ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 131/ 2024
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Γεωργία Κουρεμπανά και τη γραμματέα Δέσποινα Μπαλτζάκη.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 02 Αυγούστου 2024, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: , κατοίκου
Φιλοθέης Αττικής, επί της οδού , με Α.Φ.Μ. , που
παραστάθηκε στη δίκη μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Αγγέλου Δοκόπουλου, ο οποίος προσκόμισε το υπ' αρ. Π5222303/01-08-2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του ΔΣ Αθηνών και κατέθεσε έγγραφο σημείωμα.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ: κατοίκου Ηρακλείου Αττικής, επί της οδού , με Α.Φ.Μ. που παραστάθηκε στη δίκη μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Ευθυμίου Καραΐσκου, συνεργάτη της δικηγορικής εταιρείας με την επωνυμία “Καραΐσκος και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία”, ο οποίος προσκόμισε το υπ' αρ. Π5222303/01-08-2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του ΔΣ Αθηνών και κατέθεσε έγγραφο σημείωμα.
Ο αϊτών με την από 08.07.2024 και με ΓΑΚ 4242/2024 και ΕΑΚ 161/2024 αίτησή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου την 16η-07- 2024, ζήτησε όσα αναφέρονται σ’ αυτή. Για τη συζήτηση της αίτησης αυτής ορίστηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από το οικείο έκθεμα και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111, 118 περ. 4, 216 § 1 και 688 § 1 ΚΠολΔ συνάγεται ότι για την τήρηση της για κάθε αίτηση δικαστικής προστασίας εγγράφου προδικασίας, με ποινή απαράδεκτου, απαιτείται να αναγράφονται τα σε αυτό οριζόμενα, δηλαδή το δικαστήριο στο οποίο απευθύνεται, το ονοματεπώνυμο και η κατοικία του αιτούντος και του καθ’ ου η αίτηση και το αντικείμενο της δίκης κατά τρόπο σαφή, ορισμένο και ευσύνοπτο. Συνεπώς απαιτείται μνεία σε αυτήν των περιστατικών που πιθανολογούν το δικαίωμα για την εξασφάλιση ή διατήρηση του οποίου ζητείται να διαταχθούν τα ασφαλιστικά μέτρα ως και του επικείμενου κινδύνου ή της επείγουσας περίπτωσης, αλλιώς η αίτηση είναι απορριπτέα για έλλειψη του άνω στοιχείου (Βλ. ΑΠ127/1973 ΝοΒ 21. 890, ΜΠρΠειρ 1020/1978 Δ 9. 339, ΜΠρΑΘ 54/1974 ΕΕΝ 41.38). Ειδικότερα στην απευθυνόμενη ενώπιον του Ειρηνοδικείου αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων νομής ή κατοχής, πρέπει να αναφέρεται ότι ο αϊτών ήταν νομέας του επιδίκου κατά τον χρόνο της διατάραξης ή της αποβολής και της επίδοσης της αίτησης (ΑΠ 64/1972 ΝοΒ 20. 