Αριθμός Απόφασης: 237/2023 ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α` ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 8 Δεκεμβρίου 2022, με δικαστή την Άννα Ζιώγα, Πρωτοδίκη Δ.Δ., και γραμματέα την Παναγιώτα Κίσσα, δικαστική υπάλληλο,
για να δικάσει την προσφυγή με ημερομηνία κατάθεσης 13-11-2019 (ΠΡ………../2019),
Της …….. του…….. κατοίκου ………… Φθιώτιδας, η οποία παραστάθηκε με την από 7-12-2022 δήλωση (άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ.) της πληρεξούσιας δικηγόρου της Αφροδίτης - Φανουρίας Καράϊσκου,
κατά του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία ……….. ήδη από 1-3-2020 «…………. » (βλ. άρθρο 1 του ν. 4670/2020, Α` 43/28-2-2020, με το οποίο προστέθηκε άρθρο 51Α στον ν. 4387/2016, Α` 85), που εκπροσωπείται από τον Διοικητή του και παραστάθηκε με την από 7-12-2022 δήλωση (άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ.) της πληρεξούσιας δικηγόρου του Ελένης Φίλου.
Αφού μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφθηκε κατά τον νόμο
1. Επειδή, με την υπό κρίση προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. το ………ηλεκτρονικό παράβολο και το από 13-11-2019 αποδεικτικό καταβολής της Τράπεζας …….) ζητείται η ακύρωση, άλλως η τροποποίηση: α) της …../26-8-2019 Πράξης Επιβολής Προστίμου του Περιφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Ασφάλισης (Π.Ε.Κ.Α.) Στερεάς Ελλάδας του Ε.Φ.Κ.Α., με την οποία, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 παρ.1 του ν 4554/2018, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμό 43614/996/9-8-2018 απόφαση της Υπουργού και των Υφυπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας πρόστιμο, ύψους 10.500 ευρώ, λόγω μη αναγραφής ενός εργαζόμενου στον πίνακα προσωπικού και β) της ταυτάριθμης …../26-8-2019 Πράξης Επιβολής Προστίμου του ίδιου Π.Ε.Κ.Α., με την οποία, κατ` εφαρμογή του άρθρου 5 παρ.4 του ν. 4554/2018, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας πρόστιμο, ύψους 1.231,49 ευρώ, για την ασφαλιστική τακτοποίηση του ανωτέρω εργαζόμενου για (τεκμαιρόμενη) τρίμηνη, προ της ημερομηνίας του ένδικου ελέγχου, απασχόληση αυτού στην επιχείρηση της προσφεύγουσας.
2. Επειδή, με τον ν. 4554/2018 «Ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις - Αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας - Ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων - Επιτροπεία ασυνόδευτων ανηλίκων και άλλες διατάξεις» (Α` 130), ορίσθηκε στο άρθρο 5, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 65 του ν. 4635/2019 (Α` 167) ότι: «1. Ειδικός Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή ελεγκτής των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων Ασφάλισης ή αρμόδιος υπάλληλος του ΕΦΚΑ που διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλει στον εργοδότη πρόστιμο ποσού δέκα χιλιάδων πεντακοσίων (10.500) ευρώ για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων. 2. ... 3. ... 4. Σε κάθε παράβαση του παρόντος άρθρου τεκμαίρεται ότι η σχέση εργασίας διήρκεσε τρεις (3) μήνες, εκτός εάν ο εργοδότης ή ο εργαζόμενος αποδείξουν διαφορετικά. Με πράξη του αρμόδιου ασφαλιστικού φορέα καταλογίζονται, άνευ ετέρου και αναδρομικά από την ημερομηνία του ελέγχου, σε βάρος του εργοδότη το σύνολο των προβλεπόμενων κατά περίπτωση ασφαλιστικών εισφορών. Ως βάση υπολογισμού των εισφορών λαμβάνεται ο κατώτατος μισθός ή το κατώτατο ημερομίσθιο. 