ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
Ανακοπή τρίτου κατ΄ άρθρο 936 ΚΠολΔ. Στοιχεία βασίμου αιτήσεως που προϋποθέτει την προβολή δικαιώματος του τρίτου στο αντικείμενο της εκτέλεσης που θίγεται και δικαιούται να αντιτάξει κατά του καθού η εκτέλεση. Ενδεικτικές περιπτώσεις δικαιωμάτων που δύναται να προβάλλει ο τρίτος επί ανακοπής κατά το άνω άρθρο. Το εν λόγω δικόγραφο δεν μπορεί να θεμελιωθεί επί ενστάσεων Το άνω δικαίωμα μπορεί να είναι και ενοχικό εφόσον είναι υπέρτερο αυτού που φέρει ο καθ’ ου η εκτέλεση. Κρίσιμος χρόνος συνδρομής του άνω δικαιώματος στο πρόσωπο του τρίτου. Η ανακοπή του τρίτου μπορεί να ασκηθεί τόσο επί άμεσης αλλά και επί έμμεσης εκτέλεσης. Εμπρόθεσμο άσκησης αυτής ανά περίπτωση. Ορισμένο δικογράφου ανακοπής τρίτου κατ΄ άρθρο 936 ΚΠολΔ. Αίτημα αυτής. Δεν μπορεί να αφορά ακύρωση μελλοντικών πράξεων εκτέλεσης. Καθ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση αυτής. Λόγο ανακοπής τρίτου μπορεί να αποτελέσει και η καταχρηστική άσκησης δικαιώματος εκ μέρους του επισπεύδοντος δανειστή κατ΄ άρθρο 281 ΑΚ. Απαιτούμενες περιστάσεις για την συνδρομή της άνω πλημμέλειας. Μόνη η αδράνεια ασκήσεως του δικαιώματος από τον δικαιούχο για μεγάλο διάστημα αλλά και η πρόκληση ζημίας του οφειλέτη δεν αρκούν προς τούτο. Συνταγματική προστασία της ιδιοκτησίας κατά το άρθρο 17 του Συντάγματος. Οι περιορισμοί που θέτει το άνω άρθρο δεν επεκτείνονται και στα εκτός συναλλαγής πράγματα κατά το άρθρο 966 ΑΚ που ανήκουν κατά κυριότητα στο Δημόσιο. Μεταξύ των άνω πραγμάτων εντάσσονται και πράγματα που έχουν καθιερωθεί στην άμεση εξυπηρέτηση κρατικών σκοπών ή ειδικών σκοπών διά της άσκησης οιασδήποτε δημόσιας υπηρεσίας. Περιπτώσεις. Δυνατότητα του Έλληνα νομοθέτη να ιδρύει, αναδιοργανώνει ή καταργεί ΝΠΔΔ για προάσπιση δημοσίων σκοπών. Τηρούμενη διαδικασία μεταβίβασης της περιουσίας των καταργούμενων ΝΠΔΔ. Σύσταση διά του Ν. ν. 214/1975 ΝΠΙΔ με την επωνυμία Πανελλήνια Έκθεση Λαμίας» («Π.Ε.Λ.»). Αρμοδιότητες και πόροι αυτής. Κατάργηση του άνω ΝΠΙΔ διά του Ν. 4605/2019 και ειδική διαδοχή αυτού από τον «Φορέας Π.Ε.Λ. Αναπτυξιακή Α.Ε. Ο.Τ.Α.». Αρμοδιότητες του άνω φορέα ο οποίος υπεισήλθε αυτοδικαίως σε όλα τα δικαιώματα, υποχρεώσεις και πάσης φύσεως εκκρεμότητες του καταργηθέντος ΝΠΙΔ. Διαδικασία μεταβίβασης της περιουσίας του καταργούμενου ΝΠΙΔ. Δέχεται ανακοπή ως προς α΄ και β καθών.
Αγωγή αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης επί θανατηφόρου τροχαίου ατυχήματος. Ερημοδικία διαδίκου σε πολιτική δίκη. Το δικαστήριο οφείλει αυτεπαγγέλτως να εξετάσει αν ο απολιπόμενος διάδικος κλητεύθηκε νομίμως στην δίκη ή επίσπευσε ο ίδιος την συζήτηση της. Έννομες συνέπειες επί συνδρομής ή μη των άνω περιστάσεων. Ερημοδικία εφεσιβλήτου στην κατ έφεση δίκη. Ενέργειες δικαστηρίου επί νόμιμης ή μη κλήτευσης του στην δίκη. Προϋποθέσεις συνδρομής ευθύνης εκ αδικοπραξίας κατ΄ άρθρο 914 ΑΚ. Η παραβίαση των διατάξεων του ΚΟΚ δεν θεμελιώνει αυτοδικαίως υπαιτιότητα στην πρόκληση τροχαίου ατυχήματος αλλά συνεκτιμάται για την κατάφαση αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ παράνομης πράξης και ζημίας. Συνέπειες συνδρομής συντρέχοντος πταίσματος του παθόντος εξ αδικοπραξίας κατ άρθρο 300 ΑΚ. Βάσιμο αξιώσεως αποζημίωσης λόγω ολοσχερούς καταστροφής οχήματος. Συνεκτιμώμενα κριτήρια για την κατάφαση ολοσχερούς καταστροφής οχήματος υπό οικονομική έννοια επί αυτοκινητικού ατυχήματος. Η επιδικαζόμενη για την άνω αιτία αποζημίωση συναρτάται με την εμπορική αξία του καταστραφέντος οχήματος κατά τον χρόνο επέλευσης του τροχαίου ατυχήματος. Αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης κατ΄ άρθρο 932 ΑΚ. Δικαιούχοι στην τελευταία περίπτωση είναι μόνο όσοι εντάσσονται στην οικογένεια του θανόντος εξ αδικοπραξίας και υπέστησαν επίσης ψυχική αναστάτωση και ταλαιπωρία από την απώλεια του. Κατηγορίες προσώπων που εντάσσονται στην οικογένεια του θανόντος όπως οι γονείς τα τέκνα και ο σύζυγος αυτού. Στοιχεία που συνεκτιμώνται από το δικαστήριο για την διαμόρφωση του εύλογου χαρακτήρα του επιδικαζόμενου για την δεδομένη αιτία. Το ποσό αυτής πρέπει να συνάδει με τις επιταγές της αρχής της αναλογικότητας. Σφάλμα του πρωτόδικου δικαστηρίου που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και επιδίκασε μειωμένα κονδύλια κρίνοντας μη ορθώς πως το επίδικο τροχαίο ατύχημα επήλθε από συντρέχον πταίσμα του θανόντος και όχι από αποκλειστική υπαιτιότητα του ετέρου οδηγού. Δέχεται έφεση και εξαφανίζει την 166/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας. Κρατεί και δικάζει. Απορρίπτει αυτή για ε΄ των εναγόντων και δέχεται εν μέρει για λοιπούς.
