Αριθμός 192/2017 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Γ’ Πολιτικό Τμήμα Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ευγενία Προγάκη-Εισηγήτρια, Ασπασία Μαγιάκου, Νικήτα Χριστόπουλο και Πέτρο Σαλίχο, Αρεοπαγίτες. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 21 Δεκεμβρίου 2016, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ: Του αναιρεσείοντος: Γ. Κ. του Δ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Ευθύμιο Καραΐσκο, που ανακάλεσε την από 20-12-2016 δήλωση για παράσταση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και παραστάθηκε στο ακροατήριο. Των αναιρεσιβλήτων: 1) Ρ. χας Δ. Τ., 2) Χ. Τ. του Δ., 3) Γ. Τ. του Δ., κατοίκων ..., οι οποίες παραστάθηκαν μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου Ιωάννη Δημητριάδη. Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 4-1-2007 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Αχαρνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 164/2013 του ιδίου Δικαστηρίου, 2966/2014 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε ο αναιρεσείων με την από 9-5-2016 αίτησή του. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης, ο πληρεξούσιος των αναιρεσίβλητων ζήτησε να απορριφθεί, καθένας δε να καταδικασθεί το αντίδικο μέρος στη δικαστική δαπάνη. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Επειδή από τις διατάξεις των άρθρων 974, 1045 και 1051 ΑΚ, προκύπτει ότι για κτήση της κυριότητας ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία, απαιτείται άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία, με τη δυνατότητα εκείνου που απέκτησε τη νομή αυτού με καθολική ή ειδική διαδοχή, να συνυπολογίσει, αν χρειάζεται, στο χρόνο της δικής του νομής και το χρόνο χρησικτησίας του δικαιοπαρόχου του. Ασκηση νομής αποτελούν, όταν πρόκειται για ακίνητα, οι υλικές και εμφανείς πάνω σ’ αυτά πράξεις, που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό τους, με τις οποίες φανερώνεται η βούληση του νομέα να έχει το πράγμα για δικό του, τέτοιες δε πράξεις, μεταξύ άλλων είναι η εποπτεία, η επίβλεψη, η επίσκεψη, η οριοθέτηση και καταμέτρηση των διαστάσεών του, η ανάθεση σύνταξης τοπογραφικών διαγραμμάτων και εφόσον πρόκειται για κληρονομιαίο ακίνητο η αποδοχή της κληρονομίας και η μεταγραφή της, καθώς και η καταβολή των οικείων φόρων, χωρίς να απαιτείται και ο ημερολογιακός προσδιορισμός των επί μέρους πράξεων μέσα στο χρόνο της χρησικτησίας. Περαιτέρω κατά τη διάταξη του αρ. 6 του άρθρου 560 ΚΠολΔικ (και όπως τούτο αντικαταστάθηκε, με το τρίτο άρθρο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, ο οποίος εφαρμόζεται στις μετά την 1.1.2016 ασκούμενες αναιρέσεις), η οποία διάταξη είναι ταυτόσημη με εκείνη του αρ. 19 του άρθρου 559 του ίδιου κώδικα, κατά των αναιρέσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και εκείνων που, όπως η ένδικη εκδίδονται κατά των αποφάσεων των πρωτοδικείων, που εκδίδονται επί εφέσεων κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων, αναίρεση επιτρέπεται και αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή αν επαρκείς σε ζητήματα που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Ελλειψη νόμιμης βάσης, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής υπάρχει, όταν από το αιτιολογικό της απόφασης, που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού, δεν προκύπτουν κατά τρόπο πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία σύμφωνα με το νόμο, είναι αναγκαία για την κρίση στη συγκεκριμένη περίπτωση, ότι συντρέχουν οι όροι της διάταξης που