623, ΑΠ 579/1970 ΝοΒ 18.1461), το είδος του αντικειμένου που προσβλήθηκε και αν πρόκειται για ακίνητο το είδος, την έκταση, την θέση και τα όριά του, την σε ορισμένο χρόνο και τόπο ενέργεια περιστατικών που συνθέτουν τη διατάραξη ή την αφαίρεση χωρίς την βούλησή του, καθώς και τον επικείμενο κίνδυνο ή την επείγουσα περίπτωση που συντρέχει για τη λήψη των ασφαλιστικών μέτρων (Βλ. Κ. Παπαδοπούλα, Αγωγές Εμπράγματου Δικαίου, τόμος Α', σ. 210-211, Β. Βαθρακοκοίλη, Ασφαλιστικά Μέτρα, Ερμηνεία - Νομολογία - Βιβλιογραφία, έκδ. 2012, άρθρο 682, αρ. 36, σ. 46-47, ΑΠ 127/1973 ό.π.). Ως προς τα στοιχεία του επικείμενου κινδύνου ή της επείγουσας περίπτωσης, για την επαρκή εξειδίκευση της συνδρομής αυτών δεν αρκεί γενική μνεία αυτών στο δικόγραφο, αλλά προσαπαιτείται μνεία, έστω και κατά τρόπο συνοπτικό, της συνδρομής ασυνήθους ανάγκης προς παροχή έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδίκου, η οποία δικαιολογείται από τη συνδρομή υφισταμένων περιστατικών και ειδικότερα κινδύνου ματαίωσης της ικανοποίησης της απαίτησης ή επείγουσας περίπτωσης της παρούσας στιγμής (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη, Ασφαλιστικά Μέτρα, Ερμηνεία - Νομολογία - Βιβλιογραφία, εκδ, 2012, άρθρο 682, αρ. 36, σ. 46 - 47). Όταν πρόκειται για ασφαλιστικά μέτρα η αξίωση αυτή του νόμου αποβαίνει περισσότερο επιτακτική, δεδομένου ότι στις υποθέσεις αυτές είναι υποχρεωτική η προαπόδειξη (άρθρο 690 ΚΠολΔ, συνεπεία της οποίας ο αποδεικτικός έλεγχος των παραγωγικών του προστατευτέου δικαιώματος γεγονότων γίνεται κατ ανάγκην μόνο Βάσει των περιλαμΒανομένων στην αίτηση ισχυρισμών, ενώ τα περιστατικά που περιέχονται στο υποβαλλόμενο μετά τη συζήτηση σημείωμα, άγνωστα στο δικαστήριο και στον καθ' ου η αίτηση, δεν μπορούν να καταστούν αντικείμενο της διεξαγόμενης προαπόδειξης κατά τη μοναδική συζήτηση της υπόθεσης. Όταν στο δικόγραφο της αίτησης δεν περιλαμβάνονται όλα τα παραπάνω στοιχεία ή περιέχονται αυτά ασαφώς ή ελλιπώς, τότε η αίτηση απορρίπτεται ως αόριστη. Τούτο ερευνάται αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο γιατί ανάγεται στην προδικασία και δεν μπορεί να συμπληρωθεί ούτε με το γραπτό σημείωμα ούτε με παραπομπή σε άλλα έγγραφα της δίκης, ούτε με την εκτίμηση των αποδείξεων (βλ. Π. Τζίφρα, Ασφαλιστικά Μέτρα, σ. 24, ΑΠ 915/1980 ΝοΒ 29. 296). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 682 § 1 ΚΠολΔ «τα δικαστήρια σε επείγουσες περιπτώσεις ή για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος, μπορούν να διατάξουν ασφαλιστικά μέτρα για την εξασφάλιση ή διατήρηση ενός δικαιώματος ή τη ρύθμιση μιας κατάστασης και να τα μεταρρυθμίζουν ή να τα ανακαλούν». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα πρέπει, εκτός από την ύπαρξη δικαιώματος του ουσιαστικού δικαίου, να υπάρχει «επείγουσα περίπτωση» ή «επικείμενος κίνδυνος». Επείγουσα περίπτωση νοείται εκείνη που χρειάζεται άμεση ρύθμιση με δικαστική παρέμβαση, όπως συμβαίνει όταν η πάροδος του χρόνου μέχρι την άσκηση της τακτικής αγωγής πρόκειται να φέρει ουσιώδη Βλάβη οποιασδήποτε έκτασης στην υλική φύση του αντικειμένου, ενώ επικείμενος κίνδυνος υπάρχει όταν η απειλούμενη βλάβη από στιγμή σε στιγμή επικρέμεται επί του πράγματος ή των διαδίκων. Η προσωρινή ρύθμιση της νομής ειδικότερα στα πλαίσια των άρθρων 733, 734 του ΚΠολΔ, προϋποθέτει τη συνδρομή επείγουσας ανάγκης να τεθεί σε προσωρινή λειτουργία η εξουσίαση του κρίσιμου αντικειμένου και δεν αποτελεί αστυνομικό μέτρο, ώστε να δικαιολογείται από μόνο τον απειλούμενο κίνδυνο διαπληκτισμών και ερίδων των διαδίκων, επομένως στην έννοια της επείγουσας περίπτωσης δεν περικλείεται κατ΄ αρχήν και ο κίνδυνος διαπληκτισμών και συγκρούσεων αφού από τον κίνδυνο αυτό δεν μπορεί να επέλθει Βλάβη του επίδικου δικαιώματος (ΑΠ 127/1973 ΝοΒ 21. 889, ΠΠρΜυτ 27/2010 ΑρχΝ 2010, ΠΠρΡοδ 30/2005 ΤΝΠ-Νόμος, ΠΠρΒόλου 278/1990 ΑρχΝ ΜΓ. 268, ΠΓΊρΛαρ 67/1999 ΑρχΝ ΝΑ. 546, 454, ΕιρΡοδ 105/2000 ΔωδΝομ 2003. 151, ΕιρΝικ 52/1995 ΑρχΝ Μ ΣΤ. 586, Π. Τζίφρας, ό.π., σ. 22, Κ. Μπέης, ΠολΔ, άρθρο 689, 5 42, σ. 31). Εξάλλου, η επίκληση του κινδύνου διαπληκτισμών είναι νομικώς αβάσιμος ισχυρισμός, κατ αντίθεση προς το προϊσχύον δίκαιο που οριζόταν ρητώς η συνδρομή του (άρθρο 4 § 3 ν. ΓΨΗΖ/1911). Έτσι, σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν αρκεί η επίκληση απλής πιθανότητας ενδεχόμενης περιουσιακής μεταβολής στο μέλλον, ούτε συνιστά επείγουσα περίπτωση η περιουσιακή ζημία του νομέα (Βλ. ΕιρΡόδου 97/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, βλ. ΕιρΝικ 52/1995, ό.π., Μακρής, ό.π., σελ. 76), όπως επίσης δεν αρκεί ο αϊτών να αποβλέπει μόνο στην εξασφάλιση του δικαιώματος της νομής και κατοχής του επί του πράγματος (ΕιρΡόδ 148/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην αίτηση πρέπει να αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά που πιθανολογούν τη συνδρομή του επικείμενου κινδύνου ή της επείγουσας περίπτωσης, αλλιώς απορρίπτεται ως αόριστη (ΑΠ 127/1973 ό.π, ΜΠρΚω 349/1988 ΕλλΔνη 31. 616, ΜΠρΑΘ 20368/1987 ΕλλΔνη 29. 580, ΜΠρΑΘ 12407/1986 Δ16.725, ΜΠρΑΘ 12407/1983 Δ16. 725, ΕιρΑΘ 348/1971 ΕλλΔνη 23. 