Αγωγή καταβολής χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης στα πλαίσια θανατηφόρου τροχαίου ατυχήματος. Στοιχεία βασίμου αξίωσης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης άλλως ψυχικής οδύνης κατ΄ άρθρο 932 ΑΚ. Αντικείμενο της άνω αξίωσης. Στοιχεία που συνεκτιμώνται από το δικαστήριο για την διαμόρφωση του εύλογου χαρακτήρα του επιδικαζόμενου για την δεδομένη αιτία. Το ποσό αυτής δεν πρέπει να επιφέρει υπέρμετρο πλουτισμό του δικαιούχου ή οικονομική εξόντωση του υπόχρεου αλλά πρέπει να συνάδει με τις επιταγές της αρχής της αναλογικότητας κατ άρθρο 25 του Συντάγματος σε συνδυασμό με το άρθρο 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου τη ΕΣΔΑ. Τόκος επιδικίας επί ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών κατ άρθρο 346 ΑΚ ως ισχύει κατά Ν. 4055/2012. Οφείλεται μετά την επίδοση αγωγής ή διαταγής πληρωμής και υπερβαίνει κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες τον εκάστοτε υφιστάμενο τόκο υπερημερίας. Σκοπός θέσπισης αυξημένου τόκου επιδικίας. Όροι βασίμου αιτήματος εναγομένου για απαλλαγή από την άνω προσαύξηση επί του τόκου επιδικίας. Προς τούτο απαιτείται να αποδεικνύεται πως αναγνώρισε ρητά την οφειλή του πριν την συζήτηση της αγωγής ή συμβιβάστηκε εξωδίκως ή ότι δεν ασκησε ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής αντιστοίχως. Προϋποθέσεις βάσιμου του αιτήματος του εναγομένου για κατ εξαίρεση επιδίκαση σε βάρος του τόκων υπερημερίας όπου απαιτείται να προκύπτει εύλογη αντιδικία του εναγόμενου για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων όπως απαίτηση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης. Συνέπειες συντρέχοντος πταίσματος παθόντος εξ αδικοπραξίας στην επέλευση ή έκταση της ζημίας του. Μη ορθώς το πρωτόδικο δικαστήριο δέχθηκε εν μέρει την αγωγή επί της βάσης πως το επίδικο ατύχημα επήλθε από αποκλειστική υπαιτιότητα του ασφαλισμένου στην εκκαλούσα ασφαλιστική εταιρεία οδηγού και όχι σε συνυπαιτιότητα και του θανόντος. Δέχεται έφεση και εξαφανίζει την 1037/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Κρατεί και δικάζει. Δέχεται εν μέρει αγωγή.
Μεταβιβαστικό αποτέλεσμα έφεσης. Όταν ο εκκαλών κατηγορούμενου παραπονείται, με την έφεσή του, για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ως προς την κατηγορία, γενικά, το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα είναι καθολικό και το Εφετείο οφείλει να κρίνει εξ αρχής την υπόθεση στο σύνολό της. Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας προσβαλλόμενης, ως προς την απόρριψη αυτοτελών ισχυρισμών του κατηγορούμενου περί συνδρομής πραγματικής και νομικής πλάνης, με την παραδοχή ότι δεν τους επανέφερε με ειδικό λόγο έφεσης ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, εφόσον αυτός, με την έφεσή του, παραπονείτο ότι κηρύχθηκε πρωτοδίκως ένοχος για πράξη που δεν τέλεσε.
Αναιρεί την 1564/2023 ΠΛΗΜΜ ΛΑΜ (ΤΡΙΜ).
Καταδικαστική απόφαση. Μη αναφορά των ληφθέντων υπόψη αποδεικτικών μέσων. Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Εξάλειψη αξιοποίνου λόγω παραγραφής. Αναιρεί την 30/2023 ΕΦ ΛΑΜ (ΠΟΙΝ).
Εφαρμογή επιεικέστερου ποινικού νόμου. Δεν καθίσταται μια πράξη ανέγκλητη, εάν η διάταξη που τη προέβλεπε καταργήθηκε μεν με νεότερο νόμο, το αξιόποινο όμως της πράξης αυτής, ενδεχομένως με περισσότερες προϋποθέσεις, διατηρείται με άλλη διάταξη του μεταγενέστερου Νόμου. Αδικήματα βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις ή αθλητικό υπόβαθρο. Αθλητική συνάντηση. Χωρίς δικαίωμα είσοδος στον αγωνιστικό χώρο ή στον χώρο των αποδυτηρίων των αθλητών και των διαιτητών, με σκοπό τη διατάραξη της ομαλής διεξαγωγής του αγώνα ή την πρόκληση επεισοδίων. Ευνοϊκότερη για τον κατηγορούμενο, ως προς τη νομοτυπική της μορφή, η διάταξη του άρθ. 148 παρ. 2 ν. 5039/2023, καθώς απαιτεί επιπρόσθετα τη βιαιοπραγία κατά άλλου ή την εκτόξευση απειλών κατά προσώπου. Ερευνάται, σε κάθε περίπτωση, εάν, με βάση τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία, που περιέχονται στην αρχικώς απαγγελθείσα στον κατηγορούμενο κατηγορία, συντρέχουν και οι νέες προϋποθέσεις, που τέθηκαν από το Νόμο, ώστε να είναι αξιόποινη η πράξη. Αναιρεί εν μέρει την 912/2023 ΠΛΗΜΜ ΛΑΜ (ΤΡΙΜ).
