,35 ευρώ, η δε δαπάνη συνδέεται αιτιωδώς με το ένδικο ατύχημα. Η θετική ζημία του ιδιοκτήτη στην περίπτωση αυτή συνίσταται στο ποσό της δαπάνης που απαιτείται για την αποκατάσταση των ζημιών του οχήματος του και την επαναφορά αυτού στην πριν από το ατύχημα κατάσταση, γεννάται δε η ζημία αυτή αμέσως μετά την προσβολή του οχήματος, το εάν όμως αυτή θα αποκατασταθεί αποτελεί δικαίωμα του ιδιοκτήτη. Το με αριθμό κυκλοφορίας ... αυτοκίνητο της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής είναι εργοστασίου κατασκευής ..., τύπου .., κυβισμού 1329 κ. εκ. χρώματος γκρι με ημερομηνία πρώτης άδειας κυκλοφορίας 16-11-2011, ήτοι κατά το χρόνο του ατυχήματος είχε οδική κυκλοφορία περί τα 3,5 έτη, είχε διανύσει περί τα 40.000 χιλιόμετρα και διατηρούνταν σε καλή κατάσταση (βλ. την άδεια κυκλοφορίας που προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα και την  κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης). Λαμβανομένων υπ` όψιν των ανωτέρω η εμπορική αξία του ως άνω οχήματος κατά τον κρίσιμο χρόνο αμέσως πριν το ένδικο ατύχημα, ο οποίος αποτελεί τον χρόνο υπολογισμού της ζημίας, ανερχόταν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, στο ποσό των 8.000,00 ευρώ λαμβανομένου υπόψη και της προρρηθείσας πραγματογνωμοσύνης ... . Συνεπώς επειδή εν προκειμένω συντρέχει περίπτωση ολοκληρωτικής «οικονομικής» καταστροφής του ως άνω ζημιωθέντος αυτοκινήτου της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής κατά τα εκτεθέντα στη μείζονα πρόταση, καθόσον ήταν μεν τεχνικά δυνατή η αποκατάσταση των βλαβών, αλλά η αποκατάσταση αυτή απαιτεί δαπάνες των οποίων το ύψος υπερβαίνει το κόστος για την απόκτηση άλλου, ισάξιου με το ζημιωθέν, οχήματος, χωρίς να συνυπολογιστεί και η εμπορική υπαξία αυτού, το Δικαστήριο κρίνει ότι η αποκατάσταση αυτή είναι ασύμφορη οικονομικά, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητήθηκε ειδικά από τους εναγόμενους. Επομένως, επειδή το ποσό της δαπάνης επισκευής του αυτοκινήτου της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής υπερβαίνει την αγοραία αξία αυτού κατά τον κρίσιμο χρόνο πριν το επίδικο ατύχημα πρέπει, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στην νομική σκέψη της παρούσας, να θεωρηθεί ως ολοκληρωτικά κατεστραμμένο υπό την ανωτέρω έννοια της ολοσχερούς οικονομικής κατασκευής, αφού η αποκατάστασή του είναι ασύμφορη οικονομικά. Δέον να σημειωθεί ότι η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής λόγω της ολικής καταστροφής του προέβη στην οριστική διαγραφή αυτού όπως προκύπτει από το με αριθμό .../30-09-2015 πιστοποιητικό καταστροφής ΕΔΟΕ, το οποίο προσκομίζει και επικαλείται η ίδια. Εξάλλου η αξία των διασωθέντων υπολειμμάτων του αυτοκινήτου ανέρχονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, στο συνολικό ποσό των 300,00 ευρώ, το οποίο πρέπει, γενομένης εν μέρει δεκτού της ενστάσεως των εναγομένων της υπό κρίσή αγωγής περί συνυπολογισμού οφέλους και ζημίας, να αφαιρεθεί από το ποσό των 8.000,00 ευρώ, στο οποίο ήδη κρίθηκε, ότι ανέρχονταν η εμπορική αξία του. Σημειώνεται ότι δεν αποδείχτηκε ο ισχυρισμός των εναγομένων της υπό κρίση Α’ αγωγής ότι η αξία των υπολειμμάτων του αυτοκινήτου υπερβαίνει το ως άνω κριθέν ποσό ανερχόμενο έως στο ποσό των 4.000,00 ευρώ καθώς ουδέν σχετικό αποδεικτικό μέσο προσκομίσθηκε. Εν προκειμένω λοιπόν κρίνεται ότι το ποσό της αποζημίωσης που δικαιούται η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής για την ολική καταστροφή του με αριθμό κυκλοφορίας .., αυτοκινήτου κυριότητάς της, ανέρχεται κατά τα προεκτεθέντα, στο ποσό των 7.700,00 ευρώ, το οποίο συνιστά το σύνολο της περιουσιακής της ζημίας που τελεί σε άμεση αιτιώδη συνάφεια προς το επίδικο ατύχημα. Τέλος αποδείχθηκε ενόψει των συνθηκών του ατυχήματος, του είδους και του βαθμού του τραυματισμού της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής, της ταλαιπωρίας που υπέστη και της μετέπειτα κατάστασής της εξαιτίας αυτού, της καταστροφής του αυτοκινήτου της, της απουσίας πταίσματός της, του βαθμού του πταίσματος του οδηγού που την ζημίωσε, ότι η ενάγουσα της υπό κρίση Α’ αγωγής υπέστη ηθική βλάβη καθώς αφενός ένεκα του τραυματισμού της δοκίμασε έντονο σωματικό και ψυχικό πόνο και υποβλήθηκε σε ταλαιπωρία για την αποκατάσταση της υγείας της αφετέρου ένεκα της ολοσχερούς καταστροφής του αυτοκινήτου της δοκίμασε στεναχώρια και υπέστη ταλαιπωρία, στην οποία υποβλήθηκε λόγω της στέρησης χρήσης αυτού. Εκτιμώντας δε όλα τα ανωτέρω, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των μερών πλην της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας που ενέχεται εγγυητικά (ΑΠ 1114/2000, ΕλλΔνη 41.1591) καθώς και όλες τις εν γένει συνθήκες του ένδικου ατυχήματος η χρηματική ικανοποίηση της ενάγουσας της υπό κρίση Α’ αγωγής για ηθική βλάβη αποτιμάται από το Δικαστήριο στο εύλογο και δίκαιο κατά την κρίση του ποσό των 800,00 ευρώ. Συνεπεία πάντων των ανωτέρω, η υπό