5.Οι διοικητικές κυρώσεις του παρόντος άρθρου επιβάλλονται πλέον των λοιπών κυρώσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.», στο άρθρο 6, όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 66 του ν. 4635/2019, ότι: «1. Αν, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημέρα του ελέγχου, ο εργοδότης προβεί στην πρόσληψη του εργαζομένου ή των εργαζομένων που διαπιστώθηκαν ως αδήλωτοι με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης, το πρόστιμο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 μειώνεται ως εξής: α) στο ποσό των επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση εργασίας διάρκειας τουλάχιστον τριών (3) μηνών, β) στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση εργασίας διάρκειας τουλάχιστον έξι (6) μηνών, και γ) στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση εργασίας διάρκειας τουλάχιστον ενός (1) έτους. 2. ... 3. Ο εργοδότης δεν επιτρέπεται να προβεί σε μείωση του προσωπικού από την ημερομηνία και ώρα του ελέγχου και καθ` όλη τη διάρκεια των περιόδων της παραγράφου 1, κατά περίπτωση. 4. ...6. Το δικαίωμα έκπτωσης του παρόντος άρθρου παρέχεται εφόσον ο εργοδότης αποδεχθεί το πρόστιμο και παραιτηθεί από την άσκηση των προβλεπόμενων ένδικων βοηθημάτων. ...7. ...» και στο άρθρο 8, όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο 68 του ν.4635/2019 (Α- 167/30.10.2019) ότι: «1. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζεται η διαδικασία επιβολής των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων, η διαδικασία για την παροχή του δικαιώματος έκπτωσης, η προθεσμία για την εμπρόθεσμη καταβολή του μειωμένου προστίμου σε περίπτωση χορήγησης έκπτωσης, ο τρόπος και η διαδικασία ελέγχου τήρησης των προϋποθέσεων χορήγησης της έκπτωσης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος Κεφαλαίου. 2. Η ισχύς των άρθρων 5 έως 7 αρχίζει από την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 1. 3. Από την έναρξη ισχύος των άρθρων 5 έως 7, σύμφωνα με την παράγραφο 2. καταργείται το άρθρο 1 της αριθμ. 27397/122/19.8.2013 υπουργικής απόφασης (Β` 2062) και η αριθμ. Φ.11321/11115/802/2.6.2014 (Β’ 1551) υπουργική απόφαση και οποιαδήποτε αναφορά στις κείμενες διατάξεις στις περί αδήλωτης εργασίας ρυθμίσεις και κυρώσεις των υπουργικών αυτών αποφάσεων νοείται ως αναφορά στις διατάξεις των άρθρων 5 έως 7 του παρόντος.».
3. Επειδή, ακολούθως, κατ’ επίκληση της εξουσιοδοτικής διάταξης του άρθρου 8 του ως άνω ν. 4554/2018 εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 43614/996/9-8-2018 απόφαση της Υπουργού και των Υφυπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β’ 3521/21-8-2018), με την οποία καθορίσθηκε η διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεων για αδήλωτη εργασία από το Σ.ΕΠ.Ε. και τον Ε.Φ.Κ.Α. Ειδικότερα, δε σύμφωνα με το άρθρο 1 της ανωτέρω υπουργικής απόφασης. «1. Για την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων (προστίμων) των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 5 του ν. 4554/2018 (Α’ 130), συντάσσεται και επιδίδεται Δελτίο Ελέγχου με το οποίο διαπιστώνεται παράβαση για αδήλωτη εργασία, και συντάσσεται και επιδίδεται Πράξη Επιβολής Προστίμου, κατά δέσμια αρμοδιότητα χωρίς προηγούμενη πρόσκληση του εργοδότη για παροχή εξηγήσεων, με την οποία προσδιορίζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ανωτέρω παραγράφους 1,2 και 3 του άρθρου 5 του ως άνω νόμου, το ύψος του προστίμου που αντιστοιχεί στη διαπιστωθείσα παράβαση. Η Πράξη Επιβολής Προστίμου κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται, με απόδειξη, στον παραβάτη εργοδότη. 