Αίτηση μειοψηφίας μετόχων ανώνυμης εταιρείας προς διενέργεια διαχειριστικού ελέγχου αυτής κατά Ν. 4548/2018, διορισμό ορκωτών ελεγκτών για την διενέργεια του και καθορισμού της αμοιβής αυτών αλλά και υποχρέωσης των λοιπών μετόχων να συμπράξουν στον άνω έλεγχο επ’ απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης. Πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ασκήσουν έφεση κατά πρωτόδικης απόφασης. Περιεχόμενο μεταβιβαστικού αποτελέσματος έφεσης. Παραδεκτό αντέφεσης. Σε δίκες εκουσίας δικαιοδοσίας, η άσκηση πρόσθετων λόγων έφεσης ή αντέφεσης μπορεί να λάβει χώρα και δια των προτάσεων. Δικαίωμα αίτησης για διαχειριστικό έλεγχο ανώνυμης εταιρείας κατά Ν. 2190/1920 και μετέπειτα κατά Ν. 4548/2018 φέρουν κατ’ αρχάς μέτοχοι που συγκεντρώνουν το 1/5 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας (μεγάλη πλειοψηφία). Αρμόδιο καθ ύλην και κατά τόπο δικαστήριο για να εκδικάσει την άνω αίτηση κατά την εκούσια δικαιοδοσία. Για να είναι βάσιμη απαιτείται το δικαστήριο να αποκτήσει πλήρη δικανική πεποίθηση πως από την συνολική πορεία των εταιρικών υποθέσεων η διοίκηση της εταιρίας δεν ασκείται όπως επιβάλλει η χρηστή και συνετή διαχείριση. Συνεκτιμώμενα προς τούτο κριτήρια. Το αρμόδιο δικαστήριο δεν περιορίζεται στην εξακρίβωση τυχόν παραβάσεων του νόμου ή του καταστατικού άλλως αποφάσεων ΓΣ κατά την διαχείριση της εταιρείας (έλεγχο νομιμότητας) αλλά και αν οι άνω πλημμελείς διαχειριστικές πράξεις ωφελούν ή ζημιώνουν την εταιρεία (έλεγχος σκοπιμότητας). Η άνω αίτηση δεν υπόκειται σε προθεσμία. Δυνατότητα άσκησης αίτησης για έκτακτο διαχειριστικό έλεγχο ανώνυμης εταιρείας από μετόχους που συγκεντρώνουν το 1/20 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας (μικρή μειοψηφία). Στοιχεία βασίμου αυτής όπου αρκεί πιθανολόγηση. Στα πλαίσια αυτής το δικαστήριο προχωρά μόνο σε έλεγχο νομιμότητας κατά τα ανωτέρω. Αποσβεστική προθεσμία για την άσκηση της άνω αίτησης. Διά της απόφασης που ορίζει την διενέργεια διαχειριστικού ελέγχου Α.Ε. και διορίζει προς τούτο αρμόδιους ορκωτού ελεγκτές, καθορίζεται και η αμοιβή των τελευταίων. Υπόχρεοι και μέσα εξόφλησης αυτής. Διαδικασία αναθεώρησης της. Σφάλμα του πρωτόδικου δικαστηρίου κατόπιν αποδοχής της αίτησης των εφεσίβλητων σχετικά με τον προσδιορισμό της αμοιβής των ελεγκτών που θα διενεργήσουν τον διαχειριστικό έλεγχο. Απορρίπτει αντέφεση. Δέχεται έφεση και εξαφανίζει την 358/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας. Δέχεται αίτηση.
Αγωγή αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης επί θανατηφόρου τροχαίου ατυχήματος. Προϋποθέσεις συνδρομής ευθύνης εκ αδικοπραξίας κατ΄ άρθρο 914 ΑΚ. Συνέπειες συνδρομής συντρέχοντος πταίσματος του παθόντος εξ αδικοπραξίας στην πρόκληση ή την έκταση της ζημίας του. Η παραβίαση των διατάξεων του ΚΟΚ δεν θεμελιώνει αυτοδικαίως υπαιτιότητα στην πρόκληση τροχαίου ατυχήματος αλλά συνεκτιμάται για την κατάφαση αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ παράνομης πράξης και ζημίας. Περιεχόμενο αποζημίωσης εξ αδικοπραξίας. Βάσιμο αξιώσεων αποζημίωσης λόγω ολοσχερούς καταστροφής οχήματος αλλά και για έξοδα κηδείας που κατέβαλλαν οι κληρονόμοι θανόντος σε τροχαίο ατύχημα. Συνεκτιμώμενα κριτήρια για την κατάφαση ολοσχερούς καταστροφής οχήματος υπό οικονομική έννοια επί αυτοκινητικού ατυχήματος. Η επιδικαζόμενη για την άνω αιτία αποζημίωση συναρτάται με την εμπορική αξία του καταστραφέντος οχήματος κατά τον χρόνο επέλευσης του τροχαίου ατυχήματος. Αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης κατ΄ άρθρο 932 ΑΚ. Δικαιούχοι στην τελευταία περίπτωση είναι μόνο όσοι εντάσσονται στην οικογένεια του θανόντος εξ αδικοπραξίας και υπέστησαν επίσης ψυχική αναστάτωση και ταλαιπωρία από την απώλεια του. Κατηγορίες προσώπων που εντάσσονται στην οικογένεια του θανόντος όπως οι γονείς τα τέκνα και ο σύζυγος αυτού. Στοιχεία που συνεκτιμώνται από το δικαστήριο για την διαμόρφωση του εύλογου χαρακτήρα του επιδικαζόμενου για την δεδομένη αιτία. Το ποσό αυτής πρέπει να συνάδει με τις επιταγές της αρχής της αναλογικότητας σε συνδυασμό με το άρθρο 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου τη ΕΣΔΑ. Βάσιμο λόγου έφεσης ως προς την επιδικασθείσα πρωτοδίκως δικαστική δαπάνη. Ο συμψηφισμός της μεταξύ των διαδίκων ανήκει στην διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. Σφάλμα του πρωτόδικου δικαστηρίου που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και επιδίκασε μειωμένα κονδύλια κρίνοντας μη ορθώς πως το επίδικο τροχαίο ατύχημα επήλθε από συντρέχον πταίσμα του θανόντος και όχι από αποκλειστική υπαιτιότητα του ετέρου οδηγού. Δέχεται έφεση και εξαφανίζει την 23/2024 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας και τη με αριθμό 160/2023 μη οριστική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου. Κρατεί και δικάζει. Δέχεται εν μέρει αγωγή.