εφαρμόσθηκε ή ότι δεν συντρέχουν οι όροι εφαρμογής της. Το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος πρότασης προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως, από τις παραδοχές της αποφάσεως στο αποδεικτικό της πόρισμα και να μην καταλείπονται αμφιβολίες. Εξ ετέρου, σε περίπτωση, που το διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως, στηρίζεται αυτοτελώς σε περισσότερες επάλληλες αιτιολογίες, με την δε αναίρεση κάποια από αυτές δεν πλήττεται ή πλήττεται ανεπιτυχώς, οι λόγοι της αναίρεσης που προσβάλλουν τις λοιπές, είναι αλυσιτελείς, αφού τυχόν αποδοχή τους, δεν επηρεάζει το διατακτικό της αποφάσεως, που στηρίζεται αυτοτελώς στην μη πληγείσα ή πληγείσα ανεπιτυχώς επάλληλη αιτιολογία (ΟλΑΠ 25/2003). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλομένης αποφάσεως (άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔικ), το Εφετείο μετά από συνεκτίμηση των νομίμως σ’ αυτό επικληθέντων και προσκομισθέντων αποδεικτικών στοιχείων, απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη και κατά το μέρος που αποτελούσε αντικείμενο της αναιρέσεως, την διεκδικητική αγωγή του αναιρεσείοντος, επί ενός επακριβώς προσδιοριζομένου ακινήτου, επιφανείας 1229,83 τμ, που βρίσκεται στη θέση ... του Δήμου ... και δη τόσο κατά την κύρια βάση της από παράγωγο τρόπο κτήσεως κυριότητας, ήτοι από εξ ιδιογράφου διαθήκης κληρονομιάς νομίμως γενομένης αποδεκτής και μεταγραφείσας όσο κατά την επικουρική από έκτακτη χρησικτησία βάση της, ενώ την επικουρική βάση από τακτική χρησικτησία βάση την απέρριψε ως νομικά αβάσιμη. Τούτο το έπραξε αφού προηγούμενα δέχθηκε ως ουσιαστικά βάσιμη την έφεση των αναιρεσιβλήτων, κατά της πρωτόδικης αποφάσεως, και αφού εξαφάνισε την εκκαλουμένη κατά το μέρος που αυτή είχε κάνει δεκτή την αγωγή ήτοι κατά το προαναφερθέν επιφανείας 1229,83 τμ ακίνητο δίκασε αυτήν (αγωγή) εκ νέου και την απέρριψε κατά την κύρια βάση της και στη συνέχεια και κατά τις μη ερευνηθείσες πρωτοδίκως επικουρικές βάσεις της. Ειδικότερα, ως προς την από έκτακτη χρησικτησία βάση της αγωγής, η προσβαλλομένη απόφαση δέχεται ότι δεν αποδείχθηκε πλήρως ότι ο πατέρας του ενάγοντα ήταν κύριος του επιδίκου ακινήτου και ότι το είχε αποκτήσει με άτυπη αγορά το 1955 από το Ν. Χ. Γ. και ότι έκτοτε το νεμόταν, καθόσον από τις επικαλούμενες αποδείξεις προκύπτει ότι τούτο (επίδικο) ήταν αρχικά εν μέρει ρέμα και ο πατέρας του ενάγοντα δεν μπορούσε να ασκεί επ’ αυτού πράξεις νομής μετά το χρόνο της αγοράς του. Το επίδικο έχει επιφάνεια 1229,83 τμ και περιγράφεται επακριβώς στο τοπογραφικό διάγραμμα, που επισυνάπτεται στην έκθεση πραγ/νης του διορισθέντα ως πραγματογνώμονα, με την υπ’ αριθμ. 56/2008 απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, τοπογράφου μηχανικού Ι. Α.. Στη συνέχεια ως προς την εν λόγω επικουρική βάση η προσβαλλομένη απόφαση δέχεται ότι ο ενάγων μέχρι του επικαλουμένου με την αγωγή χρόνου αποβολής από τη νομή, ήτοι μέχρι τις 28.6.2006, δεν διενήργησε επί του επιδίκου πράξεις νομής. Ειδικότερα επί λέξει δέχεται: "Περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε πλήρως ότι επί του επίδικου τμήματος ο ενάγων από το έτος 1985 ασκούσε εμφανείς υλικές πράξεις επί του επίδικου ακινήτου διανοία κυρίου, αλλά οι εναγόμενες. Στην κρίση αυτή καταλήγει το Δικαστήριο σύμφωνα με τα ακόλουθα αποδεικτικά μέσα: α) από το από 1.12.1993 μισθωτήριο συμφωνητικό κατοικίας, νόμιμα καταχωρημένο στη ... στον τόμο ..., κατά το οποίο οι εναγόμενες είχαν εκμισθώσει το ακίνητο τους στον Ε. Π., ο οποίος αναφέρει στην με αριθμό .../6.11.2006 ένορκη βεβαίωσή του Ενώπιον του Ειρηνοδίκη ..., η οποία λήφθηκε στα πλαίσια άλλης δίκης και λαμβάνεται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ότι το όλο ακίνητο των εναγομένων είχε 35 ελιές, τις οποίες αυτός περισυνέλλεγε, ήταν περιφραγμένο γύρωθεν είτε με μαντρότοιχο, είτε με συρματόπλεγμα και όλο το κτήμα είχε επιφάνεια τρία στρέμματα, άρα περιλαμβανόταν πέραν των 1768 τμ., του οποίου οι εναγόμενες έχουν καταστεί κυρίες με παράγωγο τρόπο και το επίδικο τμήμα, το οποίο άλλωστε αποτελεί συνέχεια της ιδιοκτησίας του, β) από το από 3.6.1998 συμφωνητικό μίσθωσης επαγγελματικής στέγης, νόμιμα θεωρημένο την 18,6.1998 στη ..., σύμφωνα με το οποίο οι εναγόμενες εκμίσθωσαν το ακίνητο τους στην Σ. Κ., το οποίο περιγράφεται στο μισθωτήριο έγγραφο ως μονοκατοικία κτισμένη σε οικόπεδο τριών (3) στρεμμάτων, από το οποίο ως επαγγελματική στέγη σύμφωνα με τον όρο 9 του μισθωτηρίου θα χρησιμοποιούνταν η έκταση των τριών (3) στρεμμάτων και συγκεκριμένα ως εκτροφείο και ξενοδοχείο σκύλων, σχολή εκπαίδευσης αυτών, πώλησης σκυλοτροφών και άλλων, αξεσουάρ σκύλων. Για το λόγο αυτό η μισθώτρια τμήμα του ακινήτου το είχε περιφράξει, φιλοξενούσε ζώα, ενώ την υπόλοιπη έκταση τη χρησιμοποιούσε για την εκτροφή και εκπαίδευση των ζώων (βλ. με αριθμό 2705/2005 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών - τμήμα μισθώσεων με την οποία διατάχθηκε η αποβολή της από το ακίνητο των εναγομένων, λόγω λήξης του χρόνου της μίσθωσης, η οποία εκτελέσθηκε την 8.6.2006, όπως προκύπτει από τη με αριθμό ...8.6.2006 έκθεση βίαιης αποβολής της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ε. Κ.- Φ.), γ) τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες του επίδικου τμήματος, όπου εμφαίνεται ότι η μισθώτρια των εναγομένων είχε καλλιεργήσει το επίδικο τμήμα με γκαζόν και το είχε περιφράξει για τη διεξαγωγή επιδείξεων σκύλων, το οποίο φαίνεται ως φυσική συνέχεια του ακινήτου των εναγομένων, και δ) από την κατάθεση του ιδιοκτήτη του γειτνιάζοντος των εναγομένων ακινήτου επί του αριθμού … της λεωφόρου ... ιδιοκτήτη, Γ. Α. στη με αριθμό .../6.11.2006 ένορκη βεβαίωση του στο Ειρηνοδικείο ..., η οποία λήφθηκε στα πλαίσια άλλης δίκης και λαμβάνεται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, στην οποία αναφέρει ότι το όλο ακίνητο των εναγομένων, το οποίο είχε έκταση τριών στρεμμάτων, ήταν περιφραγμένο. Από τα ανωτέρω αποδεικνύεται πλήρως ότι οι εναγόμενες ήδη από το έτος 1993 ασκούσαν εμφανείς υλικές πράξεις νομής επί του επίδικου ακινήτου, οι οποίες δεν συνάδουν με τις επικαλούμενες από τον ενάγοντα στην αγωγή του υλικές πράξεις, οι οποίες περιέχονται στις κάτωθι και συγκεκριμένα: με αριθμό ... ένορκη βεβαίωση, Α. Λ. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αμαρουσίου, …2007 ένορκη βεβαίωση της Μ. Β. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αμαρουσίου, ...2007 ένορκη βεβαίωση Φ. Ζ. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αμαρουσίου, ...2007 ένορκη βεβαίωση, Ν. Τ. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αμαρουσίου, με αριθμό ...2007 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αμαρουσίου του Π. Γ. του Ν., … ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αμαρουσίου, του Γ. Μ., οι οποίες δόθηκαν στα πλαίσια της δίκης ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών επί της από 4.09.2006 και με αριθμό κατάθεσης: .../2006 αίτησης και επί της από 09.01.2007 με αριθμό κατάθεσης: ...2006 αίτησης και χρησιμεύουν για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (βλ. ΑΠ 137/2012 