2. Όταν τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα, όπως αυτά αναφέρονται στο άρθρο 14 του ν. 4144/2013 όπως ισχύει, διαπιστώνουν, κατά τον έλεγχο, τη μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού, ενημερώνουν το κατά τόπο αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων (Τ.Ε.Ε.Σ.) του Σ.ΕΠ.Ε., εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την ημέρα διενέργειας του ελέγχου, σχετικά με την παράβαση. Εν συνεχεία, ο Προϊστάμενος του Τ.Ε.Ε.Σ. συντάσσει και επιδίδει Πράξη Επιβολής Προστίμου, με την οποία προσδιορίζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ανωτέρω παραγράφους 1,2 και 3 του άρθρου 5 του ως άνω νόμου, το ύψος του προστίμου που αντιστοιχεί στη διαπιστωθείσα παράβαση. Η Πράξη Επιβολής Προστίμου κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται, με απόδειξη, στον παραβάτη εργοδότη. 3. Η Πράξη Επιβολής Προστίμου επιδίδεται στον εργοδότη εντός (7) εργάσιμων ημερών από την ημέρα επίδοσης του Δελτίου Ελέγχου ή από την ημέρα κοινοποίησης της σχετικής έκθεσης/εγγράφου σχετικά με τη διαπίστωση αδήλωτης εργασίας στο αρμόδιο Τ.Ε.Ε.Σ. Εντός της ιδίας προθεσμίας η Πράξη Επιβολής Προστίμου και το σχετικό δελτίο ελέγχου/έκθεση ελέγχου διαβιβάζονται προς την αρμόδια υπηρεσία του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.), προκειμένου να καταλογισθούν οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 4 του άρθρου 5 του ν. 4554/2018 ασφαλιστικές εισφορές. Για τον καταλογισμό των εν λόγω ασφαλιστικών εισφορών από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Ε.Φ.Κ.Α., ως βάση υπολογισμού των εισφορών του τριμήνου λαμβάνεται ο κατώτατος μισθός ή το κατώτατο ημερομίσθιο, σύμφωνα με τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις. ... 4. Η Πράξη Επιβολής Προστίμου αποτελεί νόμιμο τίτλο για την είσπραξη του προστίμου και εισπράττεται ως δημόσιο έσοδο σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) (ν.δ. 356/1974 Α’ 90), όπως ισχύει. 5. ... 6. Όταν ο εργοδότης προβαίνει στην πρόσληψη του εργαζομένου ή των εργαζομένων που διαπιστώθηκαν ως αδήλωτοι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του ν. 4554/2018, καταβάλλει το επιβληθέν πρόστιμο μειωμένο κατά το ποσό που αντιστοιχεί ανά περίπτωση σε συνάρτηση με τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας, εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από την ημέρα επίδοσης της Πράξης Επιβολής Προστίμου. 7. ... 8 ... 9. ... 10. Κατά των Πράξεων Επιβολής Προστίμου των παρ. 1 και 2, ανάλογα με το εκδούν την πράξη όργανο, κατά περίπτωση, και της Πράξεως Επιβολής Προστίμου της παρ. 3 της παρούσης ασκείται προσφυγή ουσίας ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου εντός εξήντα (60) ημερών από την επίδοση της δεύτερης εξ αυτών, δια της οποίας περατούται η ως άνω περιγραφόμενη σύνθετη διοικητική ενέργεια επιβολής κυρώσεων για την αδήλωτη εργασία. Μέσα στην ίδια προθεσμία, η προσφυγή κοινοποιείται με μέριμνα του προσφεύγοντος και με ποινή απαραδέκτου, στην αρμόδια υπηρεσία (Σ.ΕΠ.Ε. ή Ε.Φ.Κ.Α.). ...».