Προσφυγή εργοδότη κατά Πράξης Επιβολής Προστίμου κατά Ν. 4554/2018 και την Υ.Α 10694/364/04.03.2020 λόγω μη καταχώρησης εργαζόμενου στον πίνακα προσωπικού. Υποχρέωση εργοδοτών κατά την νομοθεσία να καταχωρούν στον οικείο πίνακα προσωπικού το απασχολούμενο από αυτούς προσωπικό. Επί παραβίασης της άνω υποχρέωσης επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ποσού 10.500 ευρώ για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο. Αρμόδια αρχή επιβολής της πράξης επιβολής προστίμου που εκδίδεται κατά δέσμια αρμοδιότητα της Διοίκησης και άνευ κλήτευσης του παραβάτη. Τηρούμενη διαδικασία κατά την Υ.Α 10694/364/04.03.2020. Πρόκειται για τυπική παράβαση και το πρόστιμο επιβάλλεται διά της τέλεσης αυτής ασχέτως υπαιτιότητας του εργοδότη. Θέσπιση μαχητού τεκμηρίου πως ο εργαζόμενος που κατελήφθη από τα αρμόδια όργανα να εργάζεται χωρίς να αναφέρεται στον πίνακα προσωπικού, απασχολείται από τον εργοδότη με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Διά της διαπίστωσης της άνω παράβασης βεβαιώνονται σε βάρος του εργοδότη και οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές για τον άνω εργαζόμενο. Η απασχόληση του φερόμενου ως μισθωτού σε επιχείρηση πρέπει να θεμελιώνεται από τα όργανα ελέγχου με επαρκή και συγκεκριμένα στοιχεία που πρέπει να μνημονεύονται στην αιτιολογία της πράξης επιβολής προστίμου. Επιτρέπεται ανταπόδειξη εκ μέρους του εργοδότη που δύναται να ασκήσει προσφυγή κατά της πράξης επιβολής προστίμου προς ανατροπή του άνω τεκμηρίου. Δυνατότητα μείωσης του επιβαλλόμενου προστίμου αν ο εργοδότης προσλάβει νόμιμα τα μη αναγραφέντα στον πίνακα πρόσωπα. Προϋποθέσεις. Απαγόρευση μείωσης του προσωπικού του εργοδότη μετά την βεβαίωση της παράβαση. Από τις αποδείξεις προέκυψαν ελλείψεις του σχετικού δελτίου ελέγχου ως προς τις ειδικότερες περιστάσεις των ένδικων παραβάσεων με αποτέλεσα να προκύπτει ασάφεια ως προς τις συνθήκες τέλεσης ή μη αυτών. Δέχεται προσφυγή.
Δεκτή ανακοπή για ακύρωση επιταγής προς εκτέλεση και έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης Τράπεζας. Η επίσπευση του πλειστηριασμού γίνεται κατά προφανή υπέρβαση των ορίων, που, βάσει της διάταξης του άρθρου 281 ΑΚ, επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικοοικονομικός σκοπός του δικαιώματος της καθ' ης η ανακοπή. Δεκτός ο σχετικός λόγος ανακοπής ως ουσιαστικά βάσιμος και ακύρωση της προσβαλλόμενης έκθεσης κατάσχεσης.
Παράσυρση πεζού. Αποκλειστική υπαιτιότητα οδηγού ταξί που αντιλήφθηκε για πρώτη φορά την πεζή όταν έπεσε στο έδαφος. Στοιχεία που ελήφθησαν υπόψη για την κρίση περί της υπαιτιότητας, μεταξύ άλλων: το σημείο που κατέληξε η ενάγουσα, οι κηλίδες αίματος στο πρόχειρο σχεδιάγραμμα της Τροχαίας και κίνηση οχήματος σε σχέση με την κίνηση. Ύψος καταβλητέας δαπάνης που αντιστοιχεί στην αμοιβή για την απασχόληση συμπαραστάτη και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης της ενάγουσας.
Αγωγή αναγνώρισης ακυρότητας καταγγελίας σύμβασης εργασίας ως γενόμενης προς παρεμπόδιση συνδικαλιστικής δράσης εργαζομένου. Νόμω αβάσιμο αγωγής διότι για να τύχει προστασίας ο μισθωτός κατά τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 4 του Ν. 1264/1982 πρέπει να είναι νόμιμα εκλεγμένο μέλος της Διοίκησης νομίμως συσταθέντος συνδικαλιστικού σωματείου ή νόμιμα διορισμένο μέλος της προσωρινής οίκησής του ή μέλος της προσωρινής εκλεγείσας Διοίκησης υπό ίδρυση Σωματείου ενώ κατά τα εκτιθέμενα από τον ενάγοντα στο δικόγραφο της αγωγής, ο ίδιος δεν τύγχανε νόμιμα εκλεγμένο μέλος της Διοίκησης νομίμως συσταθέντος συνδικαλιστικού σωματείου ή νόμιμα διορισμένο μέλος της προσωρινής Διοίκησής του ή μέλος της προσωρινής εκλεγείσας Διοίκησης υπό ίδρυση Σωματείου, καθώς δεν είχε συσταθεί σωματείο στο εργοστάσιο της εναγομένης, αλλά αντιθέτως, είχε προβεί στη σύνταξη προσχέδιου καταστατικού. Απορρίπτει αγωγή.