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 99/2010 ΝΟΜΟΣ, Εφ Λαμ 4/2013 ΝΟΜΟΣ). Άλλωστε, όλες οι αμέσως ανωτέρω μνημονευόμενες ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων- φίλων του ενάγοντα, στηρίζονται σε περιστασιακές επισκέψεις για λόγους αναψυχής στο ακίνητο του ενάγοντα. Τέλος, ως προς την τοποθέτηση των μεταλλικών κατασκευών ο ίδιος ο μάρτυρας τού ενάγοντα, I. Ν., είχε καταθέσει στη δίκη των ασφαλιστικών μέτρων (βλ. με αριθμό ...2006 πρακτικά της από 31.10.2006 συνεδρίασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών) ότι αυτές είχαν κατασκευαστεί το έτος 2001 και είχαν τοποθετηθεί στο πίσω ανατολικό μέρος - όριο του Κ. και επομένως, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι αυτές προϋπήρχαν. Από τα ανωτέρω δεν αποδείχθηκε πλήρως ότι ο ενάγων κατέστη κύριος του επίδικου τμήματος, ούτε κατά πρωτότυπο τρόπο και δη με έκτακτη χρησικτησία [ως προς την τακτική χρησικτησία η υπό κρίση αγωγή είναι απορριπτέα κατ’ αυτεπάγγελτη κρίση του Δικαστηρίου ως μη νόμιμη κατ’ άρθρο 1041 ΑΚ, διότι τα πραγματικά περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα δεν θεμελιώνουν κτήση κυριότητας με τακτική χρησικτησία, αφού δεν αναφέρεται ότι ο ενάγων από τη μεταγραφή του νόμιμου ή νομιζόμενου τίτλου (2006) νέμονταν το ακίνητο επί δεκαετία συνεχώς διανοία κυρίου και καλή τη πίστει], και γι’ αυτό η αγωγή είναι απορριπτέα ως ουσία αβάσιμη". Με αυτά που δέχθηκε και έτσι που έκρινε το ως Εφετείο δικάσαν Μονομελές Πρωτοδικείο, δεν στέρησε την απόφασή του από νόμιμη βάση, αφού υπό τα ως άνω δεχθέντα, ως αποδεικνυόμενα πραγματικά, δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεως εφαρμογής των προπαρατεθεισών, περί έκτακτης χρησικτησίας διατάξεων, των άρθρων 974 και 1045 ΑΚ, αφού δεν αποδείχθηκε ότι ο αναιρεσείων - ενάγων παρέλαβε το 1985 τη νομή του επιδίκου από τον πατέρα του και ότι ασκούσε έκτοτε σ’ αυτό πράξεις νομής μέχρι τις 28.6.2006 που κατά τους ισχυρισμούς του αποβλήθηκε από τους εναγομένους, ενώ ως εκ περισσού (αφού καλύπτεται η κατά την ΑΚ 1045 εικοσαετία) αναφέρεται ότι ούτε και ο πατέρας του ενάγοντα είχε ασκήσει στο επίδικο πράξεις νομής από το 1955 και επέκεινα. Οι αιτιολογίες αυτές επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή ή μη εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων και ο υποστηρίζων τα αντίθετα και από τον αριθμό 6 του άρθρου 560 ΚΠολΔικ τρίτος λόγος της αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Με τον πρώτο λόγο της αναιρέσεως αποδίδονται στην προσβαλλομένη απόφαση οι αναιρετικές πλημμέλειες των αριθμών 1α και 6 του άρθρου 560 ΚΠολΔικ, κατά τις οποίες το Εφετείο κατά παραβίαση των περί παραγώγου από ιδιόγραφη διαθήκη κληρονομική διαδοχή διατάξεων των άρθρων 1710, 1712, 1721, 1846, 1193, 1195, 1198 και 1199 του ΑΚ απέρριψε την οικεία βάση της αγωγής, ενώ προσέτι στέρησε την απόφασή του από νόμιμη βάση, αφού απαίτησε περισσότερα στοιχεία από εκείνα που δέχθηκε ως αποδειχθέντα και που ήταν αρκετά για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Ο λόγος αυτός κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη είναι αλυσιτελής, αφού όπως έχει ήδη αναφερθεί το απορριπτικό διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως, στηρίζεται αυτοτελώς σε δύο επάλληλες αιτιολογίες και δη της μη απόκτησης της επίδικης κυριότητας παραγώγως από κληρονομικά και πρωτοτύπως από έκτακτη χρησικτησία, με την δε κρινόμενη αναίρεση επλήγη ανεπιτυχώς, με τον παραπάνω τρίτο λόγο, η αφορώσα τον πρωτότυπο τρόπο αποκτήσεως κυριότητας αιτιολογία, με