4. Επειδή, με τις ανωτέρω διατάξεις του ν. 4554/2018 και της 43614/996/9-8-2018 Υπουργικής Απόφασης προβλέπεται η τυπική παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού της επιχείρησης, στηριζόμενη στην απλή διαπίστωση του αντικειμενικού γεγονότος της μη καταχώρισης αυτού στον τηρούμενο από την επιχείρηση πίνακα προσωπικού, καθώς και μαχητό τεκμήριο ότι ο αναφερόμενος από τους ελεγκτές του Π.Ε.Κ.Α. ως εργαζόμενος, που δεν αναγράφεται στον πίνακα προσωπικού, συνδέεται με εργασιακή σχέση με τον εργοδότη. Ο τελευταίος δύναται να ανατρέψει το τεκμήριο αυτό με την άσκηση προσφυγής, αποδεικνύοντας ότι ουδεμία σχέση εργασίας τον συνδέει με το πρόσωπο που τα ελεγκτικά όργανα θεώρησαν ως μισθωτό του (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2151/2017 7μ.). Παράλληλα, θεσπίζεται τεκμήριο περί τρίμηνης απασχόλησης του εργαζόμενου, το οποίο δύναται να ανατρέψει ο εργοδότης, αποδεικνύοντας μικρότερη διάρκεια της οικείας εργασιακής σχέσης. Άλλωστε, ένα μέτρο που προβλέπεται από διάταξη νόμου ως κύρωση για παράβαση διάταξης, τότε μόνο αντίκειται προς τη συνταγματικώς κατοχυρωμένη στο άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, όταν από το είδος του ή τη φύση του είναι προδήλως ακατάλληλο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού ή όταν οι δυσμενείς συνέπειες του μέτρου τελούν σε προφανή δυσαναλογία ή υπερακοντίζουν τον επιδιωκόμενο σκοπό (ΣτΕ 2151/2017 7μ.» 1195/2016, 3474/2011 Ολομ., 990/2004 Ολομ.). Εξάλλου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., τα οποία - Πρωτόκολλο και Σύμβαση - κυρώθηκαν με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 53/1974 (Φ.Ε.Κ. Α` 256), αν συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος, είναι επιτρεπτή η θέσπιση από το νομοθέτη ρυθμίσεων, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση της περιουσίας που, κατ’ αρχήν, προστατεύεται από τις εν λόγω διατάξεις, εφόσον οι ρυθμίσεις αυτές είναι πρόσφορες για την εξυπηρέτηση του επιδιωκόμενου δημοσίου σκοπού και συμβατές με την αρχή της αναλογικότητας (πρβλ. ΣτΕ 1064/2018 σκ. 16). Ενόψει των ανωτέρω, οι προπαρατεθείσες διατάξεις έχουν υπαγορευθεί από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, συνιστάμενους στην αποτελεσματική καταπολέμηση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας, η οποία αφενός παραβιάζει τα βασικά δικαιώματα των εργαζόμενων, με συνέπεια να μεταπίπτει η εργασία από κοινωνικό λειτούργημα σε αντικείμενο εμπορίας, αφετέρου στερεί από τα ασφαλιστικά ταμεία σημαντικά έσοδα, με συνέπεια την αποδυνάμωση του ασφαλιστικού συστήματος, ιδιαιτέρως κατά την περίοδο της σοβαρής δημοσιονομικής κρίσης που διέρχεται η Χώρα. Η αδήλωτη εργασία, η οποία στερεί και από το κράτος σημαντικά φορολογικά έσοδα, αποτελεί στρεβλωτικό παράγοντα της οικονομίας, καθόσον νοθεύει τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων, με τη διαμόρφωση συνθηκών αθέμιτου ανταγωνισμού. Ως εκ του σκοπού δημοσίου συμφέροντος που επιδιώκεται, οι προαναφερθείσες διατάξεις δεν αντίκεινται στην προβλεπόμενη από το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, ούτε στις διατάξεις