Ασφαλιστικά μέτρα. Περιεχόμενο αίτησης λήψεως ασφαλιστικών μέτρων νομής. Στοιχεία επικείμενου κινδύνου ή επείγουσας περίπτωσης και εξειδίκευση αυτών ώστε να προκύπτει συνδρομή ασυνήθους ανάγκης προς παροχή έκτακτης δικαστικής προστασίας. Προσωρινή ρύθμιση νομής προϋποθέτει συνδρομή επείγουσας ανάγκης να τεθεί σε προσωρινή λειτουργία η εξουσίαση του κρίσιμου αντικειμένου. Επίκληση επικείμενων διαπληκτισμών δε συνιστά επείγουσα περίπτωση. Απορρίπτει αίτηση.
Αγωγή κατά δανείστριας Τράπεζας επί της οποίας σωρεύονται αντικειμενικά (άρθρο 218 ΚΠολΔ) αγωγή με αντικείμενο την επιστροφή αδικαιολογήτου πλουτισμού και αγωγή καταβολής αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από αδικοπραξία. Ισχυρισμός ότι όρος σύμβασης με τον οποίο ρυθμίζεται η διαμόρφωση επιτοκίου ήταν προδιατυπωμένος και, επομένως, καταχρηστικός και, για το λόγο αυτό, άκυρος και ότι παρά το γεγονός πως με τον όρο αυτό, η εναγομένη δανείστρια Τράπεζα είχε εξαρτήσει την αναπροσαρμογή του κυμαινόμενου επιτοκίου από τη μεταβολή των στοιχείων που προσδιορίζουν το κόστος του δανείου, και παρά το ότι υπήρξαν συνεχείς μειώσεις των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του επιτοκίου EURIBOR, στοιχεία με βάση τα οποία θα έπρεπε να αναπροσαρμόζεται και το επιτόκιο του δανείου, η τελευταία, καθ' όλο το χρονικό διάστημα μέχρι τη λήξη της σύμβασης, ουδέποτε προέβη σε μείωση του επιτοκίου, κατ' εφαρμογή του ανωτέρω άκυρου κατά την αγωγή συμβατικού όρου, αλλά, αντιθέτως, μετά την παρέλευση του χρονικού διαστήματος των δυο ετών, κατα το οποίο το επιτόκιό πάρέμεινε σταθερό, η εναγομένη αύξησε αυτό και χρέωσε τους ενάγοντες με τόκους μεγαλύτερους από εκείνους που αυτοί θα όφειλαν, εάν η τελευταία εφάρμοζε τον προσβαλλόμενο όρο της επίδικης δανειακής σύμβασης. Καταχρηστικότητα ΓΟΣ. Απόρριψη αγωγής.
Προσφυγή για την ακύρωση απόφασης του ΟΑΕΔ με την οποία ανακλήθηκε εγκριτική απόφαση της ανωτέρω Υπηρεσίας περί υπαγωγής της επιχείρησης της προσφεύγουσας σε πρόγραμμα επιχορήγησης ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένων για πρόσληψη ανέργων. Αρμόδιοι υπάλληλοί του ΟΑΕΔ πραγματοποίησαν στις επισκέψεις στην έδρα της επιχείρησης και διαπίστωσαν ότι η επιχείρηση λειτουργεί κανονικά και ότι απασχολείται τόσο ο επιδοτούμενος, όσο και το δεσμευτικό προσωπικό. Ωστόσο, ανακλήθηκε η εγκριτική απόφαση «λόγω του ότι κατά τη διάρκεια του εξαμήνου πριν την αίτηση υπαγωγής στο πρόγραμμα το δεσμευτικό προσωπικό της επιχείρησης εργαζόταν λιγότερα από 20 ημερομίσθια, σύμφωνα με το αρ. 8 της παραπάνω ΚΥΑ» (ΚΥΑ 6251/245/31.3.2010).» Νομική πλημμέλεια προσβαλλόμενης λόγω μη υφιστάμενης προαναφερθείσας υποχρέωσης από την προσφεύγουσα. Δέχεται την προσφυγή.
Περιεχόμενο αγωγής διάρρηξης εκποιητικών – χαριστικών εμπράγματων δικαιοπραξιών ως καταδολιευτικών σε βάρος Τράπεζας. Απορρίπτει ως αόριστη την αγωγή διότι η ενάγουσα/εκκαλούσα Τράπεζα (α) δεν επικαλείται στο δικόγραφο αν οι επίδικες διαταγές πληρωμής κατέστησαν τελεσίδικες καθόσον μόνο μετά την κτήση ισχύος δεδικασμένου είναι δυνατόν να εγερθεί η καταδολιευτική αγωγή και (β) στην περίπτωση που ήθελε υποτεθεί ότι η εκκαλούσα δεν επιθυμεί να κάνει χρήση των διαταγών πληρωμής, αλλά αιτείται ως άνω μόνο με την χρήση των κλεισθέντων δύο αλληλόχρεων λογαριασμών, τότε, χωρίς να παραθέσει την κίνηση των χρεοπιστώσεων, θα έπρεπε να αναφέρει ότι οι οφειλέτες είχαν αναγνωρίσει τα υπόλοιπα των κλεισθέντων αυτών αλληλόχρεων λογαριασμών. Διαφορετικά θα έπρεπε να είχε εκθέσει αναλυτικώς όλες τις χρεοπιστώσεις είτε εξαρχής, είτε από της αναγνωρίσεως του μερικού υπολοίπου.
Επιδίκαση δεδουλευμένων αποδοχών σε συμβάσεις πρακτορείας με ΝΠΙΔ. Χαρακτήρας σύμβασης εξαρτημένης εργασίας και δίακριση από σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών, στην οποία δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Έννοια νομικής και προσωπικής εξάρτησης στη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας,
Προσφυγή κατά πράξης (απόφασης) επιβολής προστίμου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Λαμίας λόγω μη έκδοσης φορολογικών στοιχείων για άγνωστο πλήθος συναλλαγών κατόπιν ελέγχου στο υποκατάστημα της προσφεύγουσας/εφεσίβλητης. Οι διαπιστωθείσες διαφορές οφείλονται στην παράλειψη συνεκτίμησης εκ μέρους του ελέγχου των διακινήσεων πετρελαίου θέρμανσης και πετρελαίου κίνησης μεταξύ των επαγγελματικών εγκαταστάσεων της προσφεύγουσας, ήτοι από το κεντρικό κατάστημα προς το υποκατάστημα και το αντίστροφο. Απορρίπτει έφεση Ελληνικού Δημοσίου και επικυρώνει απόφαση Διοικητικού Πρωτοδικείου που έκανε δεκτή την προσφυγή.