κρίση Α’ αγωγή πρέπει να γίνει κατά ένα μέρος δεκτή και ως βάσιμη από ουσιαστική άποψη και να αναγνωριστούν οι εναγόμενοι υπόχρεοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, να καταβάλουν στην ενάγουσα για τις ανωτέρω αιτίες, το συνολικό χρηματικό ποσό των 8.500,00 ευρώ (7.700,00€ + 800,00€ = 8.500,006) με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει: Α) Η με αριθ. εκθ. κατάθ. ../27-11-2015 υπό κρίση Α’ αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη και να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι είναι υπόχρεοι, εις ολόκληρον ο καθένας, να καταβάλουν στην ενάγουσα το ποσό των 8.500,00 ευρώ (7.700,006 + 800,006 = 8.500,006), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως. Τέλος, οι εναγόμενοι πρέπει να καταδικαστούν στην, εν μέρει, δικαστική δαπάνη της ενάγουσας, που αντιστοιχεί στο ποσοστό της ήττας τους (άρθρα 178 παρ. 1, 191 παρ. 2 σε συνδ. προς 74 και 180 παρ. 3 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Β) Η με αρ. εκθ. καταθ. ../17-05-2016 υπό κρίση Β’ αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως αόριστη, ενώ τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, κατόπιν σχετικού αιτήματος τους, θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ενάγοντος, το οποίο δυνάμει του άρθρου 5 ν. 3210/1955 ως οιονεί καθολικός διάδοχος του πρώην Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ.» και μοναδικός πλέον φορέας κύριας κοινωνικής ασφάλισης απολαμβάνει όλων των διαδικαστικών προνομίων του Δημοσίου, μεταξύ των οποίων και η μέχρι του ημίσεως μείωση της αμοιβής του πληρεξουσίου δικηγόρου του νικώντος αντιδίκου (άρθρο 22 ν. 3693/1957, που διατηρήθηκε σε ισχύ με την παρ. 18 του άρθρου 52 ΕισΝΚΠολΔ πρβλ. ΟλΣτΕ 1161/1989, ΟλΑΠ 63/1981), λόγω της ήττας του, λαμβανομένου υπ’ όψιν του παραπάνω διαδικαστικού προνομίου, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ). Γ) Η με αρ. εκθ. καταθ. ../31-08-2016 υπό κρίση Γ’ αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και ο ενάγων της εν λόγω αγωγής, λόγω της ήττας του, να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα των εναγομένων (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Δ) Τέλος η με αρ. εκθ. καταθ. ../06-09-2016 υπό κρίση Δ’ αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη ενώ τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, κατόπιν σχετικού αιτήματος τους, θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ενάγοντος, το οποίο δυνάμει του άρθρου 5 ν. 3210/1955 ως οιονεί καθολικός διάδοχος του πρώην Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ.» και μοναδικός πλέον φορέας κύριας κοινωνικής ασφάλισης απολαμβάνει όλων των διαδικαστικών προνομίων του Δημοσίου, μεταξύ των οποίων και η μέχρι του ημίσεως μείωση της αμοιβής του πληρεξουσίου δικηγόρου του νικώντος αντιδίκου (άρθρο 22 ν. 3693/1957, που διατηρήθηκε σε ισχύ με την παρ. 18 του άρθρου 52 ΕισΝΚΠολΔ πρβλ. ΟλΣτΕ 1161/1989, ΟλΑΠ 63/1981), λόγω της ήττας του, λαμβανομένου υπ’ όψιν του παραπάνω διαδικαστικού προνομίου, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις με αρ. εκθ. καταθ. ../27-11-2015, ../17­05-2016, ../31-08-2016 και ../06-09-2016 αγωγές.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι έκρινε απορριπτέο.

Α. ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από από 24-11-2015 και με αρ. εκθ. καταθ. ../27-11 -2015 αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενοι είναι υπόχρεοι να καταβάλουν στην ενάγουσα, εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των οκτώ χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (8.500,006) με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγομένους στην εν μέρει πληρωμή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τριακοσίων ευρώ (300,006).

Β. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 17-05-2016 και με αρ. εκθ. καταθ. ../17-05-2016 αγωγή.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το ενάγον στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων, το ύψος των οποίων ορίζει σε ογδόντα ευρώ (80,00€).

Γ. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 23-08-2016 και με αρ. εκθ. καταθ. ../31-08-2016 αγωγή.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ενάγοντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων, το ύψος των οποίων ορίζει σε εκατόν πενήντα ευρώ (150.006).

 Δ. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 06-09-2016 και με αρ. εκθ. καταθ. ../06-09-2016 αγωγή.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το ενάγον στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των ογδόντα ευρώ (80.006).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Λαμία στις 27-9-2017, σε έκτακτη και δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Ο Δ. ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ                                                                       ΜΑΡΙΑ ΚΟΡΜΟΒΑ

 

 

Π.Β.