του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. Και τούτο, διότι οι προβλεπόμενες κυρώσεις δεν είναι προδήλως απρόσφορες, ούτε υπερακοντίζουν τον επιτακτικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος που αποβλέπουν να εξυπηρετήσουν, δηλαδή την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, δοθέντος ότι με το σοβαρό ύψος των προστίμων επιδιώκεται τόσο ο αυστηρός κολασμός του παραβάτη, όσο και η αποτροπή της παράνομης πρακτικής της αδήλωτης εργασίας από τους λοιπούς εργοδότες. Το ύψος του προβλεπομένου προστίμου δεν δύναται να θεωρηθεί ως προδήλως δυσανάλογο για την επίτευξη του προαναφερθέντος σκοπού δημοσίου συμφέροντος, ούτε πλήττει υπέρμετρα την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, ενόψει της σπουδαιότητας του διακυβευομένου αγαθού της καταπολέμησης του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας, με τις εκτεθείσες σοβαρότατες για τους εργαζομένους, το ασφαλιστικό σύστημα και τα δημόσια έσοδα δυσμενείς συνέπειες. Άλλωστε, λαμβανομένων υπόψη αφενός ότι προβλέφθηκε η υποχρέωση των εργοδοτών να δηλώνουν, πριν την ανάληψη υπηρεσίας, μέσω του ηλεκτρονικού πληροφοριακού συστήματος τους εργαζόμενους στον πίνακα προσωπικού Ε4, αφετέρου ότι με τις επίμαχες διατάξεις καταργήθηκε η θεσπιζόμενη από το άρθρο 26 παρ. 9 περ. στ` του α ν. 1846/1951, όπως ίσχυε, υποχρέωσή τους να καταχωρίσουν σε ειδικό βιβλίο τους νεοπροσλαμβανόμενους από αυτόν εργαζομένους, ενόψει και των ανωτέρω αναφερθέντων επιδιωκομένων σκοπών δημόσιου συμφέροντος, στην εξυπηρέτηση του οποίου αποβλέπουν, το πρόστιμο επιβάλλεται, συμφώνως προς τη συνταγματική διάταξη του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος, χωρίς προηγούμενη ακρόαση του ενδιαφερομένου εργοδότη, μόλις διαπιστωθεί η ως άνω τυπική παράβαση της μη καταχώρισης εργαζομένου, ανεξαρτήτως υπαιτιότητας εργοδότη και τυχόν τήρησης των λοιπών απορρεουσών από την ασφαλιστική νομοθεσία υποχρεώσεών του. Συνακόλουθα, δοθέντος ότι το πρόστιμο επιβάλλεται κατά δέσμια αρμοδιότητα των ελεγκτικών οργάνων, δεν τίθεται θέμα παραβίασης των αρχών της επιείκειας, της χρηστής διοίκησης, της προστατευόμενης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου (πρβλ. ΣτΕ 2164/2017, 815/2017, 423/2016).
5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας και, ιδίως, από το ………. δελτίο ελέγχου, προκύπτουν τα ακόλουθα: Με την ……../26-8-2019 Π.Ε.Π. του Π.Ε.Κ.Α Στερεάς Ελλάδας του Ε.Φ.Κ.Α., επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας πρόστιμο ύψους 10.500 ευρώ, κατ’ άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 4554/2018, με την αιτιολογία ότι κατά τον επιτόπιο έλεγχο που διενεργήθηκε στις 24-8-2019 στην ατομική επιχείρηση (εστιατόριο) που διατηρεί στο ……………. διαπιστώθηκε ότι δεν είχε αναγράψει στον πίνακα προσωπικού τον ………… (σερβιτόρος). Περαιτέρω, με την ίδια ως άνω πράξη, επιβλήθηκαν σε βάρος της προσφεύγουσας ασφαλιστικές εισφορές ύψους 1.231,49 ευρώ, κατ’ άρθρο 5 παρ. 4 του ν. 4554/2018, με την αιτιολογία ότι λόγω της μη αναγραφής του ως άνω εργαζόμενου στον πίνακα προσωπικού τεκμαίρεται ότι η σχέση εργασίας του διήρκεσε επί τρεις μήνες πριν από την ημερομηνία ελέγχου.