Αγωγή Α.Ε. κατά μετόχου της για λήψη αμοιβής στο πλαίσιο σύναψης σύμβασης ανεξάρτητων υπηρεσιών με την εταιρεία. Αξίωση πλεονάζουσας αχρεωστήτως καταβληθείσας αμοιβής λόγω ακύρωσης απόφασης της τακτικής Γ.Σ. που όρισε την αύξηση της, βάσει διατάξεων αδικαιολόγητου πλουτισμού. Συρρροή ιδιότητας μέλους του Δ.Σ. και υπαλλήλου με εργασιακή σύμβαση. Σύναψη σύμβασης παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών με μέλος του Δ.Σ. και διάκριση της από σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Η ακύρωση της απόφασης τακτικής Γενικής Συνέλευσης μετόχων δεν επηρεάζει την εγκυρότητα της σύμβασης ανεξάρτητων υπηρεσιών. Δεν γεννάται αξίωση απόδοσης πλουτισμού (αμοιβής) διότι η μείωση της περιουσίας της δότριας εταιρείας δεν είναι αδικαιολόγητη. Απορρίπτει αγωγή.
Ομαδική ασφάλιση υπαλλήλων Τράπεζας. Αγωγή κατά ασφαλιστικής εταιρείας για καταβολή 50% της οριζόμενης στο ασφαλιστήριο αποζημίωσης μόνιμης ολικής ανικανότητας για εργασία. Πότε επέρχεται ασφαλιστικός κίνδυνος. Προϋποθέσεις ορισμένου της αγωγής και υπολογισμός ποσού αποζημίωσης. Επιδίκαση μεγαλύτερου ποσού από το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο. Απορρίπτει έφεση ασφαλιστικής εταιρείας.
Προσφυγή κατά καταλογιστικής πράξης Προϊσταμένου Τελωνείου με την οποία επιβλήθηκαν πολλαπλά τέλη και δασμολογικές επιβαρύνσεις λόγω τελέσεως λαθρεμπορίας. Εικονική υπεξαγωγή ποσότητας τσιγάρων με αποτέλεσμα αποστέρησης από το Ελληνικό Δημόσιο και την Ε.Ε. φόρων και δασμών. Στοιχεία αντικειμενικής υπόστασης τελωνειακής παράβασης λαθρεμπορίας. Αρχή ne bis in idem. Κώλυμα συνέχισης διοικητικής διαδικασίας ή δίκης ενόψει ολοκλήρωσης της ποινικής διαδικασίας με αμετάκλητη καταδικαστική ή αθωωτική απόφαση (έστω λόγω αμφιβολιών). Το δεδικασμένο της απόφασης δεν καταλαμβάνει δασμολογικές επιβαρύνσεις για προϊόντα που δεν εξήλθαν νομίμως από αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης καθώς δεν αποτελούν “ποινικές κυρώσεις” κατά την ΕΣΔΑ. Δέχεται την προσφυγή.
Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. Εμπορική ιδιότητα. Η ιδιότητα αυτή είτε υφίσταται, είτε ανάγεται στο παρελθόν, κατά το χρονικό διάστημα της παύσης των πληρωμών, αποτελεί προϋπόθεση που προσδίδει την πτωχευτική ικανότητα στο φυσικό πρόσωπο, συνεπώς την μη υπαγωγή του στην ρύθμιση του ν. 3869/2010. Για να υπαχθεί στις ευεργετικές διατάξεις του ανωτέρω νόμου, θα πρέπει, στην αίτησή του, να αναφέρεται το επάγγελμά του. Το βάρος απόδειξης παύσεων των πληρωμών μετά την παύση της εμπορίας του το φέρει ο αιτών. Στην προκείμενη περίπτωση ο αιτών διατηρούσε λιανικό εμπόριο ειδών υγιεινής. Νόμω αβάσιμο το αίτημά επικύρωσης του σχεδίου διευθέτησης οφειλών. Απαράδεκτο το αίτημα απαλλαγής του υπολοίπου οφειλών, ως πρόωρα ασκηθέν. Απορρίπτει ισχυρισμούς και ενστάσεις καθ’ ων περί αοριστίας, δόλιας περιέλευσης σε αδυναμία πληρωμών και καταχρηστικότητας της κρινόμενης αίτησης. Μη προσκόμιση αιτούντος αποδεικτικών μέσων, ώστε να αποδειχθεί ότι η μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών του επήλθε μετά την απώλεια της εμπορικής του ιδιότητας. Απορρίπτει αίτηση.
