ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Τμήμα Θ' ΤΡΙΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 23 Οκτωβρίου 2019 ημέρα Τετάρτη και ώρα 11.00 πμ., με δικαστές τις Δέσποινα Τζαφά, πρόεδρο εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Διαμάντω Γεωργούλη (εισηγήτρια) και Μαρία Βογιάζα, εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων, και γραμματέα την Γεωργία Ιατρού, δικαστική υπάλληλο.
Για να δικάσει την προσφυγή με χρονολογία καταθέσεως 21.10.2014 (αριθ. καταχωρήσεως ……),
Του ………. κατοίκου ……. Λαμίας, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Αφροδίτης Καραίσκου.
Κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο του Τελωνείου Στυλίδας, για το οποίο παραστάθηκε ο Αναστάσιος Σπυρόπουλος, δικαστικός πληρεξούσιος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, βάσει της από 07.10.2019 έγγραφης δηλώσεως του άρθρου 133 παρ. 2 ΚΔΔικ.
Κατά την συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο ο διάδικος που παραστάθηκε ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.
Μετά την δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον νόμο.
1 Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την οποία καταβλήθηκε παράβολο ύψους 3 000 ευρώ (βλ. τα διπλότυπα είσπραξης τύπου Α με Α/Α ……/20.10.2014 και ……./21.10.2019 της Δ.Ο.Υ. Λαμίας), ο προσφεύγων ζητεί, παραδεκτώς, την ακύρωση της με αριθ. ………… καταλογιστικής πράξεως του Προϊσταμένου του Τελωνείου Στυλίδας, κατά το μέρος αυτής με το οποίο κρίθηκε ως συνυπαίτιος τελέσεως λαθρεμπορίας και επιβλήθηκαν σε
βάρος του κατ' επιμερισμό, πολλαπλά τέλη ύψους 243.000,70 ευρώ πλέον τελών χαρτοσήμου και εισφοράς ΟΓΑ ποσού 23.32S.07 ευρώ, καθώς και διαφύγοντες δασμοί και φόροι ποσού 324.000,93 ευρώ και κηρύχθηκε αληλέγγυα υπόχρεος για την καταβολή τόσο του πολλαπλού τέλους που επιβλήθηκε σε βάρος του συνυπαιτίου του όσο και των διαφυγόντων δασμών και φόρων, συνολικού ποσού 1.296.003,72 ευρώ.
2. Επειδή, στον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2930/2001, ΦΕΚ Α' 265;. που ισχύει, κατά το άρθρο 185 αυτού, από 01.01.2002, ορίζεται: Άρθρο 1: 1. Η Τελωνειακή Νομοθεσία, που θεσπίζεται με τον παρόντα Κώδικα, εφαρμόζεται από τις Τελωνειακός Αρχές: α) ... β) στα προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.)...», Αρθρο 53 (όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3336/2005, ΦΕΚ Α' 96): «Επιβάλλεται Ειδικός Φόρος ’ Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα πετρελαιοειδή προϊόντα, στο οινόπνευμα, στα αλκοολούχα ποτά και στα βιομηχανοποιημένα
καπνά...». Άρθρο 54: <1. Στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ) υπάγονται τα προϊόντα ταυ άρθρου 53, τα οποία παράγονται στο εσωτερικό της χώρας προέρχονται από άλλα Κράτη-Μέλη ή εισάγονται στο εσωτερικό της χώρας.
Ως εισαγωγή νοείτο η είσοδος των προϊόντων αυτών από τρίτες χώρες στο εσωτερικό της χώρας...». Άρθρο 55: «Για την εφαρμογή των διατάξεων του τρίτου μέρους του παρόντος Κώδικα νοούνται ως: α) «Καθεστώς Αναστολής»:
το φορολογικό καθεστώς που εφαρμόζεται στην παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή και κυκλοφορία των προϊόντων που τελούν σε αναστολή καταβολής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ). β) «Φορολογική Αποθήκη»; κάθε τόπος όπου παράγονται, μεταποιούνται, κατέχονται, παραλαμβάνονται ή αποστέλλονται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή, κατά την άσκηση του επιτηδεύματος του, προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και τελούν υπό καθεστώς αναστολής, γ) "Εγκεκριμένος Αποθηκευτής": το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει λάβει άδεια από τις
αρμόδιες αρχές, να παράγει, να μεταποιεί, να κατέχει, να παραλαμβάνει και να αποστέλλει, κατά την άσκηση του επιτηδεύματος του, προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ) και βρίσκονται σε φορολογική αποθήκη υπό καθεστώς αναστολής. ...». Αρθρο 56: «1, Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (ΕΦΚ) καθίσταται απαιτητός κατά τη θέση των προϊόντων σε ανάλωση ή κατά τη διαπίστωση των ελλειμμάτων που εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 65 του παρόντα Κώδικα. Θεωρείται ως θέση σε ανάλωση των προϊόντων που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.): α) κάθε έξοδος, ακόμα και αντικανονική, από καθεστώς αναστολής, β)...». Άρθρο 57: «1. ... 2. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ) οφείλεται, κατά περίπτωση, από το πρόσωπο που