6. Επειδή, ήδη, με την υπό κρίση προσφυγή, η προσφεύγουσα ζητά την ακύρωση των ως άνω πράξεων επιβολής προστίμου, προβάλλοντας, καταρχάς, ότι αυτές εκδόθηκαν κατά παράβαση της αρχής της προηγούμενης ακρόασης και της αρχής της αναλογικότητας. Ακολούθως, προβάλλει ότι, κατά παράβαση των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 5 του ν. 4554/2018, που απαιτεί την έκδοση ξεχωριστών πράξεων επιβολής προστίμου για τις παραβάσεις της μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού και της τεκμαιρόμενης τρίμηνης απασχόλησης, εν προκειμένω, εκδόθηκαν δύο Π.Ε.Π., που, όμως, φέρουν τον ίδιο αριθμό πρωτοκόλλου και, κατ’ αποτέλεσμα, εκλαμβάνονται ως μια. Εν συνεχεία, επικαλείται την ακυρότητα του δελτίου ελέγχου, καθώς αυτό συμπληρώθηκε πλημμελώς από τα αρμόδια όργανα, χωρίς να αναγράφεται η ώρα που διενεργήθηκε ο έλεγχος, ενώ αυθαίρετη είναι και η συμπλήρωση των υπολοίπων στοιχείων, η οποία έγινε εκ των υστέρων, μετά την υπογραφή του δελτίου από τους φερόμενους ως εργαζομένους. Τέλος, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις στερούνται ειδικής και επαρκούς αιτιολογίας, διότι τόσο σε αυτές όσο και στο σχετικό δελτίο ελέγχου, δεν παρατίθενται τα στοιχεία βάσει των οποίων τεκμηριώνεται τυχόν παράβαση και ποιες ειδικότερες ενέργειες οδήγησαν τα ελεγκτικά όργανα στο εν λόγω συμπέρασμα. Άλλωστε, θα έπρεπε να εξειδικεύεται ποιό συγκεκριμένο έργο εκτελούσε ο κάθε εργαζόμενος, κατά τη διενέργεια του ελέγχου, ο οποίος, κατά την προσφεύγουσα, έλαβε χώρα στις 19:30, ήτοι πριν την έναρξη λειτουργίας της επιχείρησής της στις 20:00 και ο φερόμενος ως εργαζόμενος, ……….. παρευρισκόταν στις εγκαταστάσεις της προκειμένου να πληρωθεί για παλαιότερες οφειλές, καθώς εργαζόταν στην επιχείρηση της προσφεύγουσας έως τις 11-7-2019 Από την άλλη πλευρά, ο καθ’ ου υπεραμύνεται του κύρους αυτών και ζητά την απόρριψη της προσφυγής ως νόμω και ουσία αβάσιμης.
7. Επειδή, καταρχάς, ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας περί έλλειψης νόμιμης και επαρκούς αιτιολογίας των προσβαλλόμενων πράξεων είναι απορριπτέος, σε κάθε περίπτωση, ως αλυσιτελής. Και τούτο, διότι, ενόψει της φύσης της ένδικης διαφοράς, ως διαφοράς ουσίας, και του ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου που αυτή συνεπάγεται, το Δικαστήριο δεν δύναται να ακυρώσει την προσβαλλόμενη πράξη για λόγους αναγόμενους στη νομιμότητα ή στην επάρκεια της αιτιολογίας της, αλλά οφείλει να ερευνήσει το ίδιο εάν συντρέχουν οι απαιτούμενες από τον νόμο προϋποθέσεις για την έκδοσή της και είτε να δεχθεί είτε να απορρίψει, κατά τη δική του ουσιαστική κρίση, την προσφυγή, προβαίνοντας στην τελική διαμόρφωση του ουσιαστικού περιεχομένου της ένδικης έννομης σχέσης (πρβλ. ΣτΕ 1820/2015, 4596/2012).