Αυτοκινητικό ατύχημα. Νοσήλια. Σε αυτά εντάσσεται η δαπάνη για την πρόσληψη αποκλειστικής νοσοκόμου εκ μέρους του ζημιωθέντος. Πλασματική δαπάνη οικιακής βοηθού ή αποκλειστικής νοσοκόμου. Επιδικάζεται το ποσό που θα κατέβαλε ο τραυματισθείς σε τρίτο πρόσωπο, ακόμα και εάν δεν κατέβαλε κανένα ποσό στους οικείους του που ασχολήθηκαν με τη φροντίδα του. Ένσταση συνυπαιτιότητας του παθόντος λόγω της παράλειψής του να μετέλθει άλλο επάγγελμα, που δεν εμποδιζόταν από τον τραυματισμό του, παραλείποντας να μετριάσει την έκταση της ζημίας του. Εσφαλμένα απερρίφθη από το Εφετείο ως αόριστη, καθώς δεν ήταν δε αναγκαία η παράθεση των γραμματικών γνώσεων της ενάγουσας, που εργαζόταν σε μπουφέ, αφού για τα αναφερθέντα οικονομικώς ισοδύναμα επαγγέλματα δεν απαιτούνταν ειδικές γνώσεις. Μη λήψη υπόψη αποδεικτικών μέσων. Δεν καθίσταται απολύτως βέβαιο ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη έγγραφα από τα οποία αποδεικνυόταν ότι η ενάγουσα είχε εργασθεί, μετά το ατύχημα σε διάφορες εργασίες, επιδικάζοντάς της διαφυγόντα εισοδήματα. Δήλωση φόρου εισοδήματος. Δεν αποτελεί πλήρη απόδειξη ως προς το ύψος των εισοδημάτων που δηλώθηκαν και χωρεί ανταπόδειξη. Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και χρηματική παροχή λόγω αναπηρίας ή παραμόρφωσης. Μπορούν να επιδικασθούν σωρευτικά. Παράβαση, από το Εφετείο, της αρχής της αναλογικότητας κατά τον καθορισμό των ποσών τους. Ορισμένο λόγου αναίρεσης. Πρέπει ο ισχυρισμός στον οποίο στηρίζεται, να παρατίθεται, όπως προτάθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και να αναφέρεται ο τρόπος και ο χρόνος πρότασης ή επαναφοράς στο Εφετείο.
Αναιρεί εν μέρει την υπ` αριθ. 887/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών
Αγωγή αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης επί θανατηφόρου τροχαίου ατυχήματος. Αντίθετες αγωγές συγγενών του θανόντος στο ίδιο ατύχημα για αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης. Όροι τέλεσης αδικοπραξίας κατ΄ άρθρο 914 ΑΚ. Συνέπειες συνδρομής συντρέχοντος πταίσματος του παθόντος εξ αδικοπραξίας στην πρόκληση ή την έκταση της ζημίας του. Η παραβίαση των διατάξεων του ΚΟΚ δεν θεμελιώνει αυτοδικαίως υπαιτιότητα στην πρόκληση τροχαίου ατυχήματος αλλά συνεκτιμάται για την κατάφαση αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ παράνομης πράξης και ζημίας. Κριτήρια που συνεκτιμώνται από το δικαστήριο για την επιδίκαση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης κατ΄ άρθρο 932 ΑΚ. Το ποσό αυτών δεν πρέπει να αντίκειται στην συνταγματική αρχή της αναλογικότητας. Έννοια της ως άνω συνταγματικής αρχής που απορρέει από την βασική αρχή του κράτους δικαίου. Σφάλμα του εφετείου κατά το σκέλος που επιδίκασε υπέρ των συγγενών του θανόντος υπέρογκα κονδύλια χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης καθ’ υπέρβαση της αρχής της αναλογικότητας. Αναιρεί εν μέρει την 1633/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Παραπέμπει.
Δεδικασμένο. Αντιφάσκουσες δικαστικές αποφάσεις που παράγουν δεδικασμένο μεταξύ των ιδίων προσώπων και κατά των οποίων δεν χωρά αναίρεση ή αναψηλάφηση. Υπερισχύει το δεδικασμένο της νεότερης απόφασης. Επαγγελματική μίσθωση. Κρίση Μονομελούς Πρωτοδικείου, στα πλαίσια προγενέστερης αντιδικίας, περί λήξεώς της, λόγω ασκήσεως αγωγής απόδοσης εντός εννέα μηνών από τη λήξη της δωδεκαετίας. Τελεσιδικία σχετικού κεφαλαίου της απόφασης. Αντίθετη παρεμπίπτουσα κρίση του Εφετείου περί παρατάσεως της μίσθωσης, επιδικάζοντας διαφορά μισθωμάτων. Εσφαλμένα το Πρωτοδικείο δέχθηκε, επί της προκειμένης υποθέσεως, ότι δεσμευόταν από το δεδικασμένο της προηγούμενης πρωτόδικης και όχι της Εφετειακής απόφασης παρότι ήταν νεότερη, απορρίπτοτας αγωγή διαφορών μισθωμάτων μεταγενέστερης περιόδου.
Εξαφανίζει εν μέρει την υπ’ αριθ. 277/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας.
Διαχρονικό δικαιο. Ένδικα μέσα. Το παραδεκτό τους κρίνεται βάσει των διατάξεων που ισχύουν κατά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ανακοπή κατά πρωτοκόλλου αποζημιώσεως για αυθαίρετη χρήση και κάρπωση δημοσίου κτήματος. Από 11-4-2012 δεν χωρούν ένδικα μέσα. Παραδεκτά προσβάλλεται με αναίρεση απόφαση που εκδόθηκε πριν την ως άνω ημερομηνία. Μη λήψη υπόψη αποδεικτικών μέσων. Περιεχόμενο λόγου αναίρεσης. Πρέπει να εξειδικεύονται τα αποδεικτικά μέσα που δεν λήφθηκαν υπόψη, η νόμιμη επίκληση και προσκομιδή τους, ο ισχυρισμός, το βάσιμο ή αβάσιμο του οποίου θα αποδείκνυαν, καθώς και ο λόγος για τον οποίο ο ισχυρισμός αυτός ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης.
Απορρίπτει αναίρεση της υπ’ αριθ. 92/2012 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Λαμίας.