πραγματοποιεί την παράδοση ή κατέχει τα προϊόντα που προορίζονται να παραδοθούν ή από τον παραλήπτη αυτών στο εσωτερικό της χώρας και εισπράττεται με τις ίδιες διαδικασίες που εφαρμόζονται για την είσπραξη του φόρου κατά την έξοδο των προϊόντων από το καθεστώς αναστολής. 3. ...», Άρθρο 62: «1. Με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων του παρόντα Κώδικα, η παραγωγή, η μεταποίηση και η κατοχή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 53 του παρόντα Κώδικα, γίνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Όταν δεν έχει καταβληθεί ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), τα ανωτέρω πραγματοποιούνται σε φορολογική αποθήκη. 2...». Άρθρο 118 (όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 33 του άρθρου 1 του ν. 3583/2007, ΦΕΚ Α ' 142): «1. ...5. Η με οποιονδήποτε τρόπο διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της καταβολής των οφειλόμενων φόρων καθώς και η μη τήρηση των διατυπώσεων που προβλέπονται στο τρίτο μέρος του παρόντα Κώδικα, με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω Φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, χαρακτηρίζονται ως λαθρεμπορία κατά τις διατάξεις των άρθρων 142 και επόμενα του παρόντα Κώδικα και επισύρουν το υπό αυτών προβλεπόμενο πολλαπλό τέλος καν αν ακόμη κριθεί αρμοδίως ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεμπορίας. 6....», το δε τρίτο μέρος του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα έχει τίτλο «Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης», τους οποίους και ρυθμίζει. Άρθρο 142: «1. Η μη τήρηση των διατυπώσεων του παρόντα Κώδικα, οι οποίες έχουν σχέση με τις τελωνειακές εργασίες και την Τελωνειακή Υπηρεσία, χαρακτηρίζεται και τιμωρείται ως τελωνειακή παράβαση. 2. Ως τελωνειακή παράβαση χαρακτηρίζεται επίσης, η με οποιονδήποτε τρόπο, από τους αναφερόμενους στο άρθρο 155 του παρόντα Κώδικα, διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της πληρωμής των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και η μη τήρηση των καθοριζομένων, στο άρθρο 155 του παρόντα Κώδικα, διατυπώσεων και επισύρουν κατά των υπευθύνων πολλαπλό τέλος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα ακόμη και αν κρινόταν, αρμοδίως, ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιόποινης λαθρεμπορίας. 3. Η ποινή που επιβάλλεται επί των τελωνειακών παραβάσεων δεν απαλλάσσει από την καταβολή των οφειλόμενων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, 4...».* Άρθρο 150 (όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 57 του άρθρου 1 του ν. 3583/2007): «1. Κατά των με οποιονδήποτε τρόπο συμμετεχόντων στην τελωνειακή παράβαση, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 142 του παρόντος Κώδικα και ανάλογα με το βαθμό συμμετοχής έκαστου, άσχετα από την ποινική δίωξη αυτών, επιβάλλεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 152, 155 και επόμενων του παρόντος Κώδικα, ιδιαίτερα στον καθένα και αλληλέγγυα, πολλαπλό τέλος από το τριπλάσιο μέχρι το πενταπλάσιο των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων που αναλογούν στο αντικείμενο αυτής, συνολικά για όλους τους συνυπαιτίους ... 5. Η εκδοθείσα καταλογιστική πράξη είναι ανεξάρτητη από την παράλληλη κατά το νόμο άσκηση ποινικής δίωξης, καθώς και την ποινική απόφαση που θα εκδοθεί». Άρθρο 155: «1. Λαθρεμπορία είναι: α) η εντός του τελωνειακού εδάφους εισαγωγή ή εξ αυτού εξαγωγή εμπορευμάτων υποκειμένων σε δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις που εισπράττονται στα Τελωνεία, χωρίς τη γραπτή άδεια της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής ή σε άλλο από τον ορισμένο παρ’ αυτής τόπο ή χρόνο, β) οποιαδήποτε ενέργεια, που αποσκοπεί να στερήσει το Ελληνικό Δημόσιο ή την Ευρωπαϊκή Ένωση των υπ’ αυτών εισπρακτέων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων από τα εισαγόμενα ή εξαγόμενα εμπορεύματα, και αν ακόμη αυτά εισπράχθηκαν κατά χρόνο και τρόπο διάφορο εκείνου που ορίζει ο νόμος. Οι παραβάσεις της παραγράφου αυτής επισύρουν κατά των υπευθύνων πολλαπλό τέλος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα και αν ακόμη ήθελε κριθεί αρμοδίως ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεμπορίας. 2. Ως λαθρεμπορία θεωρείται: α)... γ) κάθε έλλειψη εμπορευμάτων από αποθήκες αποταμίευσης, με σκοπό να στερήσει το Δημόσιο από τους εισπρακτέους δασμούς, φόρους-και λοιπές επιβαρύνσεις επί των ελλειπόντων, εκτός αν το σύνολο των ως άνω δασμοφορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων που αναλογούν στα ελλείποντα εμπορεύματα δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ...».
3. Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι η αντικειμενική υπόσταση της τελωνειακής παραβάσεως της λαθρεμπορίας στοιχειοθετείται όταν, κατά την εισαγωγή ειδών από την αλλοδαπή ή την εξαγωγή τους από την χώρα ή την κατ’ άλλον τρόπο θέση στην κατανάλωση ειδών βαρυνόμενων με δασμούς, τέλη και λοιπά δικαιώματα, το Δημόσιο αποτελέσει, συνεπεία διαφυγής της καταβολής, τους οφειλόμενους κατά νόμο δασμούς, τέλη και φόρους. Για την επιβολή της προβλεπόμενης από τις ανωτέρω διατάξεις του Τελωνειακού Κώδικα κυρώσεως, δηλαδή του πολλαπλού τέλους, απαιτείται, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η τέλεση με δόλο των πράξεων ή παραλείψεων που συνιστούν την τελωνειακή παράβαση, δηλαδή απαιτείται η γνώση του τελούντος τελωνειακή παράβαση ή του συμμετέχοντος σε αυτή ότι με τις εν λόγω ενέργειες ή παραλείψεις του και την εν γένει συμπεριφορά του το Δημόσιο θα αποστερηθεί από τους ανήκοντες σ' αυτό δασμούς και λοιπές δημοσιονομικές επιβαρύνσεις (ΣτΕ 409/2019, 3175/2017 κ.ά.), ως δόλος δε. ο οποίος απαιτείται για την στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υποστάσεως της λαθρεμπορίας, νοείται ο άμεσος, όχι δε και ο ενδεχόμενος, δεδομένου ότι το τέχνασμα που συνιστά την αντικειμενική υπόσταση της λαθρεμπορίας προϋποθέτει άμεσο δόλο του τελούντος ή του συμμετέχοντος σ’ αυτήν (σχ. ΣτΕ 1839, 1136/2008, 1222, 3357/2006).
4. Επειδή, τέλος, όσον αφορά την αρχή ne bis in idem που διαλαμβάνεται στο άρθρο 50 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, το ΕΔΔΑ, με την από 30.4.2015 απόφασή του, δεδομένης και της παγιωμένης πλέον νομολογίας του περί του “ποινικού” χαρακτήρα των πολλαπλών τελών λαθρεμπορίας σημαντικού ύψους (βλ. σχετική η από 9.6.2016 απόφαση στην υπόθεση Σισμανίδης κατά Ελλάδος), δέχθηκε ότι σε περίπτωση που η ποινική- κατά το εθνικό δίκαιο - διαδικασία έχει ολοκληρωθεί με την έκδοση αμετάκλητης αποφάσεως (είτε καταδικαστικής είτε αθωωτικής, έστω και λόγω αμφιβολιών), η κατοχυρούμενη στις 'σχετικές διατάξεις αρχή ne bis in idem κωλύει την συνέχιση της διοικητικής διαδικασίας ή δίκης περί επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω λαθρεμπορίας κατά του ίδιου προσώπου βάσει των ίδιων πραγματικών περιστατικών και αντιστρόφως της ποινικής διαδικασίας όταν το ποινικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η διαδικασία στα διοικητικά δικαστήρια έχει ολοκληρωθεί με αμετάκλητη απόφαση. Η άποψη αυτή υιοθετήθηκε αρχικώς με τις αποφάσεις ΣτΕ 1992-93/2016, που εκδόθηκαν μετά από επανάληψη της διαδικασίας εκδίκασης αίτησης αναιρέσεως κατ’ άρθρο 105A του ΚΔΔικ, κατόπιν εκδόσεως της ανωτέρω αποφάσεως του ΕΔΔΑ, με την οποία διαπιστώθηκε παραβίαση των δικαιωμάτων του αιτούντος πρωτίστως κατά το άρθρο 4 του 7ου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, καθώς και με άλλες μεταγενέστερες αποφάσεις (ΣτΕ 39/2018), τέλος δε θεσπίσθηκε ρητώς με το άρθρο 17 του ν.4446/2016 (ΦΕΚ Α' 240/12.12.2016), με το οποίο τροποποιήθηκε το άρθρο 5 παρ. 2 του ΚΔΔικ. και στο οποίο ορίζεται ότι: «1. ... 2. Τα δικαστήρια δεσμεύονται από τις αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων, οι οποίες, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ισχύουν έναντι όλων. Δεσμεύονται, επίσης, από τις αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη, από τις αμετάκλητες αθωωτικές αποφάσεις, καθώς και από τα αμετάκλητα αποφαινόμενα να μην γίνει η κατηγορία βουλεύματα, εκτός εάν η απαλλαγή στηρίχθηκε στην έλλειψη αντικειμενικών ή υποκειμενικών στοιχείων που δεν αποτελούν προϋπόθεση της διοικητικής παράβασης. 3... 4. Το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το δεδικασμένο και αυτεπαγγέλτως, εφόσον τούτο προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας». Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται στις υποθέσεις οι οποίες συζητούνται ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου μετά την 22.12.2016, δεδομένου ότι, κατά γενική δικονομική αρχή, η νεότερη δικονομική ρύθμιση δεν καταλαμβάνει τις υποθέσεις που είχαν εκδικασθεί/συζητηθεί πριν από τον χρόνο ενάρξεως της ισχύος της (ΣτΕ 1584/2019, 951/2018). Όπως δε έχει κριθεί (βλ. ΣτΕ 458, 2103/2018 κ.ά.), το αμετάκλητο τυχόν προηγηθείσας σχετικής αποφάσεως ποινικού δικαστηρίου λαμβάνεται υπόψη από το διοικητικό δικαστήριο μόνον όταν προβάλλεται προσηκόντως εκ μέρους των διαδίκων, αυτεπαγγέλτως δε, κατά την ρητή διάταξη της παρ. 4 του ίδιου ως άνω άρθρου 5 του Κώδικα, μόνον «εφόσον τούτο προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας».
5. Επειδή, στην κρινόμενη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας, μεταξύ των οποίων η από 29.11.2010 αναφορά αποτελεσμάτων έρευνας (αριθ. υποθέσεως ….) των αρμόδιων υπαλλήλων του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) Π.Δ. Κεντρικής Μακεδονίας Α' Τμήματος Ε.Φ.Κ. και Ανασταλτικών Καθεστώτων, προκύπτουν τα ακόλουθα: Η εταιρεία «……...», που διατηρεί αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης αφορολόγητων τσιγάρων, με αριθμό άδειας ……… του Τελωνείου Βόλου στις Λιβανάτες Φθιώτιδας, κατέθεσε στο (πρώην) Τελωνείο
Αταλάντης την με αριθ. …… Διασάφηση Εξαγωγής, στην θέση της οποίας «6. Σύνολο δεμάτων» αναγράφεται ποσότητα «490» του είδους «ΤΣΙΓΑΡΑ ΑΠΟ ΚΑΠΝΟ» με προορισμό τον Λίβανο και παραλήπτη την
εταιρεία «……», εμπορεύματα που σύμφωνα με την σχετική δήλωση προελεύσεως εμπορευμάτων, τελούσαν υπό το τελωνειακό καθεστώς της αποταμίευσης. Στην πίσω δε όψη αυτής αναγράφεται ότι μετά από έγκριση από τον προσφεύγοντα, ελεγκτή και προϊστάμενο του Τελωνείου Αταλάντης, της σχετικής αιτήσεως της ανωτέρω εταιρείας (η οποία ζητήθηκε από αυτήν για φορολογικούς λόγους), 980 χαρτοκιβώτια τσιγάρων ανασυσκευάστηκαν σε 490 χαρτοκιβώτια. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα συνοδευτικά έγγραφα της διασάφησης αυτής, ήτοι την φορτωτική GR ……., τα τιμολόγια με αριθ. …… και ……, στα οποία αναγράφεται ως αγοράστρια η εταιρεία «……» και παραλήπτρια η εταιρεία «……», κατάσταση δεμάτων με αριθ. ……. και ……. και δελτία αποστολής με αριθ. ….. και 1……, όλα εκδόσεως της εταιρείας «…..», η εν λόγω διασάφηση εξαγωγής αφορούσε συνολικά 980 χαρτοκιβώτια τσιγάρων που το καθένα περιείχε 50 μεγάλα κουτιά των 10 πακέτων τσιγάρων από 17 διαφορετικές μάρκες τσιγάρων από καπνό και μετά την ανωτέρω ανασυσκευασία, 490 χαρτοκιβώτια τσιγάρων που το καθένα περιείχε 100 μεγάλα κουτιά των 10 πακέτων, ήτοι 485.100 πακέτα τσιγάρων των 20 τεμαχίων, δηλ. 9.702.000 τεμάχια τσιγάρων, ώστε να πιστωθούν οι με αριθ. ……. διασαφήσεις αποταμίευσης της εταιρείας «……», όπως δε αναγράφεται στην πίσω όψη αυτής «Χ/ΤΙΑ 980:2= 490 χ/τια εξαγωγή μέσω Τελωνείου Αστακού σφραγήθη με μία (1) σφραγίδα» και ακολουθεί η υπογραφή του προσφεύγοντος. Οι ανωτέρω ποσότητες, κατόπιν της ως άνω αιτήσεως ανασυσκευασίας και της εγκρίσεώς της από τον προσφεύγοντα, φορτώθηκαν, υπό την επίβλεψη του τελευταίου, στο εμπορευματοκιβώτιο με αριθ. ECMU …..-8, το οποίο μολυβδοσφραγίσθηκε με την με αριθ. TGR0540060512 σφραγίδα από αυτόν και με το φορτηγό ΙΑΕ 2512 αναχώρησε για το Τελωνείο Αστακού (Τελωνείο Εξόδου). Την ίδια ημέρα, εξάλλου, το ανωτέρω φορτίο εισήχθη στην Ελεύθερη Ζώνη (Ε.Ζ.) Αστακού σφραγισμένο και στις 31.01.2008 φορτώθηκε στο πλοίο «………» με προορισμό την Βηρυτό του Λιβάνου, σύμφωνα με τις σχετικές πράξεις υπαλλήλων του Τελωνείου Αστακού. Από τον εκ των υστέρων έλεγχο και την έρευνα που διενέργησε το Σ.Δ.Ο.Ε, Π.Δ. Κεντρικής Μακεδονίας και τις απαντήσεις των Λιβανικών Αρχών στα σχετικά αιτήματα αμοιβαίας συνδρομής, προέκυψε ότι το ανωτέρω εμπορευματοκιβώτιο εισήχθη στο λιμάνι της Βηρυτού Λιβάνου στις 06.02.2008 σφραγισμένο, συνοδευόμενο με την φορτωτική GR 1253829, με ποσότητα 490 χαρτοκιβώτια τσιγάρων που περιείχαν 50 μεγάλα κουτιά των 10 πακέτων, ήτοι 245.000 πακέτα τσιγάρων από δύο μόνον μάρκες τσιγάρων, συνοδευόμενα από ένα τιμολόγιο με αριθ. 001/06.02.2008 εκδόσεως της εταιρείας «…….» και παραλήπτρια την εταιρεία «…….», ενώ οι ποσότητες που αναγράφονται στα με αριθ. 1 και 2/29.01.2008 τιμολόγια και στις καταστάσεις δεμάτων με αριθ. 1 και 2/29.01.2008 εκδόσεως της εταιρείας «……», ήτοι 24.010 μεγάλα κουτιά τσιγάρων των 10 πακέτων των 20 τεμαχίων (240.100 πακέτα Χ20 τεμάχια=4.802.000 τεμάχια τσιγάρων) από τις υπόλοιπες 15 μάρκες τσιγάρων ουδέποτε'· έφθασαν στην Ε.Ζ. της Βηρυτού. Μέρος της ανωτέρω ποσότητας που δεν έφθασε στο λιμάνι της Βηρυτού και συγκεκριμένα 270 χαρτοκιβώτια τσιγάρων βρέθηκαν και κατασχέθηκαν ως αντικείμενα λαθρεμπορίας, στις 06.02.2008, στην Ανθούπολη Λητής Θεσσαλονίκης, ενώ η υπόλοιπη ποσότητα των 220 (490-270) χαρτοκιβωτίων τσιγάρων που δεν έφθασε στο λιμάνι της Βηρυτού του Λιβάνου στις 06.02.2008, ήτοι 10.514 μεγάλα κουτιά τσιγάρων των 10 πακέτων των 20 τεμαχίων (105.140 X 20= 2.102.800 τεμάχια τσιγάρων από εννέα μάρκες), διέφυγε της κατασχέσεως. Όπως δε προέκυψε από την σχετική έρευνα του Σ.Δ.Ο.Ε. στο ηλεκτρονικό σύστημα που τηρεί η Ολυμπιακή Αεροπορία, διαπιστώθηκε ότι την 22.01.2008 έφθασε στην Αθήνα από την Βηρυτό με την πτήση ΟΑ0314 της Ολυμπιακής Αεροπορίας φορτίο 105 χαρτοκιβωτίων
τσιγάρων από καπνό (μέρος των 270 χαρτοκιβωτίων), βάρους 1.680 κιλών και την 24.01.2008, πάλι με την πτήση ΟΑ0314 της Ολυμπιακής Αεροπορίας, έφθασαν τα υπόλοιπα 165 χαρτοκιβώτια τσιγάρων από καπνό, βάρους 2.640
κιλών, η δε συνολική ποσότητα των 270 χαρτοκιβωτίων (105+165) παραδόθηκε την 25.01.2008 στον παραλήπτη αυτών που ήταν η εταιρία «…….», ενώ αποστολέας αυτής ήταν η εταιρεία «…….L». Από την συνέχιση της έρευνας προέκυψε ότι την 24.01.2008 κατατέθηκε στο Τελωνείο Αερολιμένα Ελευθερίου Βενιζέλου η με αριθ. 15477/2008 διασάφηση αποταμίευσης για τα ανωτέρω 270 χαρτοκιβώτια τσιγάρα από καπνό, με προορισμό το Τελωνείο Αταλάντης και ειδικότερα την Αποθήκη Τελωνειακής Αποταμίευσης αφορολόγητων τσιγάρων που διατηρούσε η ως άνω εταιρεία, ενώ, με το με αριθ. πρωτ. …./25.01.2008 έγγραφό του, το Τελωνείο Αταλάντης γνωστοποίησε στο Τελωνείο Αερολιμένα Ελευθερίου Βενιζέλου ότι τα χαρτοκιβώτια αυτά έφθασαν με το αριθ. ΕΚΑ….. φορτηγό στο Τελωνείο Αταλάντης την 25.01.2008 και η ανωτέρω διασάφηση αποταμίευσης καταχωρήθηκε στο τηρούμενο σ’ αυτό Ενιαίο Βιβλίο Καταχώρησης Παραστατικών και έλαβε τον αριθμό …/25.01.2008. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά και την συνημμένη στην ένδικη διασάφηση εξαγωγής δήλωση προέλευσης εμπορευμάτων, η συνολική ποσότητα των 270 χαρτοκιβωτίων τσιγάρων-της ως άνω με αριθ. …/25.01.2008 διασάφησης αποταμίευσης πιστώθηκε μη νομίμως με την κατάθεση της ένδικης διασάφησης εξαγωγής, αφού η συγκεκριμένη ποσότητα δεν έφθασε ποτέ στον Λίβανο, αλλά βρέθηκε και κατασχέθηκε στην Ανθούπολη Λητής Θεσσαλονίκης, λόγος για τον οποίο εκδόθηκε η με αριθ. ……. καταλογιστική πράξη του Προϊσταμένου του Α' Τελωνείου Θεσσαλονίκης σε βάρος των υπαιτίων διάπραξης αυτής. Ο προσφεύγων, απαντώντας στην με αριθ. πρωτ. ……/07.08.2014 κλήση σε απολογία του Προϊσταμένου του Τελωνείου Στυλίδας, με την από 01.09.2014 απολογία του, κατέθεσε ενώπιον του, ότι επέδειξε την δέουσα προσοχή καθ’ όλη την διάρκεια της διαδικασίας της ανασυσκευασίας και της συναφούς εξαγωγής του ένδικου εμπορεύματος, ότι η ανασυσκευασία που ζητήθηκε από την ανωτέρω εταιρεία έγινε παρουσία του, ότι το εμπορευματοκιβώτιο σφραγίσθηκε με έναν μηχανισμό σφράγισης και αναχώρησε για το Τελωνείο Αστακού, ενώ, στην συνέχεια, έστειλε το προβλεπόμενο ενημερωτικό δελτίο αποστολής προϊόντων Ε.Φ.Κ. τόσο στο Τελωνείο Αστακού όσο και στο Σ.Δ.Ο.Ε. Π.Δ. Δυτικής Πελοποννήσου για τις ενέργειες αρμοδιότητάς του. Η ανωτέρω παράβαση καταχωρήθηκε στο Βιβλίο Πρωτοκόλλου Τελωνειακών Παραβάσεων της καθής η προσφυγή τελωνειακής αρχής και στο Ο.Π.Σ.Τ. με αριθ. ….., ενώ υποβλήθηκε στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Λαμίας η με αριθ. πρωτ. ……. αναφορά αποτελεσμάτων της ως άνω έρευνας του Σ.Δ.Ο.Ε. Ο Προϊστάμενος του Τελωνείου Στυλίδας, στον οποίο περιήλθε η σχετική αρμοδιότητα μετά την κατάργηση του Τελωνείου Αταλάντης, αφού έλαβε υπόψη του τα ανωτέρω, και συγκεκριμένα ότι η μισή περίπου από την αναγραφόμενη στην ένδικη διασάφηση ποσότητα τσιγάρων ουδέποτε έφθασε στην Ε.Ζ. της Βηρυτού και κατά συνέπεια πρόκειται για εικονική επανεξαγωγή αυτής, καθώς και ότι με την ένδικη διασάφηση πιστώθηκαν μη νομίμως διασαφήσεις αποταμίευσης για την ποσότητα των 105.140 πακέτων τσιγάρων που διέφυγε της κατασχέσεως, εξέδωσε την προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη, με την οποία έκρινε ότι η ως άνω ενέργεια της παράνομης έλλειψης τσιγάρων από την αποθήκη αποταμίευσης της εταιρείας «……..", που είχε ως αποτέλεσμα να στερηθεί το Ελληνικό Δημόσιο και η Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικό ποσό φόρων και δασμών 324.000,93 ευρώ, σύμφωνα με την από 30.07.2014 Έκθεση Χρέωσης Διαφυγουσών Δασμοφορολογικών Επιβαρύνσεων Τελωνείου Στυλίδας, συνιστά λαθρεμπορική τελωνειακή παράβαση, σύμφωνα με τα άρθρα 155 παρ. 1 περ. β και 2 εδ. γ και 142 παρ. 2 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα. Περαιτέρω, με την ίδια πράξη κήρυξε ως υπαίτιους τελέσεως της λαθρεμπορίας αυτής τον ……., νόμιμο εκπρόσωπο της ως άνω εταιρείας ……. και τον προσφεύγοντα, ο οποίος, κατά την σχετική κρίση της προσβαλλομένης, παρείχε άμεση συνδρομή στον πρώτο υπαίτιο, εγκρίνοντας την σχετική αίτηση ανασυσκευασίας, βεβαιώνοντας την πραγματοποίησή της και θεωρώντας την ένδικη διασάφηση, ενέργειες στις οποίες προέβη, αν και γνώριζε ότι αυτή αφορούσε 490 χαρτοκιβώτια που περιείχαν μόνον 50 (καί όχι 100) μεγάλα κουτιά από δύο μόνον μάρκες (και όχι 17), τα οποία εξήλθαν νομίμως από την αποθήκη τελωνειακής αποθήκευσης αφορολόγητων τσιγάρων της εταιρείας «……...», επιτρέποντας, με τις ενέργειές του αυτές, να εξέλθουν από την αποθήκη αυτή τα υπόλοιπα αναφερόμενα στην ένδικη διασάφηση τσιγάρα, με σκοπό να διατεθούν παρανόμως στην Ελληνική αγορά - Ευρωπαϊκή Ένωση. Τέλος, ο ως άνω Προϊστάμενος με την ίδια πράξη επέβαλε σε βάρος των κυρίως υπαιτίων τους διαφυγόντες δασμούς και φόρους, συνολικού ύψους 324.000,93 ευρώ, καθώς και πολλαπλό τέλος ίσο με το τριπλάσιο των διαφυγόντων δασμών, συνολικού ύψους 972.002,79 ευρώ (324.000,93X3), πλέον τελών χαρτοσήμου και εισφοράς ΟΓΑ, ποσού 23.328,07 ευρώ, το οποίο επιμέρισε σε βάρος τους ανάλογα με την ευθύνη καθενός και ειδικότερα σε βάρος του προσφεύγοντος κατά ποσοστό 25%, ήτοι για ποσό 243.000,70 ευρώ και τον κήρυξε αλληλέγγυα υπόχρεο για την καταβολή του συνολικώς καταλογισθέντος ποσού (δασμών και πολλαπλών τελών) ύψους 1.296.003,72 ευρώ.
6. Επειδή με την κρινόμενη προσφυγή, ο προσφεύγων ζητεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξεως, προβάλλοντας ότι ουδεμία ανάμιξη είχε στην ένδικη λαθρεμπορία και μη νομίμως επιβλήθηκαν σε βάρος του οι
ένδικες δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις και πολλαπλά τέλη. Ειδικότερα, προβάλλει ότι μετέβη στην αποθήκη αποταμίευσης της εταιρείας «….» στις Λιβανάτες Φθιώτιδας και προέβη σε πλήρη έλεγχο όλων των αναγραφόμενων στην ένδικη διασάφηση χαρτοκιβωτίων και πακέτων τσιγάρων, καθώς και ότι η ανασυσκευασία που ζητήθηκε από την εταιρεία αυτή έγινε παρουσία του, στην συνέχεια σφράγισε το εμπορευματοκιβώτιο με ένα μηχανισμό σφράγισης, το οποίο στην συνέχεια αναχώρησε για το Τελωνείο Αστακού, έστειλε δε το προβλεπόμενο ενημερωτικό δελτίο
αποστολής προϊόντων Ε.Φ.Κ. τόσο στο Τελωνείο Αστακού όσο και στο ΣΔΟΕ Δυτικής Πελοποννήσου, επιδεικνύοντας την δέουσα επιμέλεια και προσοχή καθόλη την διάρκεια της διαδικασίας της ανασυσκευασίας και της εξαγωγής και για τον πρόσθετο λόγο ότι η εμπλεκόμενη εταιρεία «…..Α.Ε.» είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν για τελωνειακές παραβάσεις. Με το νομίμως από 29.10.2019 κατατεθέν υπόμνημά του, ο προσφεύγων προβάλλει ότι η έλλειψη οποιοσδήποτε ανάμιξής του στην τέλεση της αποδοθείσας λαθρεμπορίας προκύπτει από την εκδοθείσα, μετά την άσκηση της κρινόμενης προσφυγής, με αριθ. …/21.04.2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Λαμίας, με την οποία αθωώθηκε από το αδίκημα της αυτής λαθρεμπορίας και η οποία κατέστη αμετάκλητη, δεσμεύοντας για τον λόγο αυτό και το παρόν δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 2 του ΚΔΔικ., όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 4446/2016. Προς απόδειξη του ισχυρισμού του αυτού προσάγει προαποδεικτικώς, κατ’ άρθρο 150 ΚΔΔικ., αντίγραφο της αποφάσεως αυτής, με σημείωση επ’ αυτής ότι καταχωρίστηκε καθαρογραμμένη στο ειδικό βιβλίο την 30.06.2015, καθώς και το από 04.01.2019 πιστοποιητικό του Γραμματέα του Ποινικού Τμήματος του Εφετείου Λαμίας, σύμφωνα με το οποίο, δεν έχει ασκηθεί κατά της ανωτέρω αθωωτικής αποφάσεως από οποιονδήποτε κανένα ένδικο μέσο μέχρι και την 03.01.2019. Το καθού η προσφυγή, με την έκθεση απόψεων, ζητεί την απόρριψη της κρινόμενης προσφυγής ως αβάσιμης, υποστηρίζοντας ότι από όλες τις προαναφερόμενες ενέργειες του προσφεύγοντος προκύπτει η συμμετοχή του με δόλο στην τέλεση της αποδοθείσας σε βάρος του λαθρεμπορίας.
7. Επειδή, σύμφωνα με την νομοτύπως προαποδεικτικώς (ΣτΕ 3073/2017) προσκομισθείσα με αριθ. 99/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Λαμίας, ο προσφεύγων αθωώθηκε από την ποινική κατηγορία λαθρεμπορίας για την ίδια παράβαση για την οποία του επιβλήθηκε το ένδικο πολλαπλό τέλος με την προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη, με την αιτιολογία ότι δεν αποδείχθηκε με πλήρη δικανική πεποίθηση συμμετοχή του στην ένδικη λαθρεμπορία. Η απόφαση αυτή κατέστη αμετάκλητη, αφού, όπως προκύπτει από την σημείωση στο σώμα της, καταχωρίστηκε καθαρογραμμένη στο ειδικό βιβλίο την 30.06.2015, ημερομηνία από την οποία άρχισε να τρέχει η προβλεπόμενη μηνιαία προθεσμία για την άσκηση αναιρέσεως από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κατά το άρθρο 473 παρ. 1 και 3 και 507 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας [(π.δ. 258/1986, ΦΕΚ Α' 121, σχ. ΑΠ 73/2019 (ποινικό)] και σύμφωνα με το νομοτύπως προαποδεικτικώς προσκομισθέν από 04.01.2019 πιστοποιητικό του Γραμματέα του Ποινικού Τμήματος του Εφετείου Λαμίας, κατά της ανωτέρω αποφάσεως μέχρι και την 03.01.2019 δεν ασκήθηκε κανένα ένδικο μέσο. Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη την αμετάκλητη αυτή αθωωτική απόφαση, η οποία δεσμεύει το παρόν δικαστήριο, κατά τα γενόμενα δεκτά στην τέταρτη σκέψη, δεδομένου ότι η συζήτηση της κρινόμενης υποθέσεως έγινε μετά την 22.12.2016 και συνεπώς καταλαμβάνεται από την διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 5 του ΚΔΔικ, όπως τροποποιηθηκε από τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 4446/2016, κρίνει ότι ο προσφεύγων μη νομίμως κηρύχθηκε υπαίτιος για την τέλεση λαθρεμπορίας και μη νομίμως του επιβλήθηκαν για την αιτία αυτή πολλαπλά τέλη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από αυτόν. Περαιτέρω, ο σχετικός λόγος, όπως αυτός εκτιμάται, περί μη υποχρέωσής του να καταβάλει τις ένδικες δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις για προϊόντα (τσιγάρα καπνού) που δεν εξήλθαν νομίμως από την αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης αφορολόγητων τσιγάρων, αλλά διοχετεύθηκαν παράνομα στην κατανάλωση, οι οποίες δεν αποτελούν «ποινικές κυρώσεις» κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων της ΕΣΔΑ και του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου ώστε να καταλαμβάνονται από το δεδικασμένο της ανωτέρω αθωωτικής αποφάσεως του ποινικού δικαστηρίου (σχ. ΣτΕ 39/2018), πρέπει να γίνει δεκτός, δεδομένου ότι αυτός δεν είναι ο κατά νόμο υπόχρεος για την καταβολή αυτών, στην οποία υποχρεούται το πρόσωπο που πραγματοποιεί την παράδοση ή κατέχει τα προϊόντα που προορίζονται να παραδοθούν ή από τον παραλήπτη αυτών στο εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με το άρθρο 57 παρ. 2 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, και πρέπει να ακυρωθεί· η προσβαλλόμενη πράξη και κατά το μέρος αυτό.
8. Επειδή, κατ’ ακολουθία, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, καθ ό μέρος αφορά τον προσφεύγοντα ως προς το σύνολο των καταλογισθέντων σε βάρος του πολλαπλών τελών και δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων. Τέλος, πρέπει να επιστραφεί στον προσφεύγοντα το καταβληθέν για την άσκηση της προσφυγής παράβολο (άρθρο 277 παρ. 9 εδ. α' ΚΔΔικ.) και να επιβληθούν σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου τα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος, ποσού 300 ευρώ (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. α' ΚΔΔικ.).
Δ ΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την προσφυγή.
Ακυρώνει την με αριθ…….. καταλογιστική πράξη του Προϊσταμένου του Τελωνείου Στυλίδας, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα.
Διατάσσει την επιστροφή στον προσφεύγοντα του καταβληθέντος παραβόλου και επιβάλλει σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου τα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος ποσού τριακοσίων (300) ευρώ.
Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στον Πειραιά στις 18 Δεκεμβρίου 2019 και η απόφαση δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 30 Δεκεμβρίου 2019.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΤΣΑΦΑ ΔΙΑΜΑΝΤΩ ΓΕΩΡΓΟΥΛΗ