επακόλουθο ο ερευνώμενος πρώτος λόγος που πλήττει την άλλη (από παράγωγο τρόπο) αιτιολογία να καθίσταται αλυσιτελής, αφού τυχόν αποδοχή του, δεν επηρεάζει το διατακτικό της αποφάσεως, που στηρίζεται αυτοτελώς στην πληγείσα ανεπιτυχώς με την αναίρεση επάλληλη αιτιολογία, ως προς τον πρωτότυπο τρόπο κτήσεως της ένδικης κυριότητας. Ενόψει τούτων οι παραπάνω πρώτος και τρίτος από τους λόγους της αναιρέσεως πρέπει να απορριφθούν. Επειδή κατά τη διάταξη του αρ. 5α του άρθρου 560 ΚΠολΔικ (και όπως τούτο αντικαταστάθηκε με το τρίτο άρθρο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015), η οποία (διάταξη) είναι ταυτόσημη με εκείνη του αρ. 8α του άρθρου 559 του ίδιου κώδικα, λόγος αναιρέσεως κατά αποφάσεων, όπως η ένδικη, που εκδόθηκε επί εφέσεως κατά αποφάσεως Ειρηνοδικείου, αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο, παρά το νόμο, έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν. "Πράγματα" κατά την έννοια της διατάξεως αυτής είναι οι αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων, που συγκροτούν την ιστορική βάση της αγωγής και επομένως θεμελιώνουν το αίτημα της αγωγής, ένστασης ή αντένστασης ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό, είτε ως αμυντικό μέσο. Ενόψει τούτων δεν αποτελούν "πράγματα" με την παραπάνω έννοια οι αιτιολογημένες αρνήσεις, οι νομικές αναλύσεις, καθώς και τα επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου, που αντλούνται από το νόμο ή από την εκτίμηση των αποδείξεων (Ολ.ΑΠ 14/2004). Στην προκειμένη περίπτωση με τον δεύτερο λόγο της αναιρέσεως αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η από την παραπάνω διάταξη του αριθμού 5α του άρθρου 560 ΚΠολΔ πλημμέλεια, κατά την οποία το Εφετείο έλαβε υπόψη, χωρίς να έχει προταθεί ένσταση ιδίας κυριότητας των εναγομένων - αναιρεσιβλήτων επί του επιδίκου ακινήτου. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, καθόσον όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση των οικείων διαδικαστικών εγγράφων των εναγομένων, ήτοι των προτάσεών τους στα δικαστήρια της ουσίας και του εφετηρίου, αυτοί πέβαλαν αρνητικούς και μόνο ως προς την κυριότητα του ενάγοντα - αναιρεσείοντα ισχυρισμούς, τα δε γενόμενα δεκτά από την προσβαλλομένη απόφαση για άσκηση νομής από τις εναγόμενες από το 1985 και επέκεινα και ιδιαίτερα από το 1993 δια των μισθωτών τους προέκυψαν ανταποδεικτικά ως περιστατικά αντίθετα με τα επικληθέντα προς στήριξη της ιστορικής βάσεως της αγωγής και όχι κατά παραδοχή μη υποβληθείσας ενστάσεως ιδίας κυριότητας. Ενόψει τούτων και ο λόγος αυτός, καθώς και η αναίρεση, στο σύνολό της, πρέπει να απορριφθούν και να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο, του κατατεθέντος από τον αναιρεσείοντα παραβόλου (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. 3 ΚΠολΔικ), και αυτός (αναιρεσείων), ως ηττώμενος διάδικος (άρθρ. 176 και 183 ΚΠολΔικ) πρέπει να καταδικασθεί στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την από 9.5.2016 αίτηση του Γ. Κ. του Δ. κατά των Ρ. χας Δ. Τ., Χ. Τ. του Δ. και Γ. Τ. του Δ., για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 2966/2014 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος από τον αναιρεσείοντα παραβόλου. Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, την οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) Ευρώ. ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 11 Ιανουαρίου 2017. ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, την 1η Φεβρουαρίου 2017. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ρ.Κ.