54, Β. Βαθρακοκοίλης, Ασφαλιστικά Μέτρα, Ερμηνεία - Νομολογία - Βιβλιογραφία, έκδ. 2012, άρθρο 682, αρ. 27, σ. 41, ΕιρΛαμ 733/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Με την υπό κρίση αίτηση ο αϊτών εκθέτει ότι τυγχάνει αποκλειστικός κύριος, νομέας και κάτοχος ενός οικοπέδου εμβαδού 1.046,00 τ.μ που βρίσκεται στο Δήμο Αμαρουσίου Αττικής, στη θέση «Κάτω Σωρός-ΤύμΒος- Μαρμαράδικα», στο υπ' αριθ. 1148 οικοδομικό τετράγωνο, με ΚΑΕΚ 050141820008/0/0 και περιγράφεται λεπτομερώς κατά θέση και όρια στην αίτηση. Ότι από τον χρόνο κτήσης της νομής από τους δικαιοπαρόχους του και μέχρι την κατωτέρω αναφερόμενη αποβολή του, ασκεί επ' αυτού τις αναφερόμενες στην αίτηση πράξεις νομής, τόσο αυτοπροσώπως όσο και μέσω του αναφερόμενου στην αίτηση βοηθού νομής. Ότι στις 21.05.2024 μετέβη στο οικόπεδο για να πραγματοποιήσει εργασίες και διαπίστωσε ότι είχε παραβιαστεί ο χώρος, εντός του οποίου βρήκε διάφορα έπιπλα και ηλιακά πάνελ, τα οποία απομάκρυνε, ενώ είχαν αφαιρεθεί και οι πινακίδες που υποδείκνυαν ότι το οικόπεδο είναι κυριότητάς του. Επιπλέον, βρήκε το λουκέτο στην μεταλλική πόρτα μισάνοιχτο, το οποίο άλλαξε με νέο λουκέτο. Ότι για το συμβάν ειδοποίησε την άμεση δράση με αποτέλεσμα να μεταβεί στο σημείο ειδικός φρουρός ο οποίος κατέγραψε το συμβάν. Ότι στις 16.6.2024 μετέβη εκ νέου στο οικόπεδο και διαπίστωσε ότι ο καθού, εκμεταλλευόμενος την πρόσκαιρη απουσία του, όλως αυθαιρέτως και παρανόμως, χωρίς δικαίωμα και χωρίς τη θέληση και συναίνεσή του, κατέλαβε το προπεριγραφέν ακίνητο και προέβη σε πράξεις διακατοχής επ' αυτού, αποκλείοντάς του τη δυνατότητα να εισέλθει στο ακίνητό του και αποστερώντας τον από την φυσική εξουσία του. Ότι, συγκεκριμένα, ο καθού είχε παραβιάσει την κλειδαριά με τρόπο ώστε να μπορεί να εισέρχεται στο ακίνητο ο ίδιος, χωρίς όμως να την αφαιρέσει εντελώς, και είχε τοποθετήσει στο ίδιο σημείο δική του αλυσίδα με κλειδαριά, η οποία ήταν κλειδωμένη, με αποτέλεσμα ο αϊτών να μην μπορεί να εισέλθει στο ακίνητο, αποβάλλοντάς τον έτσι από τη νομή του επ’ αυτού. Ότι αμέσως αντέδρασε προβαίνοντας σε έντονες διαμαρτυρίες προς τον καθού, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ερίδων μεταξύ τους, αφού ο τελευταίος δεν συμμορφώθηκε με το αίτημά του να αφαιρέσει την κλειδαριά που τοποθέτησε και να άρει την προσβολή της νομής του επί του ακινήτου του, αντιθέτως αδιαφόρησε πλήρως, με αποτέλεσμα στις 18.06.2024 και αφού μεσολάβησε φραστικό επεισόδιο μεταξύ τους, να προσαχθούν στο Αστυνομικό Τμήμα Αμαρουσίου, όπου ο αϊτών ζήτησε την καταγραφή του συμβάντος, επιφυλασσόμενος παντός νομίμου δικαιώματος του, και αφού έγιναν οι δέουσες συστάσεις, αποχώρησαν.
Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητά, προς κατασίγαση των μεταξύ τους ερίδων και προς αποτροπή του επικείμενου κινδύνου συγκρούσεων και βιαιοπραγιών καθώς επίσης και προς τον σκοπό εξασφαλίσεως των δικαιωμάτων ίου νομής και κατοχής επί του ως άνω ακινήτου του, να αναγνωρισθεί προσωρινά νομέας και κάτοχος του επίδικου ακινήτου, να υποχρεωθεί ο καθ’ ου να του αποδώσει τη νομή του ως άνω ακινήτου, να αποβληθεί ο καθού από την διακατοχή του και να διαταχθεί η εγκατάστασή του στο ακίνητο, να απαγορευθεί στον καθού κάθε πράξη στο μέλλον τείνουσα με οιονδήποτε τρόπο στην προσβολή της νομής του επί του ως άνω ακινήτου, να απαγγελθεί κατά του καθού χρηματική ποινή 500,00 ευρώ και προσωπική κράτηση 6 μηνών για κάθε παραβίαση διατάξεως της απόφασης που θα εκδοθεί και για κάθε μελλοντική προσβολή εν γένει της νομής του, να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και να καταδικαστεί ο καθού στη δικαστική του δαπάνη και δικηγορική αμοιβή.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η κρινόμενη αίτηση αρμοδίως καθ’ ύλη και κατά τόπο εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 733, 734, 29 ΚΠολΔ) κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 682 επ. ΚΠολΔ), πλην όμως, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, δεδομένου ότι δεν διατυπώνονται σ' αυτή με πληρότητα και σαφήνεια όλα τα κατά το νόμο αναγκαία στοιχεία, σύμφωνα με τα εκτειθέμενα στη μείζονα σκέψη. Ειδικότερα, στην υπό κρίση αίτηση δεν αναφέρονται συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν την επείγουσα περίπτωση ή τον επικείμενο κίνδυνο, ώστε να είναι δυνατό στο μεν δικαστήριο να ερευνήσει την ουσιαστική της Βασιμότητα, στον δε καθ’ ου η αίτηση να αμυνθεί κατά αυτής. Στο ιστορικό της ένδικης αίτησης ο αϊτών δεν αναφέρει εάν συντρέχει επιτακτική περίπτωση άμεσης χρήσης του επιδίκου ακινήτου και σε θετική περίπτωση για ποιόν ακριβώς λόγο, αλλά περιορίζεται μόνο στην επίκληση του κινδύνου ερίδων, συγκρούσεων και βιαιοπραγιών. Δεν διευκρινίζεται με άλλα λόγια ποια επείγουσα περίπτωση συντρέχει εν προκειμένω που να καθιστά επείγουσα την ανάγκη να τεθεί σε προσωρινή λειτουργία η εξουσίαση του αντικειμένου της δίκης. Πιο συγκεκριμένα, ο αϊτών δεν αναφέρει αν η πάροδος του χρόνου μέχρι την άσκηση της τακτικής αγωγής θα επιφέρει οποιαδήποτε βλάβη στο επίδικο ακίνητο, και αν, και για ποιο λόγο, έχει επείγουσα ανάγκη χρήσης του επιδίκου, αλλά αποβλέπει κατά τον ισχυρισμό του μόνο στην εξασφάλιση του δικαιώματος της νομής και κατοχής του επ’ αυτού. Ωστόσο, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, δεν αρκεί ο αϊτών να αποβλέπει μόνο στην εξασφάλιση του δικαιώματος της νομής και κατοχής του επί του πράγματος (ΕιρΡόδ 148/2014, 97/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ώστε να δικαιολογείται επείγουσα περίπτωση προσωρινής ρύθμισης της νομής στα πλαίσια των άρθρων 733, 734 ΠΚολΔ, ούτε άλλωστε αποτελούν κίνδυνο, κατά την έννοια του άρθρου 682 παρ. 1 οι έριδες, οι διαπληκτισμοί και οι ενδεχόμενες συγκρούσεις μεταξύ των διαδίκων. Η εν λόγω δε αοριστία δεν μπορεί να συμπληρωθεί ούτε με με το σημείωμα, ούτε με παραπομπές σε άλλα έγγραφα, ούτε με την εκτίμηση των αποδείξεων, αφού πρόκειται για ζήτημα αναγόμενο στην προδικασία, η οποία αφορά τη δημόσια τάξη (ΑΠ 1056/2002, ΕλλΔνη 45, 83, ΕφΠειρ 118/1995, ΕλλΔνη 36, 1573).
Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση αίτηση να απορριφθεί ως απαράδεκτη, λόγω αοριστίας, κατά παραδοχή και του σχετικού αρνητικού ισχυρισμού του καθού, του απαραδέκτου λαμβανομένου υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί ο αϊτών, λόγω της ήττας του (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), στη δικαστική δαπάνη του καθού η αίτηση, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αιτούντα στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης του καθού, την οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στο Μαρούσι, την 6 η Αυγούστου 2024, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