8. Επειδή, περαιτέρω, με βάση τα ανωτέρω δεδομένα και, ιδίως, λαμβάνοντας υπόψη ότι: α) το βάρος απόδειξης των περιστάσεων της ένδικης παράβασης φέρει, εν προκειμένω, ο καθ` ου, β) δεδομένων των σοβαρών κυρώσεων που η διαπίστωσή της επισύρει για τον εργοδότη, η στοιχειοθέτησή της πρέπει να είναι πλήρης, ώστε να μην καταλείπονται αμφιβολίες και κενά σχετικώς, γ) στο οικείο δελτίο ελέγχου που προσκομίζει η προσφεύγουσα δεν αναγράφεται η ώρα διενέργειας του ελέγχου, ενώ στο σχετικό αντίγραφο του δελτίου που προσκομίζει ο καθ` ου έχει συμπληρωθεί εκ των υστέρων ώρα 21:30, που έρχεται σε αντίφαση με την επικαλούμενη από την προσφεύγουσα ώρα (19:30), δ) η ώρα του ελέγχου δεν αναγράφεται ούτε στις προσβαλλόμενες πράξεις και ε) στο δελτίο ελέγχου αναγράφονται κατά αύξουσα σειρά τα ονόματα επτά εργαζομένων στην επιχείρηση της προσφεύγουσας (στον …... αναγράφεται το όνομα του ………………. χωρίς, όμως, να επισημαίνεται ποια παρανομία συντελέστηκε εν προκειμένω και ποιοι επακριβώς, εκ των αναγραφέντων ως εργαζομένων, δεν ήταν καταχωρημένοι στον πίνακα προσωπικού, το Δικαστήριο κρίνει ότι στο σχετικό δελτίο ελέγχου δεν αναγράφονται οι ειδικότερες περιστάσεις των ένδικων παραβάσεων και δημιουργείται ασάφεια ως προς τις συνθήκες τέλεσής τους, καθιστώντας τις προβαλλόμενες αποφάσεις πλημμελώς αιτιολογημένες, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο ισχυρισμό της προσφεύγουσας και παρελκομένης ως αλυσιτελούς της εξέτασης των λοιπών λόγων της προσφυγής.
9. Επειδή, κατ` ακολουθίαν, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στην προσφεύγουσα του καταβληθέντος παράβολου (άρθρο 277 παρ. 9 εδ. ε του Κ.Δ.Δ.), ενώ, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει να απαλλαγεί ο καθ’ ου από τα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. ε του Κ.Δ Δ.).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την προσφυγή.
Ακυρώνει: α) την ……/26-8-2019 Πράξη Επιβολή Προστίμου του Περιφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Ασφάλισης (Π.Ε.Κ.Α.) Στερεάς Ελλάδας του Ε.Φ.Κ.Α., με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας πρόστιμο, ύψους 10.500 ευρώ, λόγω μη αναγραφής ενός εργαζόμενου στον πίνακα προσωπικού και β) την ταυτάριθμη …../26-8-2019 Πράξης Επιβολής Προστίμου του ίδιου Π.Ε.Κ.Α., με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας πρόστιμο, ύψους 1.231,49 ευρώ, για την ασφαλιστική τακτοποίηση του ανωτέρω εργαζόμενου.
Διατάσσει την απόδοση στην προσφεύγουσα του καταβληθέντος παραβόλου.
Απαλλάσσει τον e-Ε.Φ.Κ.Α. από τα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας.
Η απόφαση δημοσιεύθηκε στη Λαμία, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, κατά τη δημόσια συνεδρίαση στις 8-6-2023.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