Ανακοπή κατά αναγκαστικής εκτέλεσης. Εμπρόθεσμο αυτής κατ΄άρθρο 934 παρ. 1 ΚΠολΔ αναλόγως των προσβαλλόμενων με αυτή πράξεων και το αν αφορά ικανοποίηση χρηματικών ή μη απαιτήσεων αλλά και αν στρέφεται κατά ακίνητων ή κινητών περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Για τον σκοπό αυτό συνεκτιμώνται τόσο το αίτημα της ανακοπής για ακύρωση μιας ή περισσοτέρων πράξεων της εκτέλεσης αλλά και τα αναφερόμενα στο ιστορικό αυτής. Μη εμπρόθεσμη προσβολή με ανακοπή επιφέρει αναδρομικά την ισχυροποίηση των επιμέρους πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης. Όροι βασίμου αίτησης για ανατροπή κατάσχεσης κατ΄άρθρο 1019§1 ΚΠολΔ. Εγείρεται από όποιον έχει έννομο συμφέρον ενώπιον του ειρηνοδικείου της περιφέρειας του τόπου της εκτελέσεως και δικάζεται κατά τα ασφαλιστικά μέτρα. Η απόφαση επί αυτής είναι αμετάκλητη και εφόσον δεχθεί την αίτηση διατάσσει την ανατροπή της κατάσχεσης με αποτέλεσμα οι μεταγενέστερες βάσει αυτής πράξεις εκτέλεσης να είναι άκυρες μόνο αν προσβληθούν για τον δεδομένο λόγο αυτό με ανακοπή. Εσφαλμένα το εφετείο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση που είχε απορρίψει ως απαράδεκτη και δη εκπρόθεσμη της ανακοπή του αναιρεσείοντος αν και ασκήθηκε εμπροθέσμως κατ΄άρθρο 934 παρ. 1γ ΚΠολΔ αφού αφορούσε την ακύρωση των τελευταίων πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας και ειδικότερα του διενεργηθέντος πλειστηριασμού και της κατακύρωσης και όχι των προγενεστέρων πράξεων που είχαν προβληθεί από τον αναιρεσείοντα με αυτοτελή ανακοπή. Αναιρεί την 207/2014 ΕφΛάρ. Παραπέμπει.
Κτήση της κυριότητας ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία. Άσκηση νομής αποτελούν, οι υλικές και εμφανείς πάνω σε αυτά πράξεις, που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό τους, με τις οποίες φανερώνεται η βούληση του νομέα να έχει το πράγμα για δικό του. Τέτοιες πράξεις, μεταξύ άλλων, είναι η εποπτεία, η επίβλεψη, η επίσκεψη, η οριοθέτηση και καταμέτρηση των διαστάσεών του, η ανάθεση σύνταξης τοπογραφικών διαγραμμάτων και εφόσον πρόκειται για κληρονομιαίο ακίνητο η αποδοχή της κληρονομίας και η μεταγραφή της, καθώς και η καταβολή των οικείων φόρων, χωρίς να απαιτείται και ο ημερολογιακός προσδιορισμός των επί μέρους πράξεων μέσα στο χρόνο της χρησικτησίας. Απόρριψη αναίρεσης κατά της υπ’ αριθμ. 2966/2014 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Αίτηση διόρθωσης δικαστικής απόφασης. Επιδίκαση αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από αυτοκινητικό ατύχημα στην αναιρεσίβλητη εξ’αδιαθέτου κληρονόμο του αποβιώσαντος αρχικού ενάγοντα. Ισχυρισμοί της αναιρεσείουσας ασφαλιστικής εταιρείας ότι αν και υπήρχε σαφής παραδοχή στο σκεπτικό της απόφασης ότι η αναιρεσίβλητη συμμετείχε σ’ εκείνη τη δίκη, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος του αρχικού ενάγοντα κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου στην κληρονομία του, υποχρεώθηκε η αναιρεσείουσα να της καταβάλλει το σύνολο της επιδικασθείσας αποζημίωσης στον αρχικώς ενάγοντα και με ρητή αναφορά της ίδιας ιδιότητας αυτής σε σχετική διάταξη του διατακτικού της, ενώ θα έπρεπε να της επιδικασθεί το αντίστοιχο στην κληρονομική της μερίδα ποσόν. Εσφαλμένη η κρίση του εφετείου ότι υπήρχε δεδικασμένο που απέκλειε τη διόρθωση, καθώς από τα διαδικαστικά έγγραφα ήταν προφανής η παραδρομή κατά τη σύνταξη της απόφασης, συνιστάμενη στην ασυμφωνία μεταξύ αυτών που ήθελε το δικαστήριο και εκείνων που διατυπώθηκαν στην απόφαση, ως προς το ποσό που έπρεπε να επιδικασθεί στην εκκαλούσα από τη συνολικώς προσδιορισθείσα αποζημίωση του ζημιωθέντος αρχικώς ενάγοντα. Αναιρεί την υπ΄ αριθ. 3684/2015 απόφαση του Εφετείου Αθηνών. Παραπέμπει.
Αυτοκινητικό ατύχημα. Θανάσιμος τραυματισμός του οδηγού μοτοποδήλατου από τη σύγκρουσή του με ΙΧΕ όχημα. Αποκλειστική υπαιτιότητα της οδηγού του αυτοκινήτου. Αδικοπραξία. Η αξίωση αποζημίωσης εκείνου που είχε απέναντι στο θανατωθέντα απαίτηση για διατροφή, συνδέεται άμεσα με την αξίωση διατροφής, διότι τόσο η γέννηση του σχετικού δικαιώματος, όσο και το οφειλόμενο ποσό προσδιορίζονται από τις σχετικές διατάξεις του ΑΚ για τη διατροφή, που όφειλε το θύμα σε εκείνον που ζητά αποζημίωση από τον υπεύθυνο για τη θανάτωση του υπόχρεου διατροφής, για τον δε προσδιορισμό αυτής λαμβάνονται υπόψη η πιθανή διάρκεια της ζωής του θύματος και του δικαιούχου και η πιθανή εξέλιξη της οικονομικής κατάστασης. Επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. Καθορίζοντας το εφετείο την χρηματική ικανοποίηση για κάθε ένα των αναιρεσιβλήτων στα ποσά των 100.000 ευρώ, 120.000 ευρώ και 40.000 ευρώ, αντιστοίχως, υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας και παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας, αφού τα εν λόγω ποσά, κατά την κοινή πείρα, τη δικαστηριακή πρακτική και την περί δικαίου συνείδηση, ήταν μεγαλύτερα και μάλιστα καταφανώς των συνήθως επιδικαζόμενων σε παρόμοιες περιπτώσεις, ποσών. Αναιρεί εν μέρει την 126/2015 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων κατά το αναφερόμενο στο σκεπτικό μέρος